Μακρυγιάννης: Ένας (μισαλλόδοξος) Ρωμιός [2]

[Με την ευκαιρία του μύθου της 25ης του Μάρτη]

Mέρος 2ο (διαβάστε  Μέρος 1ο)

Το ορθόδοξο ιερατείο μισούσε τους ξένους ιεραπόστολους, αφ’ενός γιατί του καταπατούσαν το οικόπεδό του, αφ’ετέρου γιατί ανέσυραν από τον κάλαθο των αχρήστων το ενοχλητικό «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη«, που εξέθετε το ραχάτι τους ανεπανόρθωτα. Ο Άννινος διηγείται πως ο Παπουλάκης την αγιοποίηση του οποίου δρομολόγησαν οι Καντιώτης- Μουλατσιώτης(θεατρόφιλος ηγούμενος), βρίσκοντας σε κάποιο αντίτυπο της Οκτωήχου την λέξη «αγγλικαί» αντί του «αγγελικαί» από τυπογραφικό λάθος, «έφερε το αντίτυπον….και το ανεγίγνωσκεν εις επήκοον του απαίδευτου όχλου» που φανατιζόταν με τους «Λουθηροκαλβίνους» που διέστρεφαν τα ιερά γράμματα. To 1839 η «Φιλορθόδοξη Εταιρεία» απαιτούσε «καταδίωξιν και εξαφάνισιν από την Ελλάδα όλων των αμερικανικών σχολείων και των από τας Βιβλικάς Εταιρίας εκδοθέντων βιβλίων ανεξαιρέτως». Oι προτεστάντες ιεραπόστολοι κυρίως Αμερικανοί που πίστευαν στην παροχή παιδείας, φορείς ενός πουριτανικού μεν αλλά σαφώς φιλελεύθερου και ανθρωπιστικού πνεύματος για τα δεδομένα της ορθόδοξης και οθωμανικής Ανατολής, ήλθαν σε αναπόφευκτη σύγκρουση με τον Μεσαίωνά της: «Ο έλληνας επίσκοπος και ο Πασάς έχουν ενωθεί στη διάπραξη κάθε είδους καταπίεσης. Γι’αυτούς ο προτεσταντισμός αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερου μίσους…», διαπιστώνει το 1855 ο Hamlin. Ο Αμερικανός φιλάνθρωπος Ιωνάς Κινγκ (εικ.1, ως καθηγητής & ιεραπόστολος στη Συρία), ήλθε το 1828 εδώ, παντρεύτηκε μια Ελληνίδα, έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τον Καποδίστρια και άρχισε το ανθρωπιστικό του έργο, ιδρύοντας παράλληλα σχολεία και διδάσκοντας το Ευαγγέλιο, προσέχοντας να μην προσβάλλει την λαϊκή πίστη. Δεν ήλθε με στρατό, δεν δολοφόνησε και δεν ξεσπίτωσε κανέναν, ούτε προχώρησε σε προσηλυτισμούς και ίδρυση τοπικής Εκκλησίας όπως έκαναν οι βυζαντινοί ιεραπόστολοι περιφρονώντας απροκάλυπτα την τοπική πίστη, αλλά προσπάθησε να φέρει τους Ρωμιούς σε επαφή με το απαγορευμένο από την Εκκλησία τους ακατάληπτο γι’αυτούς περιεχόμενο του Ευαγγελίου. Σε επιστολή του (1827) στην Αμερική, απευθύνει συγκινητική έκκληση: «Εάν ο Αμερικανικός λαός, ηδύνατο να ίδη τους δυστυχείς Έλληνας καθημένους εν τω κονιορτώ εν μέσω των ερειπίων του παρελθόντος μεγαλείου των…εάν ηδύναντο να ακούσωσι στεναγμούς των….να αντιληφθώσι τα μαρτύρια μυριάδων εν δουλεία…θα ήρχοντο εις βοήθειάν των». Ο Κινγκ είχε βιώσει το θρησκευτικό φανατισμό της υποανάπτυκτης «χριστιανικής» Ανατολής βλέποντας στη Συρία το λόγιο προσύλητό του Asaad es Shidiak να φυλακίζεται στο καστρομονάστηρο του Κάνομπιν παλιά έδρα του Μαρωνίτη πατριάρχη της Αντιόχειας και να πεθαίνει στο υγρό και στενόχωρο κελί του από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια των καλογριών και των προσκυνητών που τον τραβούσαν με σχοινί δεμένο στο λαιμό του.

Το 1834 ο μητροπολίτης Αθηνών Νεόφυτος Μεταξάς (εικ.2 του 1ου μέρους) απειλεί με αφορισμό τους γονείς που θα στείλουν τα παιδιά στο σχολείο του Κινγκ. Το υπερσυντηρητικό φιλορωσικό κόμμα των «Ναπαίων», που συσπείρωνε τους φανατικούς Ορθόδοξους και τους έμμισθους πράκτορες του τσάρου σαν τον πρωτοπρεσβύτερο Κωνσταντίνο Οικονόμου (εικ.2) πήρε τη σκυτάλη. Με όργανο την εφημερίδα «Αιών» και τη μυστική εταιρεία των Φιλορθοδόξων που έλεγχε, προσπάθησε να σπιλώσει την τιμή και την υπόληψή του με δημοσιεύματα τιτλοφορούμενα «Τα Οργια». Εκεί ο Κινγκ εμφανίζεται ως δήθεν τελετάρχης σε γάμο ημίγυμνων νέων, και διοργανωτής συναθροίσεων όπου καίγονταν εικόνες και βλασφημείτο η «παρθένα» της Ναζαρέτ και οι άγιοι. Συγγραφέας αυτών των συκοφαντιών ήταν ο διαβόητος πλαστογράφος χειρογράφων του Αγίου Όρους (είχε κατηγορηθεί για απόπειρα δολοφονίας των γονιών του) Κ.Σιμωνίδης (αργότερα υποψήφιος μητροπολίτης Αιθιοπίας), που κατόρθωσε να ξεσηκώσει την κοινή γνώμη. Το 1845 ο Κίνγκ εκδίδει την «Απολογία» του. Η ελλαδική Σύνοδος και ο πατριάρχης τον αφορίζουν. Το 1846 στήθηκε δίκη εναντίον του στη Σύρο από όπου γυρίζοντας δέχτηκε το πλοίο επίθεση από πιστούς, που τον απείλησαν ότι θα τον δολοφονήσουν. Λίγο μετά κατασχέθηκαν 100 αντίτυπα της «Απολογίας» και κάηκαν. Οι διωγμοί του αποδοκιμάστηκαν από την ολιγάριθμη ελληνική διανόηση και πήραν μεγάλη δημοσιότητα στη Δύση. Αργότερα καταδικάστηκε με την κατηγορία του προσηλυτισμού, και εκδιώχθηκε για να αποκατασταθεί τελικά. Παρ’όλ’ αυτά σήμερα στις προτεσταντικές ΗΠΑ επιτρέπεται η ελεύθερη δράση της κακόφημης ρωμιορθόδοξης Αρχιεπισκοπής των Ελλήνων μεταναστών, που πληρώνει τεράστιες αποζημιώσεις και κλυδωνίζεται από παιδεραστικά σκάνδαλα που τα κουκουλώνει το πατριαρχείο με πιο πρόσφατο και κραυγαλέο αυτό της Χρυσοβαλάντου.

Ο Εδμόνδος Αμπού με αφορμή τις εκκλήσεις του «Αιώνα» προς τους «ορθόδοξους πολίτες να πάνε στη δίκη για να ενθαρρύνουν τους δικαστές σε αυστηρότητα…«, διαπιστώνει πως «Η μισαλλοδοξία, φυσική στην ελληνική μάζα, προκαλείται καθημερινά από προτροπές της Ρωσίας«.

Ο Ναζιστής (κήρυκας της δολοφονίας αθώων Αλβανών, που πρότεινε λοβοτομή στους αντιρρησίες συνείδησης) Χριστόδουλος, θαυμαστής του Στ.Παττακού, απειλούσε τους «Γραικύλους» με τη φράση του τρελοΜακρυγιάννη: «οταν μου πειράζουν την πατρίδα και θρησκεία μου θα μιλήσω, θα’ νεργήσω…». Κι επειδή πατρίδα, κοινωνία και θρησκεία στη λογική αυτών των ανθρώπων (όσων δηλαδή δεν υποκρίνονται όπως ο Χριστόδουλος που δεν πίστευε σε τίποτα) είναι ένα και το αυτό, ο κ.Μεταληνός διαλύει κάθε αυταπάτη στην αλαμπουρνέζικη παπαδίστικη, κι όποιος καταλάβει κατάλαβε: «Πολεμεί το βασιλέα Όθωνα, όχι όμως γιατί υποτάσσεται σε κάποια δυτική έννοια δημοκρατίας – φραντσέζικου λ.χ. τύπου. Η δημοκρατία του είναι ρωμαίικη και διασφαλίεται μέσα στο εκκλησιαστικό σώμα ως ισοτιμία και ομοτιμία, ως πιστότητα αρχόντων και αρχομένων στο θέλημα του θεού, ως εν Χριστώ ενότητα και αγαπητική αλληλοπεριχώρηση των προσώπων». Δηλαδή σε απλή μετάφραση, για τους μη Ορθόδοξους δεν υπάρχει χώρος στο μαγαζί Ελλάς και αδειάστε μας τη γωνιά, ή βουλώστε το στόμα σας. O Mακρυγιάννης στα παρανοϊκά «Οράματά» του, δείχνει τη μισαλλοδοξία του όταν νόμισε πως χριστιανοί πολύ καλύτεροι από αυτόν, πείραξαν αυτό που εκείνος θεωρούσε χριστιανισμό. Ειρωνεύεται και συκοφαντεί με αισχρό τρόπο, που δείχνει το χαρακτήρα του τοκογλύφου, τους οπαδούς του αγωνιστή του ’21 μεγάλου δάσκαλου Καϊρη και τον ανθρωπιστή χριστιανό Κινγκ: «ο σοφός Αμερικανός Κίνης, φιλάνθρωπος πολύ και αυτός δια τους Ελληνες ορθοδόξω χριστιανών, να τους μερέψει, οπού’ναι αγριάνθρωποι όλοι αυτείνοι, και πολλάκις έγραφε και εις την πατρίδα του Αμερική τι κόπους τραβάει και αυτός με μας τους αγρίους, και ελπίζει ότι έκαμεν σκολείον και διδάσκει…. Αφού ο σοφός της Αμερικής Κίνης έλαβε την καλοσύνη, ως σοφός και θρησκευτικός παπάς Αμερικάνος εφώτισε και έσωσε πολλούς νέους και γέροντες και νέες. Κάνει μαθηματα. Εις αυτά κατακρένει την Θεοτόκον, τον Χριστόν, τους αγίους και τα εξής. Λέγει , αυτά δεν υπάρχουν, είναι δόλος και απάτη. Παντρεύει νέους με τις νέες, γυμνώνει αυτούς μ’ένα αγανόν φόρεμα, να φαίνονται τα κεκρυμμένα του ενού και του άλλου, κόβει την εικόνα της Παναγίας με τα κεριά μαζί και καίγονται και γένεται αυτός ο περίφημος γάμος, και άλλα πλήθος τοιούτα… ….Αδελφοί αναγνώστες, αφού είδα και άκουσα αυτά του σοφού παπά Αμερικάνου Κίνη, και την μεγάλη του τρέλιαν να κάθεται σ’έν έθνος χριστιανικόν ορθόδοξον και να του κακολαλεί την θρησκείαν του την πατρογονική, το δικαστήριον δικαίως καταδίκασε αύτόν, και’νέργεια δεν έγινε από τους οπαδούς του……Τέλος πάντων, ματακρίθη και τούτες τις ημέρες ο σοφός παπάς Αμερικάνος Κίνης και μαζώχτηκε όλος ο λαός, αγαναχτισμένος δια όλα αυτά της θρησκείας, και βεβαιώθηκαν οι κριταί με πλήθος αποδείξεις βάσιμες». Ο Μακρυγιάννης ζητά να θαφτεί ο Κινγκ στη φυλακή του Μεντρεσέ (πρώην οθωμανικού Ιεροδιδασκαλείου) που κλείνονταν οι κακούργοι ενώ τα βόλια του παίρνουν και τους μαθητές του σοφού ορφανοτρόφου Καϊρη: «Και τα παιδιά του Καίρη, οι μαθηταί του από τα σκολεία εδώ, τον περασπίζονταν, και ο κατηχητής του σκολείου, ο Πηλίκας και Τριανταφύλλης, συνηγορούσαν περί αυτό. Αφού το κριτήριον είδε τόσες μαρτυρίες και ενγραφα βάσιμα και τον λαόν αναμμένον, τον καταδίκασαν εις την φυλακή. Του μέτρησε δεκάξι μέρες, και ύστερα από αυτό να φύγει δια πάντα από δω. Στον Μεντερσέ φυλακή δεν πήγε, είναι ανώτερος από τους νόμους. Πήγε εις το σπίτι του και κάθεται ως την σήμερον και ο σύντροφοί του καϊρισταί όλοι εδώ του κάνουν βίζιτες και τον περιποιώνται ότι αύτός έχει δίκιον και το κριτήριον και όλοι οι άνθρωποι άδικον.» Αυτά τα Άπαντα του Μακρυγιαννη έκαναν πως δεν τα ήξεραν οι Νεορθόδοξοι σαν το Ζ.Λορεντζάτο («Το τετράδιο του Μακρυγιάννη»).

Ο Αλ.Δημαράς («Τα εκπαιδευτικά κατά τον Αγώνα», Εστία-Χριστούγεννα 1970), επισημαίνει τις δυσκολίες που προκαλούσαν οι αρχές στα ιεραποστολικά σχολεία, όπως αυτά του Hill, πράγμα που είχε δυσμενείς επιπτώσεις στην παιδεία αν αναλογισθεί κανείς πως τα περισσότερα καλά ελληνικά σχολεία σχετίζονταν με το εξωτερικό ή είχαν ιεραποστολικό παρελθόν (Κολλέγιο Αρρένων, Pierce College, Ανάβρυτα, Ανατόλια Θεσσαλονίκης, Γερμανική Σχολή κλπ). Στη Σύρο κυκλοφόρησε η φήμη πως στο προτεσταντικό σχολείο της οι μαθήτριες σφραγίστηκαν κι έγιναν Αμερικάνες, ενώ μια κοπέλα που αρνήθηκε το σφράγισμα έβγαλε στο κεφάλι της κέρατα. Ξεσπά λαϊκή εξέγερση και τα σχολειά κλείνουν. Τέτοια περιστατικά έχουμε και στη Σμύρνη όπου τo 1836 κλείνει η σχολή Hildner. Την ίδια χρονιά στη Σύρο ο ορθόδοξος όχλος που μαίνεται κατά του τολμητία μεταφραστή της Αγ.Γραφής αρχιμανδρίτη Νεόφυτου Βάμβα, καίει την μετάφραση και τα βιβλία των ξένων μισιοναρίων, επιτίθεται σε Χιώτες εμπόρους που δεν έχουν στα σπίτια τους εικόνες και λιθοβολεί το σπίτι του χριστιανού ιεραπόστολου Leeves. Όπως διηγείται ο ίδιος, είχε προηγηθεί η θαυματουργική αποκάλυψη κόκαλων κατσίκας στη Νάξο παρουσία του επισκόπου, του κλήρου και χιλιάδων λαού από τα γύρω νησιά ύστερα από προφητεία που κυκλοφόρησε πως θα βρεθεί σταυρός στη θέση όπου έπρεπε να χτιστεί ναός. Ανάμεσα σε αναγγελίες θεραπειών σε χαζούς και αρρώστους, ένας τίμιος γερόπαπας που προσπάθησε να πει πως δεν επρόκειτο για λείψανα αγίων «φοβήθηκε για τα δικά του κόκαλα και σιώπησε». Το 1848 στη Κέρκυρα, με αφορμή την γιορτή του Αη Σπυρίδωνα, λεηλατείται το σπίτι του χριστιανού ιεραπόστολου Buel, καίγονται τα βιβλία του και πολλοί χάνουν τη ζωή τους στη σύγκρουση με τους Άγγλους στρατιώτες που σπεύδουν να σώσουν τους ξένους (Παυλίνα Νάσιουτζικ. «Οι μειονότητες στην πολιτική σκέψη το 19ο αι.», από το συμπόσιο για τις «Μειονότητες στην Ελλάδα», της Σχ.Μωραϊτη-2002).

Ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος, γράφει στον Νικομηδείας Στέφανο, πως «το Άγ.Πνεύμα δεν εστάλη…διά των ρητόρων ή των φιλοσόφων…αλλά εις τους πτωχούς το πνεύμα…«. Ο απολογητής Ερμίας, περνάει με φτηνές ρητορίες γεννεές δεκατέσσερεις όλους τους εθνικούς φιλοσόφους στον «Διασυρμό των έξω φιλοσόφων». Η ενοχοποίηση της μη θρησκευτικής Παιδείας, η υποκατάστασή της με την παράλογη ιδεοληψία της θείας φώτισης, μπορεί να αναγάγει την τελευταία σχιζοφρενή τρελλόγρια της λαχαναγοράς σε προφήτισσα εμφορούμενη από την θεία σοφία και να τροφοδοτήσει μια στρατιά από πρόθυμους θεολόγους («πανεπιστημιακούς» μάλιστα) που θα ερμηνεύουν τα θέσφατά της. Μπορεί να τινάξει στον αέρα την ακαδημαϊκή Ιατρική με τις συνταγές του καλόγερου Γυμνάσιου, το θαυματουργό αγίασμα των ψαριών του Μπαλουκλί, το πτώμα του πορνο-Βησαρρίωνα, το ζωνάρι του Αγιάννη του Ρώσου, τη βρακοζώνη της Παναγίας, το μήλο της Χρυσοβαλάντως, το «εσώβρακον του οσίου Γρύφωνος» και τα οράματα του Μακρυγιάννη, που όλα τους όμως παραμερίζονται για να βουτήξουν οι ετοιμοθάνατοι αρχιεπίσκοποι, που τρέμουν στην ιδέα πως θα διαβούν τον Αχέροντα, μόσχευμα στη Φλώριδα.

Ο Μακρυγιάννης έχει τα απωθημένα του αγράμματου φτωχοδιάβολου, του άρπαγα που πλούτισε αλλά Παιδεία δεν απόκτησε, και εναντιώνεται σαν ιθαγενής φύλαρχος στους μορφωμένους Έλληνες της διασποράς που θέλησαν να στελεχώσουν τον κρατικό μηχανισμό.

Στενόκαρδος, κοντόθωρος και μικρόψυχος στο ζήτημα των «ετεροχθόνων» δηλώνει ως πληρεξούσιος Αθηνών στη σχετική συζήτηση: , “Αυτοί εκάθησαν τόσα χρόνια και έτρωγαν ψωμί και έφεραν την πατρίδα μας άνω-κάτω. Ας καθίσωμεν τώρα και ημείς να φάγωμεν ψωμί”. Ούτε χριστιανός λοιπόν ήταν, ούτε Έλληνας, καμιά αίσθηση της οικουμενικότητας του ελληνισμού και του χριστιανισμού δεν είχε, ένας σπαγγοραμένος Ρωμιός χωριάτης που δεν ήθελε να μοιραστεί με τους κατατρεγμένους πρόσφυγες το παντεσπάνι του. Προπομπός των παλιανθρώπων που λέγανε το ’22 Τουρκόσπορους τους Μικρασιάτες πρόσφυγες και των σημερινών ακροδεξιών ρατσιστών που ξεσπάνε την ανανδρία τους στους μετανάστες. Έτσι φθονεί και τους «πορευθέντες» προς τα μέρη μας ανθρωπιστές Ιεραπόστολους, τον ευρύ ορίζοντά τους, την ανιδιοτέλειά τους, την κοινωνική τους προσφορά, την παιδεία τους και το χριστιανικό τους ζήλο που ξεγύμνωνε τη δική του θρησκευτική υποκρισία και πίστη σε μια δικής του κατασκευής ρωμέϊκη και όχι οικουμενική θρησκεία. Γιατί η αφεντιά του βέβαια, ούτε μπορούσε να κάνει τον Απόστολο του Χριστού, ούτε τον παιδαγωγό, ούτε τον προστάτη των ορφανών, φυλακισμένη στη μικρόνοια της αγραμματοσύνης της. Από την άποψη του συμπλεγματικού αντιδυτικού του μένους, μπορεί να καταλάβει κανείς την παλιότερη απόπειρα υιοθέτησής του ακόμη και από τη λαϊκιστική μερίδα της πατριωτικής Αριστεράς, που και στο Κοράνι είναι ικανή να βρει μαρξιστικά στοιχεία πόσo μάλλον στο Μακρυγιάννη («Είμαστε στο “εμείς” κι όχι στο “εγώ”», κλπ).

Είναι όμως αυτή εχθρότητα ίδια με αυτήν των κοτζαμπάσηδων προς τον πραγματικά εκσυγχρονιστή Καποδίστρια, είναι η μόνιμη καχυποψία και ο φθόνος των καλόγερων και του ποιμνίου τους κατά των μορφωμένων στη Δύση, ιδιότητα που όμως την προβάλουν απότομα ως προσόν αν κάποιος από δαύτους καταφέρει παρά κάθε πρόβλεψη, να θητεύσει π.χ. στη ΝΑΣΑ, έστω και αν αυτή του η θητεία εκεί τελείωσε άδοξα. Τα «Οράματα και Θάματα» είναι μνημείο παραληρηματικής θρησκοληψίας και ανορθολογισμού. Ο Μακρυγιάννης, λίγο μετά τη συγγραφή των «Απομνημονευμάτων» του, ξεπέφτει στην εξιστόρηση επαναλαμβανόμενων ασυνάρτητων οραμάτων στα οποία «συνομιλούσε» με την Παναγία και τους αγίους και προβάλλεται τώρα γι’αυτήν του τη φρεναπάτη, ως πρότυπο λαϊκής ευσέβειας. Το, ακόμη και κατά τον Βλαχογιάννη, «έργο ενός τρελού», εκφράζει τον απελπισμένο θρησκοληπτικό παραλογισμό ενός ξεπεσμένου ήρωα, μιας αρσενικής Ζαν ντ’Αρκ και γεννά ίσως τη συμπάθεια, αλλά όχι τον θαυμασμό μας. Αν πράγματι άκουγε φωνές τότε θα ήταν σχιζοφρενής, από εκείνους που η νόσος εκδηλώνεται ασυνήθιστα αργά: «Ήρθε η χάρη της και οι άγιοι όλοι, μου λέει…Σικλετισμένος είσαι….έβγαλε ένα περιστέρι από την τσέπη της, και μαζί με τον αΓιάννη και αγία Κατερίνη και άγιον Πεντελέμονον με σταύρωσαν με αυτό το περστέρι και του έβαλαν τη μύτη του εις το στόμα μου….Μου λέγει ο α-Γιώργης και ο άγιος Δημήτρης…» («Οράματα…», Μεταγραφή Α.Παπακώστα).

Ήταν να μη γίνει η αρχή. Μετά πολλοί πρόθυμοι βλέπουν τα «απερίγραφτα»: Εκστασιάζεται ο Γιανναράς: «…..συντηροῦσε παράλληλα ἕναν ἀπόρρητο προσωπικὸ βίο ἐκπληκτικῆς ἄσκησης, προσευχῆς καὶ χαρισματικῶν δακρύων, μὲ ἐμπειρίες Θεοπτίας ποὺ μαρτυροῦνται μόνο στὰ πρόσωπα κορυφαίων ἡσυχαστῶν τῆς νηπτικῆς παράδοσης». Αποφαίνεται ο Λορεντζάτος: «Το τετράδιο, εἶναι κατάσπαρτο ἀπὸ τὰ τρία χαρακτηριστικὰ … τὸ ξαφνικὸ φῶς, τα δάκρυα, την ἀδυναμία, νὰ περιγραφτοῦν τὰ ἀπερίγραφτα». Γνωματεύει ο Γιώργος Μεταλληνός και τον καρφώνει άθελά του ανεπανόρθωτα. Δεν υπάρχουν δυο Μακρυγιάννηδες όπως προσπαθούν να τον δικαιολογήσουν πολλοί απολογητές του, υπάρχει μόνο ένας, κι εδώ ο παπάς λέει την αλήθεια. Η συνείδηση του Μακρυγιάννη ήταν ενιαία. Το παραλήρημα των «Οραμάτων» ήταν μόνιμο χαρακτηριστικό του. : «Ὁ Ἑνιαῖος Μακρυγιάννης…….Ὁ Μακρυγιάννης μένει πάντα ὁ ἴδιος. Ἂν εἶναι ‘τρελλὸς’ στὰ ‘Ὁράματα καὶ θάματα’, εἶναι τρελλὸς» καὶ στὰ ‘Ἀπομνημονεύματα’. Ἀπὸ ἐκεῖ ἄλλωστε προέρχεται μεγάλο μέρος τοῦ πρώτου βιβλίου…. Δὲν μπορεῖ, νὰ ἀνεχθεῖ τὸν «ἀρχιθρῆσκο» (ἱδρυτὴ ἄλλης θρησκείας ) Καΐρη, ὅπως καὶ ἐκείνους τοὺς Ἕλληνες, ποὺ ὑποδουλώνουν τὸ φρόνημά τους στὴν ἑτεροδοξία τῶν δυτικῶν μισσιοναρίων (σήμερα θὰ λέγαμε: στὴν ἀθεΐα τοῦ δυτικοῦ ἢ ἀνατολικοῦ ἰμπεριαλισμοῦ). Ὅλοι αὐτοὶ γιὰ τὸ Μακρυγιάννη εἶναι αὐτόχρημα ἐχθροὶ τοῦ Γένους. Ἡ θρησκεία σώζει τὸν ἑλληνορθόδοξο πολιτισμὸ ὡς τρόπο ζωῆς, καὶ διαφοροποιεῖ τὸ Γένος ἀπὸ τὴ Φραγκιὰ καὶ τὴν Τουρκιά. Ἡ Πατρίδα τοῦ Μακρυγιάννη εἶναι ὁ χῶρος πραγμάτωσης τῆς θρησκείας του, τῆς Ὀρθοδοξίας. …..». Ναι, υπάρχει ο Μακρυγιάννης της Επανάστασης, κι ο Μακρυγιάννης που φυλακίστηκε από τον Όθωνα. Αυτά δεν είναι όμως από μόνα τους η κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Πολλοί τυχοδιώκτες, ρέμπελοι και λαφυραγωγοί, έλληνες και ξένοι πολέμησαν το ‘21 και ο αγύρτης Παπουλάκος κι ο φανατικός Φλαμιάτος μπουζουριάστηκαν στις οθωνικές φυλακές. Κατανοώ την ανάγκη πολλών να μπερδεύουν τις επιθυμίες τους με την πραγματικότητα, αλλά πως να δεχθούμε πως οι φαντασιώσεις ενός αγράμματου ορθόδοξου γέρου, παλιού τοκογλύφου, που ήθελε μια Ελλαδίτσα στα μικρόνοα μέτρα του, συκοφαντούσε ξένους ανθρωπιστές, καταδίωκε τα τόσο χρήσιμα σχολειά τους και που όπως ήταν φυσικό παγιδεύτηκε στις ιδεοληψίες του και ξεμωράθηκε σε φιγούρα ενός «δια Χριστόν σαλού», αποτελούν ένα είδος πνευματικής παρακαταθήκης, μια αυθεντική μαρτυρία επικοινωνίας με το απρόσιτο θείον, ένα εφαλτήριο για νέες Εθνικές Αναβάσεις;

ΥΓ1
Ομιλεί ο κ. Γιώργος Μεταλληνός εις το πατριωτικόν «Αντίβαρον»: «Ο Μακρυγιάννης του Γένους» (26/11/2010): «….Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της θρησκευτικής συνείδησης του Μακρυγιάννη είναι η ανεξιθρησκεία του. Αίτημά του αμετακίνητο είναι, κάθε άνθρωπος να μπορεί ελεύθερα να λατρεύει το Θεό σύμφωνα με τη θρησκεία του…» (!!!).

This entry was posted in σκέψεις, τυχοδιωκτικός πατριωτισμός, Γράμμα από το Ληξούρι, Ελευθερία Λόγου/Έκφρασης, ανορθολογισμός, θρησκεία/κλήρος. Bookmark the permalink.

23 Responses to Μακρυγιάννης: Ένας (μισαλλόδοξος) Ρωμιός [2]

  1. Ο/Η Άθρησκη πρώην μοναχή λέει:

    AtheistUnionGreece
    2,37 χιλ. εγγεγραμμένοι
    Ο Αλέξανδρος Σακελλαρίου, Δρ. Κοινωνιολογίας της Θρησκείας Παντείου Πανεπιστημίου & Διδάσκων Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, σε μια ομιλία με θέμα «Αθέων ψυχαί εν χειρί διαβόλου»: Η Εκκλησία, η Δύση και ο ‘κίνδυνος’ της αθεΐας πριν και μετά την Επανάσταση του 1821.

    Τον ευχαριστούμε θερμά για τη συμμετοχή του στην εκδήλωσή μας.

    Πρόγραμμα ομιλιών (ενδέχεται να τροποποιηθεί):

    20/3, Μηνάς Παπαγεωργίου, συγγραφέας και δημοσιογράφος
    -Η Μαύρη Βίβλος του 1821 (με αφορμή την έκδοση του ομώνυμου βιβλίου της Σειράς Lux Orbis που μόλις κυκλοφόρησε)

    21/3, Νίκος Δήμου, συγγραφέας και δημοσιογράφος
    -Διαφωτισμός και 1821 (σύνθεση από τα άρθρα « ‘Σήμερον τα Φώτα και ο Φωτισμός…’ Και ο Διαφωτισμός;» και «Πότε θα διδαχθούν τα παιδιά την αλήθεια για το ’21;»)

    22/3, Αλέξανδρος Σακελλαρίου, Δρ Κοινωνιολογίας της Θρησκείας Παντείου Παν/μίου & Διδάσκων Ελληνικού Ανοικτού Παν/μίου
    -«Αθέων ψυχαί εν χειρί διαβόλου»: Η Εκκλησία, η Δύση και ο ‘κίνδυνος’ της αθεΐας πριν και μετά την Επανάσταση του 1821

    23/3, Δημήτρης Ψαρράς, δημοσιογράφος
    -Ο Ρήγας και η εκκλησία

    24/3, Βασιλική Κοϊτσάνου, υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων της Ένωσης Αθέων
    -Το 1821 και η αλήθεια (με στοιχεία από το ομώνυμο βιβλίο του Γιάννη Σκαρίμπα)

    25/3 Συράκος-Ιωάννης Κεσέν, ιστορικός
    -Οι Κολλυβάδες καλόγεροι και η Ελληνική Επανάσταση

    26/3 Χαρίτα Μήνη, συγγραφέας
    -Ο κοινωνικός χαρακτήρας της Επανάστασης του 1821

    Το site μας: http://union.atheia.gr/​

    Facebook: https://www.facebook.com/AtheistUnion…​

    Twitter: https://twitter.com/atheia​

    Blog: http://blog.atheia.gr/

    https://www.news247.gr/elliniki-epanastasi-1821/200-chronia-apo-ton-aforismo-tis-epanastasis-i-mayri-vivlos-toy-1821.9178616.html?fbclid=IwAR3HbNQlPCcEeuhFphN_GKy328zh8IieGdeQ8reChsIZL1Ndxc4lFF1DIqk

    200 χρόνια από τον αφορισμό της Επανάστασης: Η Μαύρη Βίβλος του 1821
    Ο ρόλος της ανώτατης ιεραρχίας της Εκκλησίας την προεπαναστατική και επαναστατική περίοδο, μέσα από ντοκουμέντα της εποχής. Ο επιμελητής της έκδοσης, Μηνάς Παπαγεωργίου, μιλά στο NEWS 24/7.

    Χρήστος Δεμέτης
    23 Μαρτίου 2021 06:35
    Η Μαύρη Βίβλος του 1821 εκδίδεται σχεδόν ταυτόχρονα με μια ιστορική επέτειο που αποτελεί ζήτημα – «ταμπού» για πολλούς.

    Η νέα μελέτη της σειράς «Lux Orbis» περιλαμβάνει πατριαρχικά κείμενα της περιόδου 1798-1828, που δίνουν το περίγραμμα της αρνητικής στάσης της ανώτατης ιεραρχίας της Εκκλησίας απέναντι στην Επανάσταση και έρχεται να «συναντήσει» χρονικά την επέτειο συμπλήρωσης 200 χρόνων από τον αφορισμό των Ελλήνων Επαναστατών και της Φιλικής Εταιρείας, από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Γρηγόριο Ε’.

    Μαζί με τους επίσημους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την επίσημη έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ένα από τα ζητήματα που έχουν «πέσει» άλλωστε στο τραπέζι του δημοσίου διαλόγου, είναι και ο ρόλος που τήρησε η Εκκλησία στα προεπαναστατικά χρόνια και μέχρι τη σύσταση του πρώτου, ανεξάρτητου ελληνικού Κράτους.
    Με αφορμή την έκδοση της μελέτης, από τη σειρά βιβλίων Lux Orbis των εκδόσεων iWrite, ο δημοσιογράφος και διευθυντής της σειράς, Μηνάς Παπαγεωργίου, μιλά στο NEWS 24/7 για το βιβλίο, αλλά και για τις σκοτεινές πττυχές των διεργασιών πριν την έναρξη του Αγώνα αλλά και κατά τη διάρκειά του. Τον πρόλογο του έργου υπογράφει ο ακαδημαϊκός Θάνος Βερέμης.

    Παρακάτω αναλύουμε μεταξύ άλλων το αν αποκαταστάθηκε τελικά ο αφορισμός του Γρηγορίου Ε’, γιατί δεν μαθαίνουμε την ιστορία της εξόντωσης των Κλεφτών από κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου, αλλά και το πώς δημιουργήθηκε το αυτοκέφαλο της ελλαδικής εκκλησίας υπό τη «σκιά» του Αγαθάγγελου.

    Σήμερα (σ.σ 23 Μαρτίου) συμπληρώνονται 200 χρόνια από τον αφορισμό της Επανάστασης εκ μέρους του πατριάρχη Γρηγόριου Ε’. Θεωρείτε ότι οι Έλληνες έχουν γνωρίζουν πολλά για την υπόθεση αυτή;

    Πράγματι πρόκειται για μία επέτειο που θα προβληθεί ελάχιστα στη δημόσια σφαίρα της χώρας μας και το γεγονός αυτό τιμά ακόμα περισσότερο το NEWS 24/7 που επιχειρεί να το αναδείξει, στο πλαίσιο της πολύπλευρης ενημέρωσης των συμπολιτών μας. Δυστυχώς η πλειοψηφία των συμπολιτών μας αγνοεί τον ξεκάθαρο αρνητικό ρόλο που διαδραμάτισε η ανώτατη ηγεσία της Εκκλησίας στην προετοιμασία της Επανάστασης, αλλά και κατά τη διάρκειά της. Δεν θεωρώ ότι κάτι τέτοιο σχετίζεται με το γεγονός ότι οι περισσότεροι Έλληνες είναι χριστιανοί ορθόδοξοι. Η κοινωνία μας έχει προοδεύσει αρκετά τις τελευταίες δεκαετίες και είναι πλέον σε θέση να διαχωρίζει τα “πιστεύω” της από τον ρόλο των εκκλησιαστικών παραγόντων (τρανό παράδειγμα οι θέσεις υπέρ του Διαχωρισμού Κράτους Εκκλησίας που δεδομένα ασπάζεται η πλειοψηφία των Ελλήνων στις μέρες μας, το προβάδισμα που έχουν πάρει οι πολιτικοί γάμοι έναντι των θρησκευτικών κ.ο.κ).

    Θεωρώ ότι η ανύπαρκτη ή διαστρεβλωμένη εικόνα που έχουν οι Έλληνες για τον ρόλο της ηγεσίας της Εκκλησίας το ’21 οφείλεται στην εγκαθίδρυση πολλών σχετικών μύθων στο πέρασμα του χρόνου, στις λανθασμένες πληροφορίες των σχολικών εγχειριδίων (και έχουν κυκλοφορήσει αρκετές σχετικές μελέτες την τελευταία δεκαετία), στην ατολμία αρκετών ακαδημαϊκών να προβάλλουν το συγκεκριμένο θέμα στη δημόσια σφαίρα, αλλά και στη δυσκολία να εντοπιστούν και να αναδειχθούν τα πρωτότυπα κείμενα εκείνης της εποχής, πολλά από οποία, μέχρι σήμερα, βρίσκονται καταχωνιασμένα σε σπάνιες ή εξαντλημένες εκδόσεις. Το τελευταίο φροντίζουμε τα τελευταία χρόνια να το… διορθώσουμε μέσω της εκδοτικής σειράς Lux Orbis.

    Εάν εν τέλει ο αφορισμός ήταν αποτέλεσμα πιέσεων, η Πατρική Διδασκαλία (1798) και η πατριαρχική εγκύκλιος του αφορισμού της Επανάστασης (1821), ποιον σκοπό εξυπηρετούσαν και πόσο φιλελληνικά κείμενα μπορούν να χαρακτηριστούν;

    Να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Σαφέστατα και τα δύο αποτελούν αμιγώς αντεθνικά και αντεπαναστατικά κείμενα. Και δεν είναι τα μόνα αυτής της κατηγορίας που εκδίδει το πατριαρχείο εκείνη την περίοδο.

    Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα που αξίζει να σχολιαστεί. Την Πατρική Διδασκαλία και τον αφορισμό της Επανάστασης του ’21 τις χωρίζουν 23 ολόκληρα χρόνια. Είτε, λοιπόν, οι έννοιες της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας είναι ξένα σώματα για τις θέσεις της ανώτατης Ηγεσίας της Εκκλησίας εκείνη την περίοδο, είτε η αντεπαναστατική της δράση αποτελεί προϊόν πιέσεων που δέχτηκε το πατριαρχείο από τους Οθωμανούς, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο και το αυτό. Τα κείμενα αυτά, που γράφονται μάλιστα σε βάθος χρόνου (αυτό είναι άλλωστε το σημείο κλειδί – να διαπιστώσει κανείς τη διαχρονική στάση του πατριαρχείου απέναντι στην Επανάσταση, αποφεύγοντας να ερμηνεύσει τα γεγονότα μέσα από το στενό πρίσμα των όσων διαδραματίζονται τον Μάρτιο του 1821), αποτελούν τον αδιάψευστο μάρτυρα που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Δεν είναι κακό να υπάρξει μία έστω και ετεροχρονισμένη παραδοχή της στάσης αυτής εκ μέρους της Εκκλησίας.

    Γιατί η ιστορία που μαθαίνουμε, έχει αποσιωπήσει τον αφορισμό των Κλεφτών και την εξόντωσή τους με τη συνδρομή της ελληνικής Εκκλησίας;

    Επειδή πρόκειται για μία ιστορία που το συλλογικό ασυνείδητο επιλέγει να τοποθετήσει στη σκιά της ιστορίας. Πώς άλλωστε να χωνέψει κανείς πώς μαζί με τους Οθωμανούς, εκατοντάδες Κλέφτες κυνηγήθηκαν και θανατώθηκαν με τη συνδρομή κοτζαμπάσηδων και απλών ανθρώπων της Πελοποννήσου; Οι τελευταίοι, φυσικά, έδρασαν κάτω από τον φόβο και τον τρόμο που τους προκάλεσε ο αφορισμός των Κλεφτών -αλλά και όσων τους παρείχαν βοήθεια- από τον πατριάρχη Καλλίνικο Ε’.

    Άλλωστε ο αφορισμός υπήρξε μία ευρύτατα διαδεδομένη πρακτική της εποχής, εκ μέρους της Εκκλησίας, ώστε να τηρεί την έννομη τάξη των Οθωμανών στους πληθυσμούς του ελλαδικού χώρου.

    Η στάση του Αγαθάγγελου και η απόπειρα πρόκλησης Εμφυλίου, προκάλεσε με τη σειρά της και έναν εμφύλιο και εντός των κόλπων του ελληνικού Κλήρου της εποχής;

    Βρισκόμαστε στα 1828. Το νεοελληνικό κράτος έχει σχηματιστεί (δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί επισήμων), με κυβερνήτη του τον Ιωάννη Καποδίστρια. Ο πατριάρχης Αγαθάγγελος αποστέλλει εγκύκλιο προς τους Έλληνες, ζητώντας τους να επιστρέψουν στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Συμπεριλαμβάνει, μάλιστα, στην επιστολή του και τους όρους του ίδιου του Σουλτάνου για τον σκοπό αυτόν, ενώ παράλληλα στέλνει στην Πελοπόννησο τρεις μητροπολίτες ώστε να επηρεάσουν το ποίμνιο προς αυτή την κατεύθυνση. Το προηγούμενο προκαλεί την έντονη αντίδραση του ίδιου του Καποδίστρια που ξεκαθαρίζει στον Αγαθάγγελο πώς αρκετό αίμα χύθηκε για να επιστρέψουν οι Έλληνες στην πρότερη κατάσταση.

    Γεγονότα σαν κι αυτά συνετέλεσαν σε μεγάλο βαθμό στη δημιουργία του αυτοκέφαλου της ελλαδικής εκκλησίας, ενδεχομένως του μοναδικού διαφωτιστικού προτάγματος που πήρε σάρκα και οστά στα μετεπαναστατικά χρόνια. Ήταν αδύνατο το διαχρονικά τουρκόφωνο πατριαρχείο Κων/πόλεως να αναμειγνύεται συνεχώς στα εσωτερικά του νέου ελληνικού -πλέον- κράτους.

    Ποια θα ήταν η ιστορική σημασία της άρσης του αφορισμού, 200 χρόνια μετά τη διατύπωσή του; Πόσο ευσταθεί το επιχείρημα της ελληνικής Εκκλησίας που πλέον αφορισμός δεν υφίσταται;

    Στα τέλη του Ιανουαρίου το ΚΕΠΕΚ (Κίνηση Ελλήνων Πολιτών για την Εκκοσμίκευση του Κράτους) ζήτησε με ανοιχτή επιστολή προς το πατριαρχείο Κων/πόλεως αλλά και την Εκκλησία της Ελλάδος, την άρση του αφορισμού της Επανάστασης από το 1821.

    Το γεγονός αυτό φρονώ πώς θα είχε τεράστια συμβολική όσο και ουσιαστική σημασία, μιας και θα μείωνε σε σημαντικό βαθμό τις σχετικές λεκτικές διαμάχες συμπολιτών μας, που λόγω της φετινής επετείου έχουν ενταθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, εντός και εκτός διαδικτύου.

    Η εμπλοκή της Εκκλησίας της Ελλάδος σε αυτή τη διαδικασία είναι απολύτως αναγκαία. 200 χρόνια πριν, οι αρχιερείς των σημερινών δομών της αποτελούσαν μέρος του σώματος του πατριαρχείου, ενώ στις μέρες μας οι εκπρόσωποί της επικαλούνται πατριάρχες και άλλους αρχιερείς εκτός των διοικητικών της δικαιοδοσιών για να υπερτονίσουν τον υποτιθέμενο σημαντικό ρόλο τους κατά τη διάρκεια του Αγώνα. Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν μπορεί να έχει μία ιστορία αλά καρτ. Ο αφορισμός της Επανάστασης την βαραίνει εξίσου με την υιοθέτηση του -υποτίθεται- σωτήριου (!) ρόλου του Γρηγορίου Ε’ κατά την προετοιμασία του ξεσηκωμού.

    Άλλωστε υπάρχει και προηγούμενο, μιας και 16 χρόνια πριν, το 2005, εκπρόσωπος της ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε συνεννόηση με τον πατριάρχη Βαρθολομαίο, μεσολάβησε για την άρση αφορισμού που έλαβε χώρα 200 χρόνια νωρίτερα. Όμως περισσότερα για αυτήν την πραγματικά ενδιαφέρουσα υπόθεση, στην απάντηση του ΚΕΠΕΚ προς το Γραφείο επί των Αιρέσεων της μητρόπολης Πειραιά, που θα έρθει σε λίγες ημέρες μέσω του NEWS 24/7.

    Κατά την άποψή σας, ποια θα ήταν η «μαγιά» του ελληνικού Αγώνα, αν είχαν επικρατήσει οι θέσεις του Ευγένιου Βούλγαρη; Θα μιλούσαμε ίσως και για μια «διαφορετική» σύγχρονη ελληνική Εκκλησία;

    Σίγουρα θα είχε παρατηρηθεί ένας εκσυγχρονισμός της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας, μιας και το πνεύμα του Διαφωτισμού θα άγγιζε περισσότερο τις θεολογικές και πολιτικές της θέσεις. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι διαχρονικά η Εκκλησία αποτελεί έναν υπερεθνικό οργανισμό. Δεν είναι, δηλαδή, τυχαίος ακόμα και σε λεκτικό επίπεδο, ο πόλεμος των ιδεών που αφορά στην εγκαθίδρυση του όρου Έθνος ως αντικαταστάτη του Γένους (μια λέξη με ξεκάθαρη θρησκευτική χροιά). Ούτε είναι τυχαίος ο προσεταιριστικός χαρακτήρας της εκάστοτε ηγεσίας της Εκκλησίας σε σχέση με κάθε κατακτητή ή πολιτικό διαχειριστή αυτού του τόπου διαχρονικά. Πρόκειται για έναν οργανισμό που εν πολλοίς ενδιαφέρεται πέρα και πάνω από όλα για τη δική του επιβίωση, στεκόμενος πάνω από έννοιες όπως εθνισμός, πατρίδα κτλ.

    Ποια η σημασία της έκδοσης του βιβλίου «Η Μαύρη Βίβλος του 1821», από τη σειρά Lux Orbis των εκδ. iWrite;

    Πρόκειται για μία επετειακή και δίχως αμφιβολία συλλεκτική έκδοση, στην οποία συγκεντρώνονται για πρώτη φορά τα περισσότερα από τα αντεπαναστικά κείμενα του πατριαρχείου και μάλιστα σε ένα βάθος χρόνου 30 ολόκληρων ετών (1798-1828). Το γεγονός αυτό βοηθά τον αναγνώστη να αντιληφθεί την “μεγάλη εικόνα” της στάσης της ανώτατης (το τονίζω αυτό) ηγεσίας της Εκκλησίας απέναντι στην ελληνική Επανάσταση. Νομίζω ύστερα από την ανάγνωση αυτών των κειμένων δεν δικαιολογούνται παρερμηνείες πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα.

    Ο πρόλογος του βιβλίου από τον καταξιωμένο ακαδημαϊκό, κ. Θάνο Βερέμη, προσθέτει επιπλέον αξία και κύρος στην έκδοση.

    Πέρα από όσα έχουμε ήδη πει, τι άλλο θα συναντήσουν οι αναγνώστες στη συλλογή κειμένων του νέου αυτού βιβλίου;

    Θα έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν μία ξεκάθαρη εικόνα για τις αντεπαναστατικές θέσεις του -υποτίθεται εθνομάρτυρα!- Γρηγορίου Ε’ στο πέρασμα του χρόνου: α) Την εγκύκλιο που στέλνει στους Επτανήσιους ώστε να αγνοήσουν τα επαναστατικά κελεύσματα των “άθεων” Γάλλων επιστρέφοντας στην αγκαλιά του Σουλτάνου (1798), β) Την αποστολή του επισκόπου Τρίκκης Παΐσιου στην Πελοπόννησο με σκοπό των κατευνασμό των επαναστατικών διαθέσεων των ντόπιων πληθυσμών (1798), γ) Την επιστολή προς τον μητροπολίτη Σμύρνης, στην οποία του ζητείται η συγκέντρωση όλων των φυλλαδίων του Ρήγα Φεραίου με σκοπό να σταλούν προς καύση στην Κωνσταντινούπολη (1798). Επίσης θα έχουν τη δυνατότητα να διαβάσουν το αφοριστικό επιτίμιο προς την Μπουμπουλίνα παραμονές της Επανάστασης, καθώς επίσης και την απόπειρα του Γρηγορίου να επιβάλλει ιερά εξέταση στην Πόλη, ελέγχοντας τη βιβλιοπαραγωγή της ελληνικής διασποράς, πραγματοποιώντας επίθεση στην έλευση της διδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών στις ελληνικές σχολές. Σε αυτήν την τελευταία εγκύκλιο, μάλιστα, ο πατριάρχης επιτίθεται και στους ραγιάδες της εποχής του, που ξεκινούσαν να δίνουν μαζικά στα παιδιά τους (αρχαία) ελληνικά ονόματα, αντί χριστιανικών…

    Η περιγραφή του βιβλιου:
    «Η υποτιθέμενη θετική συμβολή της ανώτατης ιεραρχίας της Εκκλησίας στην Επανάσταση του 1821, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες ιδεολογικές λαθροχειρίες της νεότερης ελληνικής Ιστορίας.

    Διακόσια χρόνια αργότερα, η μελέτη των πρωτότυπων πηγών, των αφοριστικών εγκυκλίων και της αντεπαναστατικής δράσης του πατριαρχείου, δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών.

    Το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει μία χρήσιμη συλλογή τέτοιων κειμένων, που δημοσιεύτηκαν κατά το χρονικό διάστημα 1798-1828. Η ανίχνευση των εν λόγω ιστορικών τεκμηρίων αποτελεί μέχρι και σήμερα μία εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, απαιτώντας σε κάποιες περιπτώσεις την κοπιώδη αναζήτηση σπάνιων ή εξαντλημένων εκδόσεων.

    Στη «Μαύρη Βίβλο του 1821″ θα διαβάσετε:

    τα κείμενα του αφορισμού της Επανάστασης από το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως
    τους λόγους για τους οποίους η περιβόητη άρση του αφορισμού αποτελεί έναν εκκλησιαστικό μύθο
    το πώς ο Γρηγόριος Ε ́προσπάθησε να κατευνάσει τις επαναστατικές διαθέσεις Επτανησίων και Πελοποννησίων στα τέλη του 18ου αιώνα, διατάζοντας, παράλληλα, την καύση κειμένων του Ρήγα Φεραίου
    τους λόγους για τους οποίους ο αφορισμός των Κλεφτών από τον πατριάρχη Καλλίνικο Ε ́ επηρέασε αρνητικά την Επανάσταση του ’21.
    τις εγκυκλίους μέσω των οποίων ο Γρηγόριος Ε ́ αποπειράθηκε να ελέγξει την ελληνική βιβλιοπαραγωγή, εξαπολύοντας επίθεση στις Φυσικές Επιστήμες
    το αφοριστικό επιτίμιο που επιβλήθηκε στην Μπουμπουλίνα, λίγους μήνες πριν τον ξεσηκωμό των Ελλήνων
    τα κείμενα του πατριάρχη Ευγένιου Β ́, που στόχο είχαν να εκφοβίσουν τους Έλληνες, αμέσως μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης
    τον τρόπο με τον οποίο ο πατριάρχης Αγαθάγγελος επιχείρησε να προκαλέσει εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα του Ιωάννη Καποδίστρια».
    Κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τη σειρά Lux Orbis των εκδόσεων iWrite.

  2. Ο/Η Άθρησκη πρώην μοναχή λέει:

    Μεταλληνού μπαρούφες, με ολίγην από Γιανναρά

  3. Ο/Η Ένας. λέει:

    Ιερέας παρανομεί προκλητικά και βρίζει αυτόν που τον κατήγγειλε

    http://www.neapolisnews.gr/%CF%80%CF%85%CF%81-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1-%CE%BF-%CE%BC%CE%B7%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%85%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%BF/

    Πυρ και μανία ο Μητροπολίτης Ελευθερούπολης Χρυσόστομος για τα καμώματα του ιερέα του
    Αναρτήθηκε στις 22/03/2021


    Ο Εφημέριος της Παναγίας Φανερωμένης Χριστόδουλος Αναγνωστόπουλος


    Η αρχική μορφή που έχει ο ναός στο λόφο ΝΗΣΑΚΙ πριν τα έργα επέκτασης



    Αλγεινή εντύπωση προκαλούν τα τελευταία 24ωρα στην τοπική κοινωνία πέρα από τις πράξεις του Εφημέριου της Παναγίας Φανερωμένης Χριστόδουλου Αναγνωστόπουλου να προχωρήσει στην αυθαίρετη τσιμεντοποίηση του λόφου της Ρέμβης στο ΝΗΣΑΚΙ στο παραθεριστικό θέρετρο της Νέας Ηρακλείτσας, τα δεικτικά ειρωνικά, μειωτικά γεμάτα σκληρότητα σχόλια του ιερέα Εφημέριου της Παναγίας Φανερωμένης προς το πρόσωπο της Προέδρου της Αδελφότητας Ηρακλειτσιανών.

    Πέρα από τις φατσούλες και τις ειρωνείες που χρησιμοποιεί στην ανάρτησή του όταν αναφέρεται στην εν λόγω κυρία (

    😉
    προκάλεσε θυμό και θλίψη η έμμεση δεικτική αναφορά και η χλεύη που δεν ταιριάζει με εκπρόσωπου της Εκκλησίας του Χριστού που κυρρήτει την Αγάπη, όταν στην προσπάθεια να επιχειρηματολογήσει για τις εργασίες στο λόφο της Ρέμβης στο Νησάκι, άφησε υπονοούμενα ακόμα και για την ικανότητα μητρότητας της Προέδρου της Αδελφότητας …»υπόσχομαι ενώπιον θεού και ανθρώπων, αν η πηγή του σκανδάλου, η οποία σας χρησιμοποιεί αυτή την στιγμή και η οποία διάγει το 75 έτος της ηλικίας της, αξιωθεί της μητρότητος…»!

    Η Μητρόπολη Ελευθερούπολης :

    Παρά το γεγονός ότι η τοπική κοινωνία της περιοχής βοά για τα καμώματα του ιερέα και την απίστευτη φρασεολογία που δεν ταιριάζει σε ιερέα εκπρόσωπο του Χριστού, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει επίσημη αντίδραση (ανακοίνωση) της Μητρόπολης Ελευθερουπόλεως ενώ σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες ο Μητροπολίτης κ.κ. Χρυσόστομος εμφανίζεται ιδιαίτερα ενοχλημένος από τα έργα και τις ημέρες του ιερέα του που έχουν διχάσει την τοπική κοινωνία.

    Η ανάρτηση που ξεχειλίζει από μίσος του Εφημέριου της Νέας Ηρακλείτσας:

    Christodoulos Anagnostopoulos
    2 ώρ. · Εν τη προαιρέσει η μοχθηρία και το αδικείν.– Η μοχθηρία και η αδικία υπάρχουν από πρόθεση [και όχι τυχαία ή κατά λάθος].Αριστοτέλης, 384-322 π.Χ., Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος

    Ξεκίνησαν από χθες το απόγευμα τα προεόρτια της καταγγελίας του προέδρου της μείζονος αντιπολίτευσης Δημητρίου Μπαταλογιάννη, κατοίκου του δημοτικού διαμερίσματος της Νέας Ηρακλείτσας, στο ΔΣ του δήμου Παγγαίου, με αποκορύφωμα σήμερα την εισαγγελική εντολή προς το δασαρχείο Καβάλας για αυτοψία και διερεύνηση τυχόν παραβάσεων και παρεμβάσεων στον λόφο Ρέμβη-νησάκι και κατόπιν ετέρα καταγγελία δια την επ’ αυτοφώρω σύλληψη του εφημερίου της Νέας Ηρακλείτσας π. Χριστοδούλου Αναγνωστοπούλου, από την αστυνομική αρχή της περιοχής.

    Λυπάμαι πραγματικά και εξίσταμαι ευλόγως διότι με τον συγκεκριμένο κύριο δεν υπήρξε στο παρελθόν καμία προστριβή, ίσα ίσα έχαιρε της εκτιμήσεώς μου, μιας και το πρώτο τέκνο το οποίο εβάπτισα ερχόμενος στην ενορία της Νέας Ηρακλείτσας ήταν το πρώτο του εγγόνι και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα και το δεύτερο. Κατά τον αγιασμό των Θεοφανείων περνούσα κάθε χρόνο να ραντίσω με αγιασμό την οικία του, τέλεσα τον αγιασμό δια την έναρξη του μεσιτικού του γραφείου και δύο φορές παρεκάθισα σε κάποια καφετέρια να πιω ένα καφέ αποδεχόμενος την πρόσκλησή του. Κατά την επίσκεψή σας την προηγούμενη εβδομάδα δείχνατε ενθουσιασμένος και μάλιστα είπατε ότι θα προτείνετε στο ΔΣ του δήμου Παγγαίου, την ανάπλαση του λόφου από την Δημοτική αρχή, το οποίο και ευχηθήκαμε.

    Άλλωστε δια το καλό του τόπου πασχίζουμε όλοι μας και ιδιαιτέρως εμείς που ζούμε στην Νέα Ηρακλείτσα, μη όντες αυτόχθονες, βιώνοντες το ρητό «όπου γης και πατρίς» που σημαίνει ότι κάθε τόπος μπορεί να γίνει η μόνιμη διαμονή σου και να νιώθεις εκεί τόσο καλά, όσο και στην πατρίδα σου.

    Πραγματικά αναρωτιέμαι τι σας ώθησε σε αυτή τη πράξη συνεπικουρούμενος βέβαια από την εδώ και μία δεκαετία (από της ιδρύσεως του σωματείου της) προέδρου του εαυτού της και ουδέποτε όπου γης Ηρακλειτσιανών αλλά και από τον έτερο κάτοικο Παληού που προφορικά και γραπτά διατείνεται γιατί στην Ηρακλείτσα υπάρχουν τρείς εκκλησίες και όχι ένα σχολείο.

    Κύριε πρόεδρε της μείζονος αντιπολίτευσης του δήμου μας, αναρωτιέμαι πως κοιμηθήκατε χθες και πως θα κοιμόσασταν σήμερα αν ο εφημέριος της ενορίας σας διανυκτέρευε σήμερα στο κρατητήριο.

    Και αν όλα αυτά γίνονται για να αλιεύσετε την μία και μοναδική ψήφο της ασεβούς ορχηστρίδος αυτή την στιγμή, της εύχομαι να μακροημερεύει μέχρι την επόμενη εκλογική αναμέτρηση ώστε να σας την παράσχει εκ της καρδίας της. Καθώς και σας προκαλώ να διερευνήσετε αν οι ψηφοφόροι που επηρεάζει ξεπερνούν τα δέκα δάχτυλα των δύο χεριών της. Να σας αναφέρω, όμως, ότι η Ηρακλείτσα των προγόνων σας δεν έχει καμία ομοιότητα με τη σημερινή Ηρακλείτσα της ανοικοδομήσεως και των αντιπαροχών, διότι η εν λόγω κυρία (

    😉

    διατείνεται, επίσης, ότι καταστρέφουμε τον λόφο των προγόνων της. Αλήθεια, δεν είδα επί των ημερών σας, ως προέδρου της τότε κοινότητος, την δεκαετία του 90, να χαρακτηρίζεται ένα κομμάτι ως παραδοσιακός οικισμός ή παλιό χωριό όπως συμβαίνει σε αρκετές πόλεις.

    Ίσα ίσα για βιοποριστικούς λόγους και καλά έκανε, τα έδωσε όλα αντιπαροχή και μιας και μιλάει για απληστία, ο νυν εφημέριος της Νέας Ηρακλείτσας δεν αδίκησε κανένα ορφανό αφαρπάζοντας την πατρική του περιουσία. Γιατί δεν κράτησε την οικία των γονέων της να έχει να θυμάται; Και να κάνω και μία δημόσια απολογία.

    Όταν ήρθα εφημέριος σε αυτόν τον τόπο, της είπα να προσπαθήσει να διαψεύσει την εικόνα της για να αρχίσει ο κόσμος να την συμπαθεί. Στου κουφού την πόρτα όμως…Όσο για τη δημιουργία σχολείου, υπόσχομαι ενώπιον θεού και ανθρώπων, αν η πηγή του σκανδάλου, η οποία σας χρησιμοποιεί αυτή την στιγμή και η οποία διάγει το 75 έτος της ηλικίας της, αξιωθεί της μητρότητος, υπόσχομαι να αναλάβει το εκκλησιαστικό συμβούλιο την ανέγερση εκ θεμελίων και την ολοκλήρωση ενός τέτοιου μεγάλου έργου και την δωρεά του στον τόπο μας. ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΑΣ ΟΜΩΣ, ΟΤΙ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΦΟΡΑ ΔΕΝ ΘΑ ΚΑΝΕΤΕ ΑΓΩΝΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΕΙ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΝΑ ΜΕΤΑΦΕΡΘΕΙ ΣΕ ΑΛΛΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ, όπως με πληροφόρησαν σήμερα πολλοί συντοπίτες σας.

    Τελειώνω με μία συμβουλή, καθότι πατήρ. Εγώ και η εγκληματική αυτή φυσιογνωμία του τόπου μας, ότι και να πάθει το κουφάρι μας δεν θα κλάψει κανείς. Εσείς όμως έχετε οικογένεια, παιδιά και εγγόνια. Προστρέξτε στην χάρη της Παναγίας της Φανερωμένης, της Παναγίας των προγόνων μας και μην την πολεμάτε … ζητήστε τη χάρη και την προστασία της για να χαρείτε την οικογένεια σας και να σας χαρεί και εκείνη. Διότι το κάρβουνο και καίει και μουτζουρώνει. Όλοι μας θα μείνουμε στην ιστορία, μια ιστορία όμως που την γράψαμε εμείς οι ίδιοι. Εκτός αν δεν σας απασχολεί η υστεροφημία σας.

  4. Ο/Η laskaratos λέει:

    https://www.newsbreak.gr/politiki/190779/apokalypsi-o-ieronymos-arnithike-na-pareyrethei-se-deipno-kai-parelasi/

    Η ΘΡΗΣΚΟΛΗΨΙΑ
    ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ
    (Β΄ ΜΕΡΟΣ)

    28 Μαΐ 2012 από Σιμόπουλος Κυριάκος

    Επιστρέψτε στο Α΄μέρος τού άρθρου
    κάνοντας κλικ εδώ.
    https://www.freeinquiry.gr/articles/erevnes/i-thriskolipsia-toy-makrygianni/2734.html

    «Τρέξε, σε θέλει γρήγορα η Ελένη.
    Ποια Ελένη; τής λέγω.
    Η μητέρα τού Κωνσταντίνου,
    τού σημαιοφόρου τού σταυρού.»

    «Και τότε έδωσε ο Χριστός τής Θεοτόκος ένα δαχτυλίδι,
    και η Θεοτόκο τής γυναικός όπου με φωτίζει,
    και τής είπε να μού το δώσει εμένα,
    και μού τό΄δωσε και το έχω ως τώρα.»

    «Τότε μού λέγει τρεις φορές (σ.σ. ο θεός):
    Γιάννη, Γιάννη και Αγιάννη, ήρθα και μόνος μου
    κάτω εις την οικίαν σου. Δεν απόλαψε άλλος
    τοιούτως σε τούτην την ζωή. Μόνον εσύ.»

    Στρατηγού Μακρυγιάννη: «Οράματα και Θάματα»

    Ο Μακρυγιάννης βυθίζεται στον σελαγισμό τού υπερκόσμιου τοπίου. «Νύχτα και ημέρα βλέπω όθεν στέκω ένα φως… τηράγω απάνω βλέπω την αγίαν Τριάδα κατάμαυρη και ο εσταυρωμένος εις την μέση» (σ. 102, 191, 192). Εξουθενωτικό παραλήρημα. «Αυτό βλέποντας… εχάθηκα όλως δια όλου και θάμπωσε το μυαλό μου και τα μάτια μου δεν έβλεπαν ανοιχτά τα θάματα (σ. 194)… και το κεφάλι μου χτυπάγει και με ξίδι το βρέχω και μυρίζομαι. Βήκα και τούτην την νύχτα και τηράγω τον ουρανόν και βλέπω… όσα έβλεπα μέσα και ένα μεγάλον σταυρόν και έφεγγε. Και τελείωσα και μπήκα μέσα, ότι κουράστηκα πολύ» (σ. 195). Βλέπει ακόμα, πως πέθανε και αναστήθηκε «ως τον Λάζαρον» (σ. 141).


    Η ετοιμοθάνατη γυναίκα του νεκρανασταίνεται με θαυμαστό τρόπο ύστερα από δέηση τού Μακρυγιάννη στην Παναγία. Γράφει με αίσθημα υπεροχής και οίκτου απέναντι στους γιατρούς. «Ήρθαν οι παπάδες, διάβασαν, και σηκώθη εντελώς, ήρθαν ιατροί, μού είπαν έγινε μεταβολή. Εγώ δεν τους είπα τίποτας απ΄αυτά. Τους πλέρωσα και τους ευκαρίστησα, κι εγώ και ο άρρωστος γνωρίσαμεν τον αληθόν γιατρόν» (Οράμ., σ. 134).

    «Καλιγωμένη γάτα» ο Σατανάς

    Ζει σε αποκαλυπτική ατμόσφαιρα. Οραματίζεται στα σκοτεινά. Βλέπει και το
    Σατανά. Κακομούτσουνος και ήθελε να τόν «μαγαρίσει». Αλλά τον ξόρκισαν οι άγιοι. «Σύρε εις το πύρι το εξώτερο… ήτον και ένας γάιδαρος και μού κούναγε τό κεφάλι του». Ο πειρασμός (σ. 152. Μια άλλη φορά ο Σατανάς εμφανίζεται στον Μακρυγιάννη μεταμορφωμένος σε «καλιγωμένη γάτα», σ. 128). Ταξιδεύει στην Τήνο πετώντας πάνω σε ένα σεντόνι ή σε πανί, πανί καραβίσιο (σ. 72, 85, 119). Μέ μαγικό τρόπο φθάνει στην Αγιά Σοφιά και στον Άγιο Τάφο. Με συντροφιά τον θεό και τον Χριστό (σ. 140). Στό ναό τής Τήνου ακούει τις εικόνες να τρίζουν. Οι ίδιοι τριγμοί και στο εικονοστάσι τού σπιτιού του (σ. 49).

    Οι συνάξεις των ιερών ενοίκων τής σάλας του

    Η Ελλάδα διατελεί υπό την προστασία τού θεού, η Αθήνα είναι πρωτεύουσα τού ουράνιου βασιλείου, το σπίτι τού Μακρυγιάννη έχει ορισθεί με θεϊκή βούληση «καθέντρα» τού παντοκράτορα, τής Θεοτόκου και των αγίων (σ. 61,88, 101,111, 154). Κάθε τόσο πραγματοποιείται στη σάλα τού Μακρυγιάννη κάποια ιερή σύναξη. Εκεί γίνεται και η Ανάσταση (σ. 138). Κι όταν πρόκειται να εγκαταλείψουν την «καθέντρα» οι ουράνιοι ένοικοι, ο θεός, ο Χριστός και η Παναγία για περιοδεία, ειδοποιόταν εγκαίρως ο Μακρυγιάννης. «Ο αφέντης θα λείψει τρεις μέρες, πάγει στην Φραγκιά» (σ. 140), η Παναγία πήγε στην Τήνο, «στο σπίτι της».

    Ο Γιαχβέ «ταχταρίζει» το γιο του

    Ο Μακρυγιάννης είναι πια μέλος τής θεϊκής οικογένειας. Τον μεταλαβαίνει ο Άγιος Βασίλειος και τού δίνει άρτον – «μόνον εμένα» (σ. 85). Είναι «καθέντρα» στο σπίτι σου, λέει ο Χριστός. Κι όσοι σε κατατρέχουν -και σένα και την πατριδα σου και τη θρησκεία σου- «πάνε κόντρα τής θελήσεὡς μου» (σ. 85). Η Παναγία και οι άγιοι δίνουν οδηγίες και πληροφορίες στον Μακρυγιάννη. Ορίζουν πότε θα βαφτιστούν τα νεογέννητα παιδιά του, τα ονόματα, τους αναδόχους (σ. 87). Όταν αρρώστησε η γυναίκα του, φρόντιζαν τα νήπια οι επουράνιες δυνάμεις. «Πήγαινε η χάρη της και έπαιρνε το Δημήτρη εις τα χέρια και η αγία Κατερίνη το άλλο, και τα συγύριζεν (σ. 122). Είδε το θεό να «ταχταρίζει» ένα από τα παιδιά του, «να το παίρνει εις τα χέρια του και να τον ευλογάει και να τον χαϊδεύει και να γελάει» (σ. 141).

    Άλλοτε τον επικρίνουν ζωηρά, γιατι δέν συνευρίσκεται με τη γυναίκα του -«αυτό δέν είναι αμάρτημα… είναι το πρώτον μυστήριο τού θεού» (σ. 77-104)- άλλοτε τον αποτρέπουν -«με ζύγωσαν κοντά οι άγιοι. Μού είπαν αλάργα»- τον πιέζουν να ράψει καινούργια ενδυμασία – «Γιάννη, να φκιάσεις τής φαμελιάς σου ένα φόρεμα και να φκιάσεις και δικιά σου» (σ. 138).

    Χαφιέδες ουράνιοι προστάτες

    Τον ενημερώνουν για τα πολιτικά παρασκήνια, για τα τεκταινόμενα στο παλάτι, για τις επιβουλές. Είναι πράκτορες και πληροφοριοδότες του – «τα μάθαινα και από τους αγίους» (σ. 75). Ο θεός είναι πολιτικός του σύμβουλος και σύμμαχος, επεμβαίνει στις κομματικές διαμάχες και κατατρέχει τους εχθρούς τού Μακρυγιάννη. «Ο θεός νεκρώνει και οργίζεται τον Μαυροκορδάτο και Κωλέτη» (σ. 83, 126-127). Οι άγιοι τον προειδοποιούν για συνωμοσίες, κινήματα, δολοφονίες (σ. 86).

    Έχει αναπτυχθεί μεγάλη οικειότητα ανάμεσα στον Μακρυγιάννη και τους ουράνιους προστάτες του, «Εγώ αναχωρώ Γιάννη», τού λέει ο Χριστός (σ. 72). Οι άγιοι χωρατεύουν μαζί του (σ. 95). Η Παναγία τού δίνει μια «κατακεφαλιά» (σ. 142). Έρχεται μια γυναίκα και λέει στον Μακρυγιάννη: «Τρέξε, σε θέλει γρήγορα η Ελένη. Ποια Ελένη; τής λέγω. Η μητέρα τού Κωνσταντίνου, τού σημαιοφόρου τού σταυρού» (σ. 131).

    Δρ Γιαχβέ και άγιοι γιατροί

    Η Παναγία και οι άγιοι έχουν αναλάβει και την ιατρική περίθαλψη τής οικογένειας Μακρυγιάννη. Δεν πιστεύει ο στρατηγός στην ιατρική επιστήμη. Ένας είναι ο γιατρος ο μεγάλος, ο θεός (σ. 43). Θεράποντες ιατροί ο Χριστός, η Παναγία, οι άγιοι. «Με κάτι με άλειψαν και μού΄δωσαν και ήπια και μού πέρασε (σ. 71)… κάτι μού έκαμεν και μού΄παψε (σ. 76)… και με πότισεν ένα γιατρικόν η χάρη της, ότ΄είχα βάρος εις την καρδιά μου, και έγινα καλύτερα» (σ. 118). Ο Χριστός και ο άγιος Στυλιανός πραγματοποιούν εγχείριση στο μαστό τής γυναίκας τού Μακρυγιάννη.

    Αυτοτιμωρίες, αυτοβασανισμοί

    Φαντασιώσεις και πραγματικότητα διαπλέκονται αξεδιάλυτες. Καμμιά αμφιβολία, κανένας δισταγμός για τον Μακρυγιάννη. Όσο πληθαίνουν τα οράματα τόσο μεγαλώνει η επιθυμία του για ασκητική ζωή, αυτοτιμωρία, αυτοβασανισμό. Πιό πυκνές οι προσευχές, σκληρότερες οι νηστείες, πολλαπλασιάζονται οι γονυκλισίες και οι μετάνοιες. Είναι ο αίρων τας αμαρτίας. Θυσία και αυτοσυντριβή «δια το χατήρι τής ματοκυλισμένης μου πατρίδος και θρησκείας». Οίκτο βαθύ νιώθει η Παναγία για τον αυτοβασανισμό τού Μακρυγιάννη: «…τρύπησαν τα γόνατά του και τα χέρια του και σάπισαν τα σανίδια από τα κλάματά του. Τήρα το σανίδι πώς είναι» (σ. 100). Συνοδεύει με θρήνο τις επικλήσεις του. «Άρχισα εγώ και έκλαιγα και τώρα όπου σάς γράφω μουσκεύω το ίδιον το χαρτί (σ. 139)… τρέχαν βρύση δάκρυα καυτερά … με ποταμούς δάκρυα» (σ. 213).

    2.300 μετάνοιες τις καθημερινές, 4.660 τις επίσημες αργίες

    Ώρες ολόκληρες γονατίζει κάτω από τα εικονίσματα κι επιδίδεται στη μονότονη και επίπονη κίνηση πάνω κάτω, εκατοντάδες, χιλιάδες φορές, ακουμπώντας τις παλάμες με αναγυρισμένα δάχτυλα στο πάτωμα: «…κάνω τέσσερες ώρες, αυγή και βράδυ, εις την προσευχή μου, και όταν θα φύγω έξω από το σπίτι μου, και όταν θα γυρίσω, και όταν θʼ αποφάγω» (σ. 192). Μεγάλη Τετάρτη και Μεγάλη Παρασκευή 2.300 μετάνοιες «το μερόνυχτον» (σ. 165). Κι όλο ανεβάζει τον αριθμό. Στις καθημερινές 2.300, διπλάσιες κατά τις «πίσημες
    ήμερες», δηλαδή 4.600 κάθε Κυριακή και γιορτή (σ, 213). Εξουθένωση. Δέεται, θρηνεί και δέρνεται: «…έκλαψα πικρά και βάρεσα πολλάκις τό κεφάλι
    μου» (σ. 300).

    Μάταιες οι προσπάθειες τής γυναίκας του να τον αναχαιτίσει. Κάποτε, που τον μάλωσε για την πολύωρη αυτή ενασχόληση, που παρατεινόταν και κατά τις νυχτερινές ώρες, τήν ξυλοφόρτωσε άγρια. «Απάνθρωπο κάμωμα», γράφει ο ίδιος «Αφού δεν την τελείωσα, την έδιωξα κάτω εις τον πάτο, να κάτσει και να μην την βλέπω». Απελπισμένη η γυναίκα, ύστερα από την προσβολή και την ταπείνωση, αποφασίζει να αυτοκτονήσει. Απορεί ο Μακρυγιάννης. «Ποιον πράμα σε βάρυνα, όπου μού είπες δια την προσευκή μου; Προσευκόμουν ως
    χριστιανός εις τις εικόνες τού θεού και τής βασιλείας του. Εσύ, αν νύσταζες, να πέσεις να κοιμηθείς. Τι κακόν έκαμα, όπου θέλησες να φαρμακωθείς;» (σ. 117). Ο Μακρυγιάννης ζει στο δικό του κόσμο. Έκδηλος ο διχασμός.

    Αλλά είχε και η γυναίκα του αρρώστειες από μαγικούς καταδέσμους. «Τής έχουν κάμωμα καμωμένο δαιμονικόν (σ. 44). Και από τις συχνές τρομάρες», εξ αιτίας των κατατρεγμών, «κατήνταινε η γυναίκα εις κίντυνον και εις σεληνισαμόν» (σ. 105). Δώδεκα τοκετοί, εφτά παιδιά πεθαμένα. Και αδιάκοπες συζυγικές έριδες. Φταίνε τα μάγια, αποφαίνεται ο Μακρυγιάννης. «Καθώς μάς έκαμαν με κείνα τα πειρασμικά, ψωμί δέν τρώγαμεν γλυκό» (σ. 71).

    Επίτροπος τού Γιαχβέ ο Μακρυγιάννης

    Και περνά στην τελευταία φάση τής δοκιμασίας, τη λυτρωτική και θριαμβική. «Πατρίδα και θρησκεία» από το κακό στο χειρότερο. Τα βάσανα των «τίμιων ανθρώπων» δέν έχουν τελειωμό. Στα δημόσια πράγματα «δόλος κι απάτη». Η πολιτική ηγεσία βουτηγμένη στη διαφθορά. Το παλάτι φωλέα τυράννων. Οι κυβερνώντες, δυνάστες. Θα ‘ρθει, όμως, η ώρα τού κολασμού. (Σ.σ. Την περίοδο όμως, που ο Μακρυγιάννης επιχειρούσε να προσεταιρισθεί το βασιλιά, έλεγε: «Σήμερα ξαναγεννιέται η πατρίδα και ανασταίνεται, όπου ήταν τόσον καιρόν χαμένη και σβησμένη. Σήμερα ανασταίνονται οι αγωνισταί, πολιτικοί, θρησκευτικοί και στρατιωτικοί, ότι ήρθε ο βασιλέας μας, που αποχτήσαμε με την δύναμη τού θεού. Δόξα να ‘χει το πανάγαθό σου όνομα, Κύριε, παντοδύναμε, πολυέλαιγε, πολυεύσπλαχνε». Βάφτισε δε και το γιο του Όθωνα).

    Ο Μακρυγιάννης είναι το καλό τέκνο τής πατρίδας, ο αγνός πατριώτης, που έχει την ευλογία των θεϊκών δυνάμεων, ευλαβικός, ελεήμων και φιλάνθρωπος. Με την «τιμιότητα κι αρετή», αλλά και με τον ασκητικό βίο, τις προσευχές και τις μετάνοιες, έχει εξασφαλίσει τη συμπαράσταση των ουρανών. Αν δέν υπάρχει επίγεια δικαιοσύνη, υπάρχει η δικαιοσύνη τού θεού. Το μεγάλο, το ύστατο κριτήριο. Κι ο Μακρυγιάννης ο δίκαιος θα γίνει δικαιοκρίτης.

    Είχε, άλλωστε, προϊδεάσει τον Μακρυγιάννη ο ίδιος ο θεός από καιρό για τον διορισμό του στο αξίωμα τού δικαιοκρίτη. «Είσαι ο πρόδρομος τής πιτροπής όπου θα συστήσω, όποτε είναι η ώρα (σελ. 140)… Γιάννη, Γιάννη, εσύ ‘σαι ο επίτροπος τής βασιλείας μου» (σ. 149). Επίτροπος τού θεού, εκπρόσωπός του.

    Ανεβαίνει στους ουρανούς

    Και φθάνουμε στην κορύφωση, στη μεγάλη Δίκη. Ο Μακρυγιάννης ανεβαίνει στους ουρανούς για να παρακολουθήσει το θεϊκό κριτήριο. Τον τοποθετούν εκ δεξιών τού πατρός, ανάμεσα στον παντοκράτορα και τον Χριστό. Ύστερα οδηγούνται μπροστά «εις το κριτήριον το ανώτατο» ο Όθων και η Αμαλία μαζί με τους συνεργάτες τους και άλλοι απλοί αμαρτωλοί. «Τότε γύμνωσαν τον βασιλέα μας και βασίλισσά μας (η έσχατη καταφρόνηση) μπροστά εις τον αφέντη μας… το ίδιον και τους οπαδούς του και άλλους πολλούς ξένους» (σ. 202). Κι όλοι γκρεμίστηκαν στο πύρινο στομα τού Άδη τού «αχόρταγου» για αιώνιο βασανισμό. «Και εκεί άνοιξε το θερίον το μεγάλο του στόμα και τους έριξαν, και μέσα εις αυτήνη την φωτιά ήταν και ανέμες με τσιγκέλια και καιγόταν και πιασμένοι και φώναζαν» (σ. 202).

    Ο Γιαχβέ στεφανώνει τον Μακρυγιάννη

    Ακολουθεί η «αποθέωση» τού Μακρυγιάννη. Τον οδηγούν στο θρόνο τού Χριστού. Κι εκεί ενθρονισμένο τον στεφανώνει ο ίδιος ο θεός και τον υιοθετεί. «Τέκνο εδικό μου… και αδελφός τού μονογενή μου» (σ. 203). Ο παντοκράτορας εναποθέτει το δικό του στέμμα στην κεφαλή τού Μακρυγιάννη και τού παραδίνει τα σύμβολα τής αγιοσύνης. «Και τότε βγαίνει την κορόνα από το κεφάλι του ο αφέντης μας και μού την βάνει, και μού δίνει και τον σταυρόν οπού ΄χε εις το χέρι του… μού δινει και ένα λαμπρό σπαθί… έβγαλε ο αφέντης μας ένα λαμπρόν δισκοπότηρον και με μετάλαβαν και μού το΄δωσε» (σ. 203).

    Στέψη στο ουράνιο δώμα, Μακρυγιάννης ο τροπαιοφόρος, Υιός Θεού, «συνεταίρος» τού Χριστού, ο δεύτερος Χριστός, με κορόνα, σταυρό και σπαθί. Είναι ο τρίτος τή τάξει και με εξουσία και παντοδυναμία παραχωρημένη επίσημα από το θεό, «ο λόγος σου είναι λόγος μου και υπόσχεσή μου» -και μάλιστα κληρονομική με διαθήκη τού Αφέντη των Ουρανών- «και η ʽπόσχεσή μου είναι δική σου και των τέκνων, εις γενεά σέ γενεές». Μακρυγιάννης ο θεοφόρος, ο θεήλατος. Και η θεϊκή ετυμηγορία, με γράμματα «λαμπυρά» στο στήθος τού στρατηγού. «Η αρετή σου και ο ΄πέρτατός σου αγώνας… μόνος είσαι σύ…» (σ. 210). Ο Μακρυγιάννης, στον θρόνο, εγκαινιάζει νέα δυναστεία, κληρονομική, το βασίλειο τού θεού. Το ελληνικό παραμύθι μεταπλάθεται και εντάσσεται στις παραισθήσεις και τις θρησκευτικές φαντασιώσεις τού Μακρυγιάννη και παίρνει άλλη διάσταση.

    Αυτή είναι περίπου η πορεία, που ακολούθησε η θρησκοληψία τού Μακρυγιάννη από τα όνειρα ως τις παραισθήσεις. Μια αλληλοδιαδοχή από ψυχωτικές και ιδεοληπτικές κρίσεις. Αδυναμία προσαρμογής, εγωκεντρική ψυχολογία, μεγαλομανία, υπέρμετρη φιλοδοξία. Τα θρησκευτικά βιώματα φθάνουν στο έσχατο πάθος, στο παρανάλωμα.


    Ο Μακρυγιάννης δεν περιοριζόταν στην καταγραφή των οπτασιών του. Διηγόταν παντού τα θαύματα και τα σημαδιακά, που έβλεπε. Η θρησκοληψία του ήταν πασίγνωστη στην Αθήνα. Έχουμε την παρα- πλεύρως έμμετρη μαρτυρία τού Αλ. Σούτζου, έξη χρόνια πριν αρχίσει η συγγραφή των Οραμάτων.

    Η μαγεία εντάσσεται στην πολιτική όραση τού Μακρυγιάννη

    Είναι όπλο αμυντικό και επιθετικό. «Λένε, πως έχω και μάγισσες». «Έχει ο Μακρυγιάννης μάγους και τον οδηγάνε». Πιστεύει, ότι οι αντιπαλοί του, ο Κωλέτης λ.χ. και το παλάτι, χρησιμοποιούν μάγους, για να τον αφανίσουν κι ότι καταφεύγουν σε μυστηριώδη μαντικά εργαλεία. «Τότε θέλησαν να βρούνε κι αυτείνοι μάγισσες να μαθαίνουν και ήφεραν από την Τουρκία έναν τούρκον δερβίση και μιαν οβριά από τη Χαλκίδα» (Οράμ., σ. 66, 133)… με μαγείες όπου εργάζονται εις το παλάτι… και βλέπουν με καθρέφτες δια τον κάθε έναν τι φρονεί και τι δύναμιν έχει και είδαν και δια τ΄εμένα» (σ. 172). Μυστικές τελετουργίες γίνονται τη νύχτα από την οικογένεια τού Μακρυγιάννη στο ιερό μιας εκκλησίας για θεραπευτικούς σκοπούς (σ. 123-124). Είναι οι προαιώνιες μαγικές συνήθειες, δεισιδαιμονίες, μαγικές τελετές και συμβολικές πράξεις.

    Ο γιατρός Π. Σούτσος δεν αμφιβάλλει διόλου, πως ο Μακρυγιαννης είναι φρενοβλαβής. «Από όσα με είπον οι οικείοι του και από όσα άκουσα εγώ εσχημάτισα την πεποίθησιν, ότι ήτο παράφρων, διότι πότε εζήτει το φέσι του, δια να εξέλθη και αφού τού το έδιδον το ελησμόνει, πότε εζήτει τα ενδύματά του και όταν τού τα έδιδον, δεν ενθυμείτο πλέον. Τον ήκουσα να ερωτά την θυγατέρα του αν βλέπει λαμπάδες αναμμένες και ένα σταυρόν εις μίαν γωνιάν της οροφής τού δωματίου του, ενώ τοιαύτα δεν υπήρχον». (Η δίκη τού στρατηγού Μακρυγιάννη, εισαγ., επιμ., σχόλ. Ε. Πρωτοψάλτη, Αθήνα, 1963, σ. 46-47).

    Η θρησκοληψία εξελίσσεται σε θρησκευτικό παραλήρημα

    Αυτό βεβαιώνεται από μια σειρά αξιόπιστων μαρτυριών. Ήταν η εποχή, που κατέγραφε τις οπτασίες του. Ο γιατρός Π. Σούτσος κατέθεσε στις 3 Μαρτίου 1852, ότι ο Μακρυγιαννης βρισκόταν «εις κατάστασιν μονομανίας από θρησκευτικάς αιτίας, διότι καθ΄όσον επληροφορήθην, επροσηύχετο δια πολλήν ώραν και έμεινε πολλάκις εν τέταρτον με την κεφαλήν εις την γην, ένω έκαμνε μετάνοιας» (σ. 47).

    Όχι επί ένα τέταρτο, αλλά ώρες ολόκληρες, κατέθεσε ένας άλλος γιατρός, ο Αλ. Βενιζέλος. Όταν προσευχόταν έπεφτε μπρούμυτα. Κι όταν κάποτε προσπάθησε να τον ανασηκώσει ο συγγενής του, Δημ. Σκουζές, «τον απεδίωξεν αποτόμως και υβριστικώς ονομάσας αυτόν άθεον» (σ. 55).

    Ο αξιωματικός τής φρουράς, Αθ. Λέκας, που είχε εγκατασταθεί στο σπίτι τού στρατηγού και είχε την ευκαιρία να παρακολουθεί από κοντά τις συνήθειες και τη συμπεριφορά του, κατέθεσε στον ανακριτή: «Ο Μακρυγιάννης, πρωί, μεσημέρι και βράδυ κατεγίνετο εις τις μετάνοιες, το σπίτι του το είχεν ως εκκλησίαν, υπεχρέου τα παιδιά και την σύζυγόν του και έκαμναν μετ΄αυτού προσευχάς και μετανοίας». Έβριζε τις θυγατέρες του αποκαλώντας τες «πουτάνες» (σ. 339). «Με παρεπονείτο πολλάκις, ότι υποφέρει από τις πληγές τού πολέμου. Ύβριζε την γυναίκα του τακτικά, ήτο μελαγχολικός και σκεπτικός, εζήτει παρʼ εμού να τού κάμνω το σχήμα, διότι ήτο ανώτερος αξιωματικός. Έμενε το βράδυ χωρίς φως» (σ. 482).

    Ο Κωλέτης έστειλε μια μέρα στο σπίτι τού Μακρυγιάννη τον βουλευτή Τζαμάλα: «Επήγα και ηύρα τον Μακρυγιάννην εις ένα οδά κατάπυκνον από καπνόν θυμιάματος, προσευχόμενον. Με έκαμε δε νόημα με το χέρι του να καθήσω έξω και κάθησα εις την αίθουσαν όπου επρόσμενα πλέον τής μιας ώρας και μολονότι τού είχα ειπεί να εξέλθη, δεν ήλθε παρά αφού ετελείωσε τας προσευχάς του» (σ. 483).

    Σημαντικότερη ωστόσο και πιο ουσιαστική είναι η μαρτυρία τής συζύγου τού Μακρυγιάννη:
    «Κατεκλείετο εις το δωμάτιον επί πολλάς συνεχώς ώρας, προσηύχετο και έκαμνε μετάνοιες, τροφήν ελάμβανεν ολίγην και ήθελε να
    τρώγη μόνος του». Κι όταν αρρώστησε σοβαρά ο γιός του «έδειχνε πολλήν αδιαφορίαν, ενώ ο υιός μας εκινδύνευεν, μένων πάντοτε έγκλειστος εις το δωμάτιόν του προσευχόμενος». Ήταν σίγουρος, πως ο άρρωστος θα γίνει καλά με θεϊκή επέμβαση.

    Έλεγε στη σύζυγό του να διώξει τους γιατρούς: «Βρε γυναίκα, μη λυπάσαι, εγώ έχω τόν Αφέντη και την Κυρά και θα τον ιατρεύσουν». «Υπέθετον δε εγώ, ότι ηννόει τον Χριστόν και την Παναγιά και με έλεγε να αποβάλω τους ιατρούς… όλην δε την νύκτα και τας τρεις άλλας προηγούμενας νύκτας παρεμίλει, τα δε παραμιλητά του ηκούαμεν εγώ και η συνυφάδα μου Στάθαινα… Την δε νύκτα αίφνης έρριψε φωνάς φωνάζων και υβρίζων, έτρεξα εις το δωμάτιόν του και αυτός, άμα με είδε, με είπε να τον κρύψω εις την ντουλάπα, και άλλοτε εις το φορτζέρι, τα δε μάτια του ήταν εξαγριωμένα, ώστε έπαιρνε τον άνθρωπον τρομάρα, το δε πρόσωπόν του ήτο όλον ερεθισμένον. Τού έλεγα να τάξη εις την Παναγιάν, και αυτός με έλεγε: “Εγώ την Παναγιάν και τον Χριστόν τους έχω εδώ“».

    Κάλεσε η Μακρυγιάνναινα τον παπα-Γιώργη για αγιασμό. «Δεν τόν ανέβασα δε εις το επάνω πάτωμα, δια να μην ιδή τον Μακρυγιάννην παραφρονούντα, διότι δεν ήθελον να διαδοθή, ότι ο Μακρυγιάννης προσεβλήθη εις τας φρένας». Αρνήθηκε να εξομολογηθεί και να μεταλάβει τη Μεγάλη Παρασκευή λέγοντας στη γυναίκα του, «ότι τον εξωμολόγησε και τον μετάλαβε, δυο φοράς μάλιστα, ο Αφέντης και η Κυρά».

    «Το εσπέρας μάς εσύναξεν όλους, μάς υπεχρέωσε να στολισθώμεν, μάς είπε και επήραμεν ένα δίσκον με τρία ποτήρια και το γλυκόν, μάς υπεχρέωσε να ανάψωμεν κηρία και αφού ανάψαμεν πολλά φώτα ακολουθούντες την παραγγελίαν του, διότι εφοβούμεθα να κάμωμεν διαφορετικά δια να μη τον ερεθίσωμεν και να μη μάς κακοποιήσει και μάς έλεγεν, ότι περιμένει την Κυρά και τον Αφέντην και τους βασιλείς. Την στιγμήν ταύτην ήλθεν εις την οικίαν μας ο Σταμ. Βαλέζης (οικογενειακός φίλος των Μακρυγιάννηδων, ο οποίος κατέθεσε, ότι ρώτησε τους νοικοκυραίους σε τί οφείλονται αυτές οι εορταστικές ετοιμασίες. -Περιμένουμε τους αγγέλους, αρχαγγέλους και την κυρά την Παναγιά! απάντησε ο Μακρυγιάννης). Εισήλθεν εις το δωμάτιον
    τού Μακρυγιάννη δια να τον χαιρετίση. “Συ να πάρης το σπαθί και να υπάγης εις την θύραν και όστις έλθη να τον κόψης”. Την δε Παρασκευήν τής Λαμπρής εσύναξε τα παιδιά του και τα υπεχρέωσε και έκαμναν όλην την μέραν μετάνοιες» (σ. 324-328 και 337).

    Στο συνταγματάρχη και βουλευτή Σταυριανό Καπετανάκη είπε σε μια επίσκεψή του: «Σώπα, διότι έχω τον θεόν μέσα εις το δωμάτιον και τρώγει ψωμί» και άλλα τοιαύτα ανόητα παραλογίσματα (σ. 335). Αλλά και ο παπα-Γιώργης Πούλος, που έκανε αγιασμό στό σπίτι τού Μακρυγιάννη τον άκουσε «παραμιλούντα μεγαλοφώνως» (σ. 338).

    Ο Σταμ. Βαλέζης, δίνει σημαντικές πληροφορίες για τη νοσηρή θρησκοληψία τού στρατηγού: «Ειναι δε τόσον θεοβλαβής, ώστε αμφιβάλλω αν και αυτοί οι ερημίται καταγίνονται εις τα τής θρησκείας τοσούτον, διότι πολλάς συνεχώς ώρας και εγγονυκλίνετο έγκλειστος εις το ευκτήριον δωμάτιόν του, πολλάκις περιέμενον τα παιδιά του μέχρι τού μεσονυκτίου να τελειώση την προσευχήν του και να φάγουν και εκοιμώντο χωρίς να φάγουν» (σ. 357).

    Ο Μακρυγιάννης πιστεύει, πως ενσαρκώνει την Ελλάδα και σηκώνει τον σταυρό τού μαρτυρίου. Έχει παραισθήσεις, οραματισμούς, μυστικοπάθειες, ψευδαισθήσεις τής ακοής, αναχωρητική ψύχωση. Πιστεύει, πως είναι ο εκλεκτός τού θεού, ο «σημαιοφόρος» του (σ. 151), ο νέος εκπρόσωπός του επί τής γής. Θεόπνευστος σωτήρας τής «πατρίδας και θρησκείας», αλλά και ο μάρτυρας, που απαρνιέται τα ανθρώπινα (σ. 107) και προσφέρεται για κάθε θυσία (σ. 111).

    Άγιος και οσιομάρτυρας ο Μακρυγιάννης

    Θέλει νʼ αγιάσει ο Μακρυγιάννης. Και άγιασε. Ο ίδιος ο παντοκράτορας τον αποκαλεί άγιο. «Τότε μού λέγει τρεις φορές. Γιάννη, Γιάννη και Αγιάννη, ήρθα και μόνος μου κάτω εις την οικίαν σου. Δεν απόλαψε άλλος τοιούτως σε τούτην την ζωή. Μόνον εσύ» (σ. 100, 206). Ένας πολεμιστής άγιος, σαν τον Αη-Γιώργη ή τους νεομάρτυρες με τη φουστανέλα και το γιαταγάνι, άγιος μαχόμενος «με τη πέννα και με το πάλα». Άγιος και οσιομάρτυρας. «Μού ριχνουν πέτρες και με χτυπούν και μαγαρισές ανθρώπινες απάνω μου. «Φάγε απʼ αυτές, στρατηγέ Μακρυγιάννη, να χορτάσης όπου ʽθελες να κάμης σύνταμα». Και μʼ ανοίγουν τόσες νέες πληγές από τα χτυπήματα και τα αγκυλώματα. Και μέ πάγει ως την σήμερον το όμπυον, και αίμα από μπροστά και από πίσω. Εσάπισα, εσκουλήκιασα».

    Και μια σημαντική λεπτομέρεια: Η βασιλική εξουσία, που εισβάλλει στην κατοίκια του βρίσκει τον Μακρυγιάννη να προσεύχεται γονατιστός μπροστά στα εικονίσματα. Ο επικεφαλής μοίραρχος τον αναρπάζει και τον σέρνει στον Μεντρεσέ.

    Απαράλλαχτα, όπως στα γνώριμά του συναξάρια, στις τοιχογραφίες των ναών και στα εικονίσματα με τους χριστιανούς μάρτυρες.

    Σημείωση:


    Το παραπάνω κείμενο αποτελείται από αποσπάσματα από το βιβλίο: Ιδεολογία και αξιοπιστία τού Μακρυγιάννη.

    Ο τίτλος, ο πρόλογος, οι φωτογραφίες και οι υπότιτλοι είναι τής «Ελεύθερης Έρευνας».

    Τα βίντεο προέρχονται από τη σειρά
    «Αναζητώντας τον Μακρυγιάννη» τής Γιώτας Μόγια.

  5. Ο/Η laskaratos λέει:

    http://istorika-ntokoumenta.blogspot.com/2019/03/blog-post_12.html

    Ο Μακρυγιάννης χωρίς φωτοστέφανο – ΑΓΙΟΣ Ή ΔΙΑΒΟΛΟΣ;

    ΑΠΌ GIORGIS ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ: 7:38 Μ.Μ.

    Απομυθοποίηση των πεπραγμένων του θρυλικού στρατηγού μέσα από τα «Απομνημονεύματά» του. Ακόμη κι όταν με τα γραφόμενα του επιχειρεί να συγκαλύψει την αλήθεια, αυτή αναφαίνεται πίσω από τις λέξεις

    Του Θεόδωρου Παναγόπουλου, Πρώην δικαστικού – «Αιρετικά»

    Ο στρατηγός Γιάννης Μακρυγιάννης είναι ξεχωριστή, ιδιότυπη περίπτωση του αγώνα της ανεξαρτησίας και έχει απασχολήσει όσο κανένας άλλος, με εξαίρεση ίσως τον Θόδωρο Κολοκοτρώνη, την ιστοριογραφία της επανάστασης.

    Η φήμη και η αξία του δεν οφείλονται στην πολεμική του δράση κυρίως, η οποία ωστόσο δεν ήταν αμελητέα, όσο στη μεταθανάτια μυθοποίησή του από τον λόγιο συμπατριώτη του Γιάννη Βλαχογιάννη, ο οποίος ανακάλυψε και έφερε στο φως τα «Απομνημονεύματά» του, και στην εν συνεχεία υποστήριξή του από κάποια «ιερά τέρατα» (Παλαμάς, Σεφέρης, Ελύτης, Βενέζης, Θεοτοκάς, Αορεντζάτος, Περάνθης) της ελληνικής διανόησης, την άποψη των οποίων κανείς δεν τόλμησε να αμφισβητήσει.
    Μάλιστα δε, ο Γεώργιος Σαββίδης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ζήτησε από την Εκκλησία της Ελλάδος να ανακηρύξει τον Μακρυγιάννη άγιο!

    Χάρη σε αυτή την προβολή και κυρίως εξαιτίας της ιδιομορφίας της γραφής του βγήκε από την αφάνεια.
    Σχεδόν όλοι όσοι καταπιάστηκαν με το έργο του περιορίστηκαν στον Μακρυγιάννη γραφιά αναφορικά με το είδος, το ύφος, την ιδιομορφία της γλώσσας του. Ελάχιστοι και περιορισμένα με τον άνθρωπο Μακρυγιάννη, με τον χαρακτήρα του, το ήθος του, τη συμπεριφορά του, την πολιτική του δράση, τις αρετές του -αν διέθετε-, τα ελαττώματά του, τη συμμετοχή του και την προσφορά του στον αγώνα της ανεξαρτησίας. Ολοι κοίταζαν το δέντρο και δεν πρόσεξαν το δάσος.

    Μισθοφόρος, νταής, υποκριτής και φιλοχρήματος

    Ο Μακρυγιάννης (Κροκύλειο Φωκίδας 1797 – Αθήνα 27 Απριλίου 1864) οικογενειακό επώνυμο Τριανταφύλλου) εμφανίστηκε στη δημόσια σκηνή της επανάστασης ουσιαστικά στο τέλος του 1823, όταν κατέβηκε για πρώτη φορά στην Πελοπόννησο και άρχισε να αναμειγνύεται στις κομματικές διαμάχες εκείνης της περιόδου για να συμμετάσχει στη συνέχεια στον εμφύλιο πόλεμο (1824-1825) με τα ρουμελιώτικα στρατεύματα, υπό την αρχηγία του Ιωάννη Κωλέττη, ως αρχηγός της φρουράς του και θησαυροφύλακάς του.

    Ετσι από τη μια μέρα στην άλλη έγινε από χιλίαρχος, αντιστράτηγος, στρατηγός σε αντάλλαγμα της απιστίας και της αποστασίας του, αφού πρόδωσε τους φίλους του και προσχώρησε στους αντιπάλους τους.
    Ο Κάρπος Παπαδόπουλος, συναγωνιστής του στα πεδία των μαχών, γράφει ότι ήταν «ο κυριότερος μοχλός του εμφύλιου πολέμου, που προκάλεσε τον αφανισμό του Μόριά». Μέχρι τότε ήταν ένας ασήμαντος μικροκαπετάνιος της Ρούμελης, δορυφόρος του Ανδρούτσου και του Γκούρα. Από τον εμφύλιο και μετά βρίσκεται συνεχώς στο πλευρό του Κωλέττη και στη συνέχεια του Μαυροκορδάτου και του Κουντουριώτη, τις πολιτικές επιλογές των οποίων στηρίζει ανεπιφύλακτα και απ’ ό,τι φαίνεται όχι αφιλοκερδώς.
    Σε κάθε περίσταση τον συναντάμε πάντοτε στην πλευρά του δυνατού και σε αυτού που πληρώνει καλά. Κακά τα ψέματα. Ο Μακρυγιάννης ήταν επαγγελματίας μισθοφόρος. Δεν πολεμούσε μόνο για να απελευθερωθεί ο τόπος. Πολεμούσε και για το πουγκί του, το «κεμέρι» του, όπως έλεγε ό ίδιος.

    Τις στρατιωτικές του υπηρεσίες τις έβγαζε σε πλειστηριασμό. Τις έπαιρνε όποιος έδινε τα περισσότερα. Γι’ αυτό είχε πάντοτε χρήματα και πλήρωνε εξ ιδίων τους άντρες του, όπως ο ίδιος κατ’ επανάληψη δηλώνει.
    Εννοείται ότι αμέσως μετά τα εισέπραττε από την κυβέρνηση. Μέχρι και από τον Ιμπραήμ ζητούσε τους μισθούς των στρατιωτών του, για να του παραδώσει το φρούριο του Ναυαρίνου, τον Μάιο του 1825. Τον σημερινό φίλο την επομένη τον πολεμούσε, αρκεί να πληρωνόταν καλά.

    Υποκριτής και φιλοχρήματος. Ιησουίτης με τα όλα του. Οπαδός του δόγματος «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», δεν δίσταζε να πει οποιοδήποτε ψέμα, αρκεί να εξυπηρετούσε τα συμφέροντα και τους σκοπούς του. Αφιλος και άνθρωπος χωρίς μπέσα. Πρόδιδε και πουλούσε τους συντρόφους του χωρίς κανέναν δισταγμό. Φιλοκατήγορος, ραδιούργος και ένας από τους πρώτους νταήδες (ψευτοπαλικαράς, τουρκ. dayi) του ’21.
    Οι άλλοι ήταν ο Γκούρας, ο Θοδωράκης Γρίβας, ο Καρατάσος και ο Γιωργάκης Μαυρομιχάλης – ο δολοφόνος του Καποδιστρια.

    Ενα μεγάλο μπόι -γι’ αυτό τον έλεγαν Μακρυγιάννη- με μικρό μυαλό, παρίστανε τον παλικαρά και ξυλοφόρτωνε όποιον τον ενοχλούσε με το παραμικρό.
    Τον Φεβρουάριο του 1825 επειδή ο έπαρχος Αρκαδίας Κωνσταντίνος Πελοπίδας, ένας από τους σπουδαιότερους Φιλικούς, αρνήθηκε να ικανοποιήσει κάποιο αίτημά του τον σακάτεψε στο ξύλο: «Πήγα και τον έπιασα και του ’δωσα ένα ξύδο διά πεθαμόν κι’αν δε πήδαγε από το παβεθύρι κάτου ο διοικητής, δεν ξέρω αν έμενε ζωντανός» γράφει στα «Απομνημονεύματά» του.

    Λοιδορεί, βρίζει και αποστρέφεται -στο χαρτί- τους «νεκροθάφτες των στρατιωτικών» Κωλέττη και Μαυροκορδάτο, τον «κουτό» Κουντουριώτη, τους προεστούς, τα «οτζάκια», τους «Τουρκοκοτζαμπασήδες», τα «παιδιά των Τούρκων, όπου μας κυβερνούν […], οι μαθητές των Τούρκων, οι δουλευτήδες αυτηνών […], οι ανθρωποφάγοι που μας έσπειραν την διχόνοια, φατρία, κατασκοπεία, τις ακαθαρσίες τις δικές του κι’ έφκιασαν την πατρίδα παλιόψαθα με τα φώτα του Φαναριού», αλλά τους υπηρετεί δουλικά.
    Εκεί που χθες έφτυνε, σήμερα πίνει νερό. Ο Κωλέττης είναι «διάβολος», «δόλιος», «απατεώνας», «μπερμπάντης». Ο Μαυροκορδάτος «το ζυμάρι των Τούρκων», ο «δουλευτής αυτηνών», ο «αγαπημένος των τύραγνων», το «τζιράκι της Κωνσταντινουπόλεως». Οι λογιότατοι «ακαθαρσίες της Κωνσταντινουπόλεως και της Ευρώπης», πλην όμως τους σέβεται και τους υπακούει, «για να μην συμβή καμιά διχόνοια και ακολουθήση κανένα δυστύχημα. Κι’ εγώ πρέπει να υπομένω και να θυσιάζω εις τα οτζάκια».

    Χύνει κροκοδείλια δάκρυα γιατί βασανίζονται οι «στραβοραγιάδες» από τους προεστούς και τους οπλαρχηγούς: «Κι’εμείς τρώμε τα πράματά τους και στέκονται ολόρθοι και μας κερνάνε […] και μας πλερώνουν και μας ταγίζουνε. Και τους βάνομε ομπρός εις τον πόλεμον και σκοτώνονται αυτήνοι και δοξαζόμαστε εμείς», αλλά την επόμενη κιόλας μέρα, «Βγάλαμε τα μαχαίρια, σκοτώσαμε τον μπαϊραχτάρη τους, σκοτώσαμε και άλλους […Ι πιάσαμε και κάμποσους ζωντανούς […]. Οι άνθρωποί μου πήραν λάφυρα πολλά […]τους πήραμε τα πραχτικά τους κι’ όλα τους τ’αναγκαία».
    Φυσικά όλα αυτά τα θύματα δεν ήταν Τούρκοι, ήταν Ελληνες που τόσο μα τόσο πολύ τους λυπόταν.

    Ενώ το 1823 έχει ορκιστεί να υπηρετεί την κυβέρνηση Μαυρομιχάλη – Κολοκοτρώνη που τον έκανε χιλίαρχο, ραδιουργεί σε βάρος της, την κατασκοπεύει, όντας πιστό όργανο της αντιπολίτευσης Μαυροκορδάτου – Κωλέττη: «Αφήτε με εμένα να τους διαλύσω αυτηνών εδώ την δύναμή τους όλη. Αλλά να μην ξέρη κανένας ότι αγρικιώνται με τ’εμένα και κιντυνέψω αδίκως και δεν βγάλω και τ’ αποτέλεσμα».

    Ενας φανατικός όσο και ιδιοτελής «εθνικόφρων» του ’21

    Αρχισε να γράφει τα απομνημονεύματά του στο Αργος τον Φεβρουάριο του 1829 και τα τελείωσε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1850. Κατά το διάστημα αυτό έκρυβε τα χειρόγραφα για να μην τον βρει κανείς μπελάς, μιας και δεν είχε αφήσει κανέναν από τους συγχρόνους του που να μην τον κατηγορήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
    Δεν ήθελε να δημιουργήσει εχθρούς. Κανείς δεν γνώριζε το περιεχόμενο των απομνημονευμάτων. Το 1850 τα έβγαλε από εκεί που τα είχε κρυμμένα και τα ξαναδιάβασε: «Αυτό το χειρόγραφον, από την περίστασιν, οπού μου έγιναν πολλές καταδρομές, το είχα κρυμμένο. Τώρα οπού το έβγαλα, το διάβασα όλο […] και είδα ότι δεν ξηγώμαι γλυκύτερα».

    Ενώ έχουν περάσει σχεδόν τριάντα χρόνια από την αρχή των γεγονότων που διηγείται τίποτε δεν αλλάζει, τίποτε δεν αναθεωρεί. Πολλά πράγματα έχουν ωστόσο αλλάξει. Ο ίδιος όμως παραμένει αμετακίνητος στις ιδέες του.
    Φυσικά, ούτε λόγος για αυτοκριτική, μιας και ύστερα από τόσα χρόνια είναι βέβαιο ότι όλα έχουν αλλάξει γύρω του. Θα περίμενε κανείς ότι στα στερνά του θα είχε πια πειστεί ποια «κουμάσια» υπηρετούσε και ποιων συμφέροντα εξυπηρετούσε και όφειλε να τους αποκαλύψει, αφού «διά την στερέωση της πατρίδος μου και νόμους, διά κείνο πεθαίνω, όχι διά άλλο».
    Και αφού πέθαινε «διά νόμους», πού ήταν όταν ο Κωλέττης μοίραζε με τη σέσουλα τα στρατιωτικά διπλώματα στον εμφύλιο, ώστε κατάντησε να έχει η Ελλάδα 12.000 αξιωματικούς, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είχαν ρίξει «ουδέ καν εν τουφέκι εις τας κατά των εχθρών γενομένας μάχας» (Αμβρόσιος Φραντζής, «Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος αρχομένη από του έτους 1715 και λήγουσα το 1835», Εν Αθήναις 1839);
    Δεν ήταν παρών, δεν ήταν ο σωματοφύλακας και θησαυροφύλακας του Κωλέττη;

    Αμετανόητος, καταχώνιασε εκ νέου τα γραπτά του μέσα σε ντενεκέδες και τα έκρυψε στο υπόγειο του σπιτιού του, σκεπασμένα με παλιόξυλα και σκουπίδια. Εκεί τα βρήκε ο γιος του Κίτσος το 1901 και τα παρέδωσε στον Βλαχογιάννη ο οποίος τα δημοσίευσε το 1907.
    Φυσικά όταν δημοσιεύτηκαν δεν υπήρχε κανείς συγκαιρινός του επιζών για να τον διαψεύσει ή να τον επιβεβαιώσει.

    «Ο Μακρυγιάννης» γράφει ο Κυριάκος Σιμόπουλος «βλέπει πού γέρνει η ζυγαριά της πολιτικής διαμάχης και εγκαίρως επιχειρεί τη μεταπήδηση στο στρατόπεδο των ισχυρότερων. Μ’ όλο που γράφει τις αναμνήσεις του χρόνια πολλά ύστερα από τα γεγονότα, δεν μπορεί να τα ανακρούσει με νηφαλιότητα. Ούτε υποψία αυτοελέγχου, πουθενά ενδοιασμός, ούτε ίχνος μεταμέλειας. Ρίχτηκε στον εμφύλιο με ορμή και λύσσα, απαράλλαχτα όπως πολέμησε τους Τούρκους. Χειρότερα ακόμα. Με αγριότερο μίσος και κυρίως με καταφρόνηση. Στους Τούρκους αναγνωρίζει ανδρεία και περηφάνια, στους αδελφούς, στους χθεσινούς συντρόφους και τώρα θανάσιμους εχθρούς, όχι. Ολοι είναι δειλοί και ανάξιοι» («Ιδεολογία και αξιοπιστία του Μακρυγιάννη», Εκδόσεις Στάχυ, 2000).

    Το 1825 ακόμη και ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος μόλις είχε αποφυλακιστεί από την Υδρα, είναι δειλός και το ’βάλε στα πόδια μπροστά στον Ιμπραήμ. Ο «στρατηγός του εμφυλίου», ο οποίος πήρε τον βαθμό, τα παράσημα και το άλογο πολεμώντας τους συμπατριώτες του, χλευάζει και ειρωνεύεται ανενδοίαστα τον αρχιστράτηγο: «Ο Αρχηγός […] δεν έχει κώλο να πλησιάσει τον εχθρό […] μάθαμεν εις τον Αχλαδόκαμπον ότι ο Μπραΐμης κυρίεψε την Τριπολιτζά κι’ο Αρχηγός με το στράτευμα ξεποδαριάστηκαν φεύγοντας εις τα βουνά».

    «Οι συνωμοτικές ικανότητες του Μακρυγιάννη» συνεχίζει ο Σιμόπουλος «και η παρασκηνιακή, κρυφή του δράση είχαν αποκαλυφθεί από τα χρόνια του Αγώνα. Εξασφάλιζε τη μυστικότητα ορκίζοντας τους συνεργάτες και οπαδούς του. Επιστράτευε ψευτιές, πονηριές και τεχνάσματα, σκηνοθετούσε πειστικά επεισόδια, οργάνωνε δίκτυο πληροφοριοδοτών. Αποσπούσε με εμπίστους του ενοχοποιητικά έγγραφα από τις κασέλες των αντιπάλων του. Διατηρούσε πράκτορες ακόμα και στο παλάτι».

    Αποφεύγει τα λεφτά όπως ο διάβολος το λιβάνι. Ετσι γράφει. Εξορκίζει τα γρόσια, αλλά συνεχώς αναφέρεται σ’ αυτά και τα διεκδικεί με επιμονή από την κυβέρνηση, από τους οφειλέτες, από παντού. Δεν εννοεί να χάσει ούτε ένα γρόσι.
    Μια παράμετρος της… αντιπάθειας του Μακρυγιάννη για τα λεφτά: πώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός άνθρωπος του 21 στον οποίο όλοι προσφεύγουν και του προσφέρουν χρήματα για να τον προσεταιριστούν και πώς τρία με τέσσερα χρόνια από την εμφάνισή του στο προσκήνιο έγινε μόνο αυτός ένας από τους πλουσιότερους Ελληνες του καιρού του με τεράστια περιουσία;

    Την απάντηση στα ερωτήματα αυτά ίσως την ανιχνεύσει κάποιος στις σημειώσεις του Γεωργίου Γαζή, ο οποίος γνώρισε και έζησε από κοντά τον Μακρυγιάννη: «Ούτος ήν Λιδορικιώτης μικρός και αδύνατος, επί δε της Επαναστάσως […] έγινεν οπλαρχηγός. Υπηρετών δε στρατιωτικώς πλησίον της τότε Προσωρινής Διοικήσεως, ως μία εκτελεστική δύναμις τρόπον τινά, είχε συμπεριφοράν θωπευτικήν και ευάρεστον – είχε στα χείλη μέλι και στην καρδιά φαρμάκι. Οθεν και πολιτευόμενος κατά την αρέσκειαν των ισχυρών, είλκυσε την εύνοιαν αυτών και δεν τον άφηναν να έβγη έξω εις τας επικινδύνους μάχας κατά των εχθρών. Τοιουτοτρόπως λοιπόν αγωνιζόμενος ως επί πλείστον, ησφάλιζε και την ζωήν του, εγέμιζε δε και το πουγκί του».

    Ο οπλαρχηγός που δεν ήθελε να είναι περίλυπος

    Α) Τοκογλύφος

    Είναι περίεργο το γεγονός πώς σε μόλις δέκα χρόνια ο Μακρυγιάννης έγινε πραγματικά πλούσιος και ήταν μόνο 24 χρόνων. Από υπηρέτης στο σπίτι του Αθανάσιου Λιδωρίκη -όλοι τον φώναζαν ο «Γιαννάκης του Λιδωρίκη»-, σφραγιδοφύλακας, του Αλή Πασά και στη συνέχεια επιστάτης, διαχειριστής της περιουσίας του και σωματοφύλακας της Λιδωρίκαινας έγινε μέγας και τρανός. Ολοι είχαν την ανάγκη του και ο ίδιος κανενός. Εγινε φίλος με όλους τους ισχυρούς και τραπεζίτης Ελλήνων και Τούρκων. Τους δάνειζε όλους, δεν δανειζόταν ο ίδιος. Είχε και γραμμάτια των οφειλετών του σαράντα χιλιάδες γρόσια. Πολλά λεφτά για την εποχή εκείνη αν σκεφτεί κανείς ότι ο Λιδωρίκης του έδωσε για δέκα χρόνια δουλειάς μόλις τετρακόσια γρόσια.
    Πούλαγε τη βρώμη και το αραποσίτι 300% και 400% πάνω από την τιμή που τα αγόραζε.

    Β) Μισθοφόρος

    Ηταν ήδη αρκετά ψηλός, αλλά έπαψε να ψηλώνει περισσότερο όταν τον Ιανουάριο του 1822 το κεφάλι του Αλή Πασά στάλθηκε πεσκέσι στον σουλτάνο και έχασε τους ισχυρούς του προστάτες. Τα σουλτανικά στρατεύματα κατέλαβαν την Αρτα και αναγκάστηκε να φύγει. Κατέληξε δυτικότερα, στην Αμφισσα, όπου γνωρίστηκε και συνδέθηκε με τον Κωλέττη που ήταν συμπατριώτης του και αργότερα με τον Μαυροκορδάτο και μπήκε στη δούλεψή τους.
    Εμεινε εκεί περίπου δύο χρόνια, προτού κατέβει στην Πελοπόννησο, και γνώρισε από πρώτο χέρι τον Αρειο Πάγο και την πολιτική των αρειοπαγιτών, καθώς και τα φερσίματα του Μαυροκορδάτου, του Κωλέττη, του Νέγρη και των άλλων που είχαν βαλθεί να ξεπαστρέψουν όλους τους σημαντικούς οπλαρχηγούς του τόπου, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, τον Καραϊσκάκη, τον Βαρνακιώτη και πολλούς άλλους.

    Στις 4 Ιανουάριου 1824 το Βουλευτικό συνεδριάζει στο Κρανίδι και καταργεί την κυβέρνηση Μαυρομιχάλη. Ο εμφύλιος πόλεμος κοντοζυγώνει.
    Τι στάση κράτησε σε αυτή την περίπτωση; «Την άλλη μέρα, μάθαμε το Βουλευτικόν διόρισε άλλο Εκτελεστικό. Πήγε εις το Κρανίδι, διόρισε τον Κουντουργιώτη, τον Μπόταση. Το βράδυ βλέπω έναν φερμένον από το Κρανίδι, Λεωνίδα τον λένε. Ηταν σταλμένος από την νέαν Κυβέρνησιν. Μου λέγει αυτός ότι έγινε νέα Κυβέρνηση, κι’αυτή με το Βουλευτικόν μου παραγγέλνουν να γυρίσω μ’ αυτούς και μου δίνουν διακόσιες χιλιάδες γρόσια. Τους παραγγέλνω: Εγώ γρόσια δεν θέλω, δεν πουλιώμαι διά γρόσια. Δεν ορκίστηκα δι’ αυτά, ορκίστηκα διά την πατρίδα. Και αν είναι για την πατρίδα δέχομαι να την βοηθήσω. Αφήστε με εμένα να τους διαλύσω αυτηνών εδώ τη δύναμή τους όλη. Αλλά να μην ξέρη κανένας ότι αχρικιώνται με τ’εμένα και κιντυνέψω αδίκως και δεν βγάλω και τ’αποτέλεσμα».

    Από χιλίαρχος έγινε συνωμότης και χαφιές. Τι του απάντησαν από το Κρανίδι; «Μου στείλαν οπίσου ό,τι γνωρίζω να κάμω και η πατρίς θα μου γνωρίζη πολύ». Τώρα «πατρίδα» ήταν τα διακόσιες χιλιάδες γρόσια που του ’ταξαν ή οι αγγλικές λίρες που έφτασαν στο Ναύπλιο λίγους μήνες αργότερα; Και αφού ορκίζεται ότι δεν πουλιέται για γρόσια, τότε γιατί γράφει στον νέο πρόεδρο Κουντουριώτη: «Εκλαμπρότατε να με ενθυμηθής όταν έλθη το δάνειον, ότι τας ελπίδας μου, μετά τον Θεόν, εις την Εκλαμπρότητά σου τας έχω και μη με αφήσης περίλυπον». Βλέπεις, το φύλαξε ο Κουντουριώτης το γράμμα σου (Αρχεία Κουντουριώτη, τ. Ζ’, σ. 569).

    Για να δούμε τώρα τι έκανε για να τους διαλύσει; «Συνκατοικούσα με τον Γενναίον. Προσμέναμε ακόμα τρεις χιλιάδες ασκέρι να πάμε να βαρέσουμε το Κρανίδι, οπούταν το Βουλευτικόν και η νέα Κυβέρνηση. Στο Κουτζοπόδι πιάστηκα με τον Γενναίον ότι δεν θέλομεν να βαρέσομε το Βουλετικόν. Είχα κουβεντιάσει με τον Χατζηχρήστο κι’ άλλους και ήμαστε σύντροφοι και σύνφωνοι. Πήγα εις τον Γενναίον, του είπα ότι εγώ από αυτούς δεν τραβάγω χέρι, θα πεθάνω μ’ αυτούς. Τότε αγαπήσαμε, καθίσαμε ως τα μεσάνυχτα, φάγαμε. Σηκώθηκα να φύγω, μου είπε μπονόρα να πάγω να φάμε τηγανίτες. Ευτύς όπου επήγα εις το κονάκι μου έστειλα τον τζαγούση μου [λοχίας] και σύναξε όλους τους ανθρώπους μου και κάμποσους δικούς του, του Γενναίου. Ηταν μια μεγάλη βροχή και κοντέψαμε να σωθούμε από ’να παλιόρεμα. Την αυγή στέλνει ο Γενναίος να φάμε τις τηγανίτες, δεν βρίσκει κανέναν. Αφού μάθαν ο Χατζηχρήστος και οι άλλοι ότι έφυγα εγώ, σε δυο ώρες ήλθαν όλοι εις τον Αγιον Γιώργη [της Νεμέας]. Εμεινε ο Γενναίος με σαράντα ανθρώπους».

    Αποβραδίς έτρωγε και έπινε με τον Γενναίο και του ορκιζόταν ότι μόνο ο θάνατος θα τους χωρίσει και τη νύχτα έφυγε κρυφά, σαν κλέφτης, έγινε επίορκος, άλλαξε στρατόπεδο. Δεν ξέρω πώς το λένε αυτό, αλλά μόνο μπέσα Ρουμελιώτη καπετάνιου δεν είναι.
    Κάποιος θα μπορούσε να του πει ότι κατάντησε θλιβερός μισθοφόρος της «μαυροκωλεττοκουντουριώτικης» παρτίδας, όχι της πατρίδας.

    Στον Αϊ-Γιώργη ενώνεται με τον Λόντο, τον Ζαϊμη, τον Νοταρά και άλλους και πηγαίνει να πολιορκήσει την Τρίπολη που την κατέχουν ο Κολοκοτρώνης και ο Πετρόμπεης. Εκεί γράφει: «Πολεμούσαμε νύχτα και ημέρα και σκοτωνόμαστε από τόνα το μέρος και τ’ άλλο» μέχρι που κατέλαβαν την πόλη. Πού πήγε μετά; «Το Μεγάλο Σαββάτο τον Μάρτιο μήνα του 1824 κατεβήκαμε εις τ’Αργος. Εις τΆργος ήταν το Βουλευτικόν όλο. Μας καρτέρεσε οπού πήγαμε νικηταί – από τους Τούρκους. Τότε το Βουλευτικόν μόκαμε μίαν μεγάλην υποδοχή, μόδωσε κι’ένα ευκαριστήριον καλό και με διόρισε το Βουλευτικόν σώμα και η νέα Διοίκηση αρχηγόν της φρουράς της να προσέχω διά την ασφάλειάν της».
    Πήγαν λοιπόν νικητές στο Αργος – καθώς λέει νίκησαν τους Τούρκους. Τους τσάκισε, τους έσφαξε, τους κατατρόπωσε τους Τούρκους. Τούρκοι ήταν ο Κολοκοτρώνης, ο Πλαπούτας, ο Νικηταράς και ο νεκρός Πάνος Κολοκοτρώνης που σκοτώσανε.

    Γράφει τη βραδιά που έτρωγε με τον Γενναίο και το πρωί θα πήγαινε για τηγανίτες ότι «ο στραβοραγιάς ας δουλεύει διά μας. Εκείνος τρώγει λάχανα ανάλατα, εμείς τηγανίτες κι’αρνάκια». Σαν πολύ υποκριτικό μου φαίνεται αυτό και δεν μπορεί να γίνει πιστευτός.

    Ολοφύρεται δήθεν και χύνει κροκοδείλια δάκρυα για την κατάντια του στραβοραγιά, αλλά όταν του δίνεται η ευκαιρία είναι ο πρώτος που και τον γυμνώνει και τον σκοτώνει.
    Αυτοί εκεί στην Αρτα που τους έπαιρνε τη βρώμη τέσσερα γρόσια και την πούλαγε δεκάξι αγάδες ήτανε; Δεν ήτανε στραβοραγιάδες;
    Και έφτασε στο σημείο να αποκαλεί τον Κολοκοτρώνη «Τούρκο»; Το πόσο «Τούρκος» ήταν ο Κολοκοτρώνης θα του το ’μολογήσει ένας συγκαιρινός του αγωνιστής, ο Φωτάκος, που πολέμησε στο Βαλτέτσι, Απρίλιο και Μάιο του 1821: «Αφού εγλυτώσαμεν από τον πόλεμον και επεστρέψαμεν εις το χωριό Βαλτέτσι ηύραμεν τους σκοτωμένους χριστιανούς και δεν εζηγώναμεν κανένας μας εις αυτούς κοντά. Εκιτρινίσαμεν από τον φόβον μας, διότι πρώτην φοράν είδαμεν ανθρώπους σκοτωμένους. Ο δε Κολοκοτρώνης διά να μας ενθαρρύνη εμάζωνε τα κομμάτια του καθενός νεκρού, τα εφίλει και έλεγεν εις τους τριγύρω στρατιώτας, ότι αυτοί είναι άγιοι, και ότι θα υπάγουν εις τον παράδεισον ωσάν μάρτυρες, και τότε εζυγώσαμεν και τους εθάψαμεν»
    (Θεόδ. Κολοκοτρώνη, «Απαντα», Εκδόσεις Μέρμηγκας, σ. 153).

    Αυτός, όταν ο Κολοκοτρώνης μάζευε και φιλούσε τα κομμάτια των σκοτωμένων στο Βαλτέτσι, ήταν, όπως γράφει, στην Πάτρα και «ψούνιζε» ρούμι, καπνό, λάδι και λαμπάδες -ό,τι κοντοζύγωνε Λαμπρή- για τις ανάγκες του «καφεπαντοπωλείου» του στην Αρτα.

    Πρώτα κατακτούμε την Τριπολπσά, στη συνέχεια το Ναύπλιο

    Πολεμώντας τον Ιούνιο τα 1824 πήραν και το Ναύπλιο από τον Πάνο Κολοκοτρώνη. Και τι έγινε; «Τότε η Διοίκηση και το Βουλευτικόν μ’έκαμαν αντιστράτηγον και μου χάρισαν κι ένα άλογον». Για ένα κωλεττικό κωλόχαρτο στρατηγίας -για να χρησιμοποιήσω τη γλώσσα του- σκότωσε μόνο Ελληνες και όχι Τούρκους. Δεν χρειαζόταν όμως να τα κάνει όλα αυτά. Ετσι κι αλλιώς ο Κωλέττης λίγους μήνες μετά μοίραζε δωρεάν τα διπλώματα στους δρόμους.
    Στα 18 του λοιπόν ήταν εκατομμυριούχος, στα 25 του υποδεκανέας του Γκούρα, τον Νοέμβριο του 1823 σε ηλικία 26 χρόνων τον έκανε χιλίαρχο ο Κολοκοτρώνης. Εξι μήνες αργότερα τον έκανε αντιστράτηγο ο Μαυροκορδάτος.

    Ο Βλαχογιάννης σημειώνει; «Την Ιην Δεκεμβρίου 1824, ανεχώρησε διά το στρατόπεδον της Κορίνθου ο Εξοχώτατος Εκτελεστής I. Κωλέττης, συνοδευόμενος από τον γενναιότατου αντιστράτηγον Μακρυγιάννην. […] Την δε 3ην Δεκεμβρίου, ο Μακρυγιάννης προυβιβάσθη εις Στρατηγόν». Αυτό ο στρατηγός δεν το γράφει. Γιατί το κρύβει; Δεν είναι κακό που τον έκαναν στρατηγό. Θα ήταν αχαριστία εκ μέρους τους να τον παραλείψουν μετά τις τόσες υπηρεσίες που τους είχε προσφέρει.

    Κάλλιο συναπάντημα με λύκους παρά με τον Μακρυγιάννη

    Ο Κολοκοτρώνης που πολεμούσε τους Τούρκους από το 1780 πέθανε αντιστράτηγος. Ποιος να το ’λεγε ότι από υπηρέτης του Λιδωρίκη, καφετζής στην Αρτα και έμπορος βρώμης θα γινόταν μεγάλος και τρανός, θα γινόταν στρατηγός. Και τι στρατηγός. Ιδιος ο Αρχάγγελος της Κάθαρσης. Ο Αγιος Ιωάννης της Αποκάλυψης. Ο σταυροφόρος που ήθελε να λευτερώσει την Πελοπόννησο από τους κατοίκους της. Παρέα με τον «επίβουλο», «διοτελή», «πουλημένο κι’ άρπαγο» Γκούρα και τον διευθυντή Κωλέττη για το οποίον γράφει: «Τότε αυτός, πανούργος, ενώθη με τους ξεκλισμένους [διεφθαρμένους] ανθρώπους κι’έπαιξε την πατρίδα όπως ήταν η όρεξή του. Μαθητής των Τούρκων και κατεξοχή του τύραγνου Αλήπασα, τέτοια φώτα σαν εκείνου θα δώση εις την πατρίδα και τέτοια έργα να ‘νεργήοη. Οταν κιντυνεύει η πατρίς αυτός κατατρέχει τους άξιους ανθρώπους. Κι ‘όποιο κεντρί τον αγκυλώση – εκείνο τήραγε και ο Κωλέττης να ξεριζώση. Τους άλλους τους γέλαγε με κούφια καρύδια – λόγια παχιά και με λιθάρια στον ντουρβά τους ανάπευε».

    Ποιοι είναι οι «ξεσκλισμένοι» με τους οποίους είχε ενωθεί; Ο Γκούρας, ο Καρατάσιος, ο Κατζικογιάννης, ο Καραϊσκάκης; Πάντως αυτός δεν ήταν μέσα σε αυτούς.
    Ο Μακρυγιάννης απλώς τους ακολούθησε στη σταυροφορία, αγωγιάτης και φρουρός της κάσας με τις λίρες του Κωλέττη.
    Τι έκανε στη συνέχεια; «Εις τον Αγιώργη, χωριό της Κόρθος, ήταν συνασμένοι πολλοί αναντίοι, οι Λιονταίγοι, οι Νοταραίγοι, του Ζαΐμη, ο Νικήτας κι’άλλοι πολλοί. Αυτήνοι όλοι οι δικοί μας Καρατασαίοι κι’ο Γκούρας, πήγαν διά εκεί κι’εγώ δι’ Ανάπλι. Πηγαίνοντας εις Ανάπλι διόρισε η Διοίκηση τον Κωλέττη διευθυντή κι’εμένα φρουρά του να φυλάμε τα χρήματα οπούχε μαζί του ο Κωλέττης διά τους μιστούς».

    Στον Αϊ-Γιώργη όμως τσακώθηκαν οι Καρατασαίοι με τον Γκούρα και πήγε αυτός με τον Κωλέττη και τους συμβιβάσανε. Στη συνέχεια, «πήρα τον Γκούρα με συνφωνίαν να πάμε εις τα Κλημαντοκασαρα, χωρίς να γυμνώση ανθρώπους τ’ασκέρι του. Αυτόν τον άφησα μ’ ανθρώπους μου εις τα Κλημαντοκαισάρα, κι’εγώ έπιασα το Ντούσια. Αφού μας είδαν οι άνθρωποι άφησαν τα σπίτια τους στην διάκρισίν μας και πήραν τα χιόνια και τα βουνά. Μία γυναίκα είχε το παιδί μιοογεννημένον και τόβγαλαν παράωρα και η λεχώνα πήρε τα βουνά με τους άλλους και τελείωσε εις το χιόνι».

    Ολοι ήξεραν με ποιον είχαν να κάνουν, αφού δεν είχε περάσει ούτε ένας μήνας από τότε που ρίχτηκαν με μαχαίρια στους Αρκάδες. Οταν μαθεύτηκε στο Ντούσια ότι έφτασε στο Κλημεντοκαίσαρι οι κάτοικοι το ’βαλαν στα πόδια και πήραν τα βουνά, ανέβηκαν στην Τζήρεια αψηφώντας χιόνια, κρύο, πείνα, αφήνοντας στο έλεος του ανελέητου κατακτητή τα φτωχικά τους υπάρχοντα. Φοβισμένοι, κυνηγημένοι, πεινασμένοι, πουντιασμένοι, έτρεχαν να κρυφτούν στις απρόσιτες σπηλιές. Πείνα, χιόνια, κρύο, λύπη, ξολοθρεμός και φρίκη. Εφτασαν στο Ντούσια του Μακρυγιάννη οι λύκοι!

    Η κυβέρνηση δεν μπορούσε παρά να μείνει ικανοποιημένη με τα έργα και τις ημέρες του στρατηγού. «Η Κυβέρνηση ευκαριστήθη από μένα πολύ […] διά όλα αυτά και μου είπαν να μου χαρίσουνε ένα χωριόν. […] Σαν δεν θέλησα […] μόδωσαν ένα δώρον όπου δεν τόχει κανένας άλλος στρατιωτικός, νάχω δυο ανθρώπους, και να τους πλερώνη η Κυβέρνηση μιστούς και γεμελίκια [έξοδα], και δυο ταγιές [ταγή, η καθημερινή τροφή του ζώου] κριθάρι κι’άχερον διά τα ζώα μου κι’ένα σιτηρέσιον [καθημερινή μερίδα τροφής του στρατιώτη], πέντε γρόσια την ημέρα, όπου μαζώνονται όλα αυτά εις χρήματα – όσα γένονται να τα λαβαίνω. Και τα λαβαίνω από την Κυβέρνηση».

    Αξιέπαινος ο στρατηγός. Πλερωμένο από την κυβέρνηση το κριθάρι και το άχυρο των αλόγων του, πλερωμένα τα μεροκάματα όχι για μία, αλλά για δύο ορντινάτσες (ιπποκόμος, υπηρέτης του αξιωματικού) και από πάνω πέντε γρόσια την ημέρα. Ο εμφύλιος τελείωσε. Οι «αντιπατριώτες» νικήθηκαν. Οι αρχηγοί φυλακίστηκαν. Οι λίρες εξανεμίστηκαν. Ο τόπος γυμνώθηκε. Η κυβέρνηση «ευκαριστήθη». Ο Μακρυγιάννης κονόμησε (αυτό εξάλλου ήταν πάντα το βασικό του μέλημα). Η αντιπολίτευση ηττήθηκε. Η χώρα διαλύθηκε. Ο Ιμπραήμ εμφανίστηκε.

    Δυο από τους μάρτυρες μιας (χωλής) υπεράσπισης

    Ο πρώτος ονομάζεται Γιάννης Βλαχογιάννης, γεννήθηκε το 1867 στη Ναύπακτο, λόγιος, ιστοριογράφος, γνωστός συγγραφέας, ένθερμος υποστηρικτής του έργου και της προσωπικότητας του Μακρυγιάννη.
    Σε αυτόν αποκλειστικά οφείλει τον μύθο του και την επωνυμία του. Αντέγραψε, σχολίασε, δημοσίευσε το 1907 τα χειρόγραφά του, που βρέθηκαν το 1905 καταχωνιασμένα μετά τον θάνατό του στο υπόγειο του σπιτιού του.

    Γράφει το λοιπόν ο Βλαχογιάννης: «Ο Ιωάννης Μακρής, ή Μακρυγιάννης, ήταν ο πρακτικώτατος νοικοκύρης, ο Ρουμελιώτης έμπορος, ο εκ νεαράς ηλικίας αναπτύξας αρετάς εμπορικός. Ο γνησιώτατος χαρακτήρ της Επαναστάσεως, ο πολεμικώτατος των ανδρών, το τέκνον το καθαρώτατον της χώρας. Ητο ο ευγενέστατος τύπος μισθοφόρου. Ο Μακρυγιάννης ήτο αγαθός τον χαρακτήρα, αλλά δεν είχε την χείρα επιεική. Μνησίκακος ή μοχθηρός δεν υπήρξε. Ουδέποτε επέδειξε φανατισμόν κομματικόν ίνα εμπορευθεί αφοσίωσιν προς την ισχύουσαν μερίδα υπέρ ής επάλαιεν.

    Ουδείς βεβαίως θα τολμήση σήμερον να αποδώση εις τον Μακρυγιάννην ίδιον συμφέρον υποστηρίζοντα την κυβέρνησιν. Ο ζήλος του, επαναλαμβάνομεν ότι δεν είχε το ίδιον συμφέρον ή την φιλοδοξίαν ως σκοπόν. Υλικήν ωφέλειαν ουδεμίαν απέλαυσεν ούτος, πλην των βαθμών, δι’ ών αξίως και δικαίως αντημείφθησαν αι υπηρεσίαι αυτού υπό της κατισχυσάσης των αντιπάλων Κυβερνήσεως». («Απομνημονεύματα» Εισαγωγικά κείμενα).

    Ο δεύτερος υπερασπιστής του στρατηγού ονομάζεται Μιχαήλ Περάνθης, δημοσιογράφος, λογοτέχνης, ποιητής, συγγραφέας. Γεννήθηκε στην Αρτα το 1917.

    Καταθέτει: «Ο Μακρυγιάννης είναι το γνήσιο και αντιπροσωπευτικό θρέμμα της ελληνικής γης. Είναι γενναίος, συντηρητικός, τολμητίας, προνοητικός, ευθύς, ειλικρινής, αγνός, ανιδιοτελής, σεμνός, πειθαρχικός, ευσεβής και φιλοδίκαιος. Χτυπάει το άδικο, όπου το βρή, το πλιάτσικο το κυνηγάει, την αλήθεια δεν ντρέπεται να την διακηρύξη. Είναι ένας θησαυρός ψυχικών χαρισμάτων, που μόνα τους βλάστησαν και άνθισαν μέσα του. […]

    Η αλήθεια είναι ο γνώμονάς του. Σαν Ελληνας και σαν άνθρωπος, σαν αγωνιστής και σαν πολιτικός, όποια πλευρά του κι’ αν ψάξης, εφάπτεται μόνο με την αλήθεια. Αυτήν υπηρετεί κι’ αυτή μας ζωντανεύει, αληθινός ο ίδιος ως την έσχατη λεπτομέρεια – μορφή με ηθική προσωπικότητα άμεμπτης ακεραιότητας και ανεπιλήπτου κύρους».
    (Μιχαήλ Περάνθη, «Το Εικοσιένα», Εκδόσεις Εστίας).

  6. Ο/Η Felix λέει:

    Τρελός, παρανοϊκός, μισαλλόδοξος, αισχρός συκοφάντης, άρπαγας, ιθαγενής φύλαρχος, μικρόψυχος, σπαγγοραμένος, προπομπός παλιάθρωπων και ρατσιστών, θρησκόληπτος, σχιζοφρενής, μικρόνοας, τοκογλύφος……
    Για ποιο λόγο ο αρθρογράφος χρησιμοποιώντας όλους αυτούς τους χαρκτηρισμούς στην ουσία πετάει στα σκουπίδια κάθε πιθανότητα η έρευνα του αλλά και η άποψη του να παρθούν σοβαρά?
    Γιατί δεν αντιλέγω ότι και έρευνα έχει κάνει, αλλά και θα μπορούσε να διαμορφώσει μια άποψη αντίθετη από τα ευχολόγια που ακούμε συνήθως για τον Μακρυγιάννη (που και εμένα με έχουν κουράσει και τα βρίσκω υπερβολικά) που θα είχε κάποια βαρύτητα.
    Αντί για αυτό υποβιβάζει το όλο του κείμενο στο επίπεδο πονήματος εφήβου που νομίζει ότι βρήκε τον «κακό» της ιστορίας και τον στολίζει με εκφράσεις που περικλύουν όλο το πάθος της εφηβικής του ψυχής. Όταν το βλέπεις αυτό από έφηβο είναι και λίγο χαριτωμένο, από ενήλικο άνθρωπο όμως δυστυχώς κατρακυλάει στο γελοίο.
    Ενώ υπάρχει δουλειά πίσω από το άρθρο, στην ουσία την γκρεμίζει με μια σειρά χαρακτηρισμών που , δυστυχώς, τους μπερδεύει με την άποψη.
    Αλλά επειδή δεν είναι η πρώτη μου φορά εδώ μέσα, αυτό που με ενδιαφέρει δεν είναι το να αναλύσουμε τι ήταν η τοκογλυφία στην Ελλάδα των χρόνων της επανάστασης και αν θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τον Μακρυγιάννη τοκογλύφο με την σημερινή έννοια την εποχή που έχουμε τράπεζες που (στα χαρτιά τουλάχιστον) δανίζουν χρήματα με τόκο. Ή κατά πόσο θα μπορούσα εγώ να δώσω στον αρθρογράφο να πιει λίγο από το δικό του φάρμακο χαρακτηρίζοντας τον αντισημίτη μιας και ο χαρακτηρισμός των Εβραίων της εποχής ως τοκογλύφους δεν διαφέρει καθόλου από αυτόν που κάνει αυτός για τον Μακρυγιάννη. (Βλέπετε αγαπητέ πόσο εύκολο πράγμα είναι οι βαρείς χαρακτηρισμοί? Μάλιστα όσο πιο βαριοί τόσο πιο εύκολα γίνονται! Για αυτό και οι περισσότεροι από εμάς τους αποφεύγουμε μετά την ενηλικίωση και την απομάκρυνση μας από τον εφηβικό τρόπο σκέψης)
    Αυτό που με ενδιαφέρει είναι από που πηγάζει το πάθος. Το πάθος του αυτόπτη μάρτυρα δολοφονίας, το πάθος του θύματος βιασμού που περιγράφει τον βιαστή του, το πάθος του επιζησάντα του Άουσβιτς που μιλάει για τους βασανιστές του. Έχω ακούσει μαρτυρίες κατοίκων της Σρεμπρένιτσα για την εισβολή των Σέρβων στην πόλη και την σφαγή που ακολούθησε, που είχαν λιγότερο πάθος!
    Το πάθος αυτό συγκεντρώνεται σε ένα πράγμα, στην απόδειξη της κακίας των Ελλήνων, αυτό είναι θα έλεγα το ιερό σας δισκοπότηρο.
    Λαμβάνοντας υπόψιν ότι είσαστε Έλληνας και βάζοντας κάτω τα γραπτά σας δεν μπορώ παρά να έρθω για ακόμα μια φορά στο συμπέρασμα ότι εδώ έχουμε την Ελληνική έκφραση του «Εβραίου που μισεί τον εαυτό του».
    Θα σας πρότεινα τα ψάξετε μέσα σας και στην παιδική σας ηλικία για να βρείτε που, ποτέ και πως νιώσατε χειρότερος, άχρηστος και ανάξιος επειδή είσαστε Έλληνας.
    Μετά θα πρέπει να αρχίσετε να καταλάβετε ότι είναι σύνηθες στην ψυχοδυναμική που δημιουργείται σε κακοποιημένα παιδιά να κατηγορούν τον εαυτό τους για αυτό που τους συμβαίνει, ότι δεν είναι αρκετά καλά και αν γίνουν αρκετά καλά, θα πάψει και η κακοποίηση τους.
    Όταν όλα αυτά μέσα σας ολοκληρωθούν τότε μπορεί να αρχίσει μια διαδικασία ίασης και να βρείτε μια ειρήνη με τον λαό που εντελώς τυχαία (όπως όλοι μας) σας έλαχε να ανήκετε.
    Στο τέλος θα μπορείτε να έχετε τις ίδιες απόψεις που έχετε και σήμερα, αλλά χωρίς όλο αυτό το πάθος!

    • Ο/Η laskaratos λέει:

      http://istorika-ntokoumenta.blogspot.com/2019/03/blog-post_12.html

      Ο Κάρπος Παπαδόπουλος, συναγωνιστής του στα πεδία των μαχών, γράφει ότι ήταν «ο κυριότερος μοχλός του εμφύλιου πολέμου, που προκάλεσε τον αφανισμό του Μόριά». Μέχρι τότε ήταν ένας ασήμαντος μικροκαπετάνιος της Ρούμελης, δορυφόρος του Ανδρούτσου και του Γκούρα. Από τον εμφύλιο και μετά βρίσκεται συνεχώς στο πλευρό του Κωλέττη και στη συνέχεια του Μαυροκορδάτου και του Κουντουριώτη, τις πολιτικές επιλογές των οποίων στηρίζει ανεπιφύλακτα και απ’ ό,τι φαίνεται όχι αφιλοκερδώς.
      Σε κάθε περίσταση τον συναντάμε πάντοτε στην πλευρά του δυνατού και σε αυτού που πληρώνει καλά. Κακά τα ψέματα. Ο Μακρυγιάννης ήταν επαγγελματίας μισθοφόρος. Δεν πολεμούσε μόνο για να απελευθερωθεί ο τόπος. Πολεμούσε και για το πουγκί του, το «κεμέρι» του, όπως έλεγε ό ίδιος.

      Τις στρατιωτικές του υπηρεσίες τις έβγαζε σε πλειστηριασμό. Τις έπαιρνε όποιος έδινε τα περισσότερα. Γι’ αυτό είχε πάντοτε χρήματα και πλήρωνε εξ ιδίων τους άντρες του, όπως ο ίδιος κατ’ επανάληψη δηλώνει.
      Εννοείται ότι αμέσως μετά τα εισέπραττε από την κυβέρνηση. Μέχρι και από τον Ιμπραήμ ζητούσε τους μισθούς των στρατιωτών του, για να του παραδώσει το φρούριο του Ναυαρίνου, τον Μάιο του 1825. Τον σημερινό φίλο την επομένη τον πολεμούσε, αρκεί να πληρωνόταν καλά.

      Υποκριτής και φιλοχρήματος. Ιησουίτης με τα όλα του. Οπαδός του δόγματος «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», δεν δίσταζε να πει οποιοδήποτε ψέμα, αρκεί να εξυπηρετούσε τα συμφέροντα και τους σκοπούς του. Αφιλος και άνθρωπος χωρίς μπέσα. Πρόδιδε και πουλούσε τους συντρόφους του χωρίς κανέναν δισταγμό. Φιλοκατήγορος, ραδιούργος και ένας από τους πρώτους νταήδες (ψευτοπαλικαράς, τουρκ. dayi) του ’21.

      https://www.efsyn.gr/ellada/ekpaideysi/107187_oi-apokalypseis-tis-amatheias

      Αν τα λαγωνικά του Θέμου Αναστασιάδη είχαν μπει στον κόπο να ξεφυλλίσουν έστω και τις πρώτες σελίδες των απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη, θα διαπίστωναν πως η τοκογλυφική δραστηριότητα του μετέπειτα στρατηγού κατά την τελευταία προεπαναστατική δεκαετία (προαγορά της σοδειάς των χωρικών σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές) περιγράφεται εκεί καταλεπτώς από τον ίδιο.

      https://www.topontiki.gr/2011/04/01/makrigiannis-enas-iroas-sta-chronia-tis-epanastasis/

      Αυτό το διάστηµα που σχετίζεται µε τις οικονο­µικές του δραστηριότητες έχει επικριθεί από πολλούς µεταγενέστερους ιστορικούς, που τον παρουσιάζουν σαν έναν άνθρωπο καιροσκόπο του στενού ιδιωτικού συµφέροντος, ο οποίος, προκειµένου να πλουτίσει, δεν απέφυγε και την καταραµένη τοκογλυφία. Ιδιαίτερα επικρι­τικοί είναι ο Γεράσιµος Κακλαµάνης και ο Βασί­λης Ραφαηλίδης στα βιβλία τους «Η Ελλάς ως κράτος δικαίου» και «Ιστορία (κωµικοτραγική) του νεοελληνικού κράτους 1830-1974» αντί­στοιχα. Εδώ παρουσιάζεται ένα άλλο πρόσωπο του αγωνιστή, που τον θέλει έµπορο καταφερ­τζή· ο Ραφαηλίδης τον κατηγορεί επιπλέον και ως αρχαιοκάπηλο, που είχε καταφέρει να κερ­δίσει µεγάλη κτηµατική περιουσία κάτω από την Ακρόπολη. Μια ακόµα επώδυνη κατηγορία που προσάπτεται στον ήρωα Μακρυγιάννη είναι ότι η έχθρα του για τους Βαυαρούς προέρχεται από τα ρυµοτοµικά τους σχέδια, που προέβλε­παν απαλλοτριώσεις των κτηµάτων του.

      https://www.lifo.gr/culture/arxaiologia/ioannis-makrygiannis-ekfrastis-tis-ellinikis-psyhis-i-kairoskopos

      κατείχε μεγάλη κτηματική περιουσία, πολλές φορές καταπατημένη, αλλά ήταν κι ένας άνθρωπος που φρόντιζε να δικτυώνεται καλά, όπως συνέβη με τον Όθωνα, ο οποίος του βάπτισε το παιδί κι εκείνος, ως ανταπόδοση, του έδωσε το όνομά του.

      με τελείως προσωπικά κριτήρια ως προς τι θεωρείται δίκαιο και άδικο.

      Πορεύεται με δύο μέτρα και δύο σταθμά, κατηγορώντας τους αντιπάλους του για πράγματα που διαπράττει ο ίδιος. Αναγνωρίζει δηλαδή μόνο εκείνη την αδικία που υφίσταται ο ίδιος.

      Τι άνθρωπος ήταν όμως ο Μακρυγιάννης; «Διακατέχεται από μια θρησκοληψία πέραν της λογικής. Βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση βρασμού.
      Προς το τέλος της ζωής του, και ειδικά με το χειρόγραφο «Οράματα και Θάματα», διακρίνουμε το παραλήρημα ενός θρησκόληπτου παράφρονα».

    • Ο/Η Frixos λέει:

      Felix,
      Ας υποθεσουμε οτι εχεις δικιο,
      δηλαδη οτι ολοι εμεις ειμαστε εμποτισμενοι με κακια, επειδη οταν ημασταν μικροι ειχαμε πεσει σε βοθρο με σκατα.

      Ενω αντιθετως εσυ ησουν αγορι προσεχτικο (εβγαινες μονο μεχρι την εξωπορτα του σπιτιου σου), καθαρο και καλοχτενισμενο με χωριστρα παντα στην πεννα!

      Εξηγησε μου ομως κατι: Οταν γινεται μια συζητηση με παραθεση στοιχειων για καποιο συγκεκριμενο θεμα (π.χ. «Τι τυπος ηταν ο Μακρυγιαννης»), τι ειναι αυτο που σε κανει εσενα να ασχολεισαι με το τι τυποι ηταν οι συνομιλητες και οχι με το θεμα της συζητησης (που ειναι ο Μακρυγιαννης);;;

      Ενταξει, μπορει να ειναι κακα παιδια, αλλά εσυ δεν εχεις πει κουβεντα για το θεμα και συνεχως ασχολεισαι μαζι τους.

      Σε ολα τα ποστ αυτο κανεις (εισαι εκτος θεματος).

      Επειδη -οπως δηλωνεις- εχεις αφησει πισω σου την παιδικοτητα και την εφηβεια
      κι εδω μεσα -απ’ οτι ξερω- δεν κυκλοφορουνε εφηβοι, συνεπως ως ενηλικας μπορεις να αξιολογεις τα στοιχεια που παραθετιθενται και να μην επιρεαζεσαι απο …τα παιδικα του απωθημενα και την κακια του συγγραφεα και των σχολιαστων.

      Για προσπαθησε λοιπον να συγκεντρωθεις, πριν θα σε αρχισω στις βαριες κουβεντες (τι ειναι το «σημαινον» και τι το «σημαινομενο») …και πες μας τι γνωμη σου για τον Μακρυγιαννη (ητανε καλος ή κακος κυριος;;;).

      • Ο/Η Felix λέει:

        Αγαπητέ, ήταν ο Τσε Γκεβάρα ένας παντελώς ανίκανος στρατιωτικός ηγέτης, ένας κάκιστος πολιτικός, ένας κατά συρροήν δολοφόνος, ρατσιστής, ομοφοβικός και σεξιστής μοιχός?
        Αυτό είναι το θέμα. Τι ξεκινά την ανάγκη να πετάς σκατά στον ανεμιστήρα για οποιαδήποτε ιστορική προσωπικότητα.
        Ποιους διαλέγεις και γιατί.
        Ο κάθε Μακρυγιάννης είναι το σύμπτωμα, όχι η ασθένεια.
        Επίσης το θέμα είναι η έλλειψη κατανόησης του ότι ο κάθε βλακας μπορεί να πάρει την κάθε προσωπικότητα και με δύο τρία «άρα» να τον βγάζει ναζί, ρατσιστή, τέρας…..
        Τέλος το γιατί οι βλακες που το κάνουν νομίζουν ότι όλη αυτή η βλακεια τους κάνει να φαίνονται έξυπνοι…..

  7. Ο/Η Frixos λέει:

    Παλι τα ιδια
    (μωρ’ τι ΄ναι τουτος ‘δω;).
    Αν θεωρεις ότι πραγματικα οι σχολιαστες ειναι κακοπροαιρετοι γιατι δεν δοκιμαζεις ν’ αντικρουσεις τους ισχυρισμους τους με στοιχεια, αλλά επιλεγεις να τους βριζεις (“βλακες”, ”σκατά στον ανεμιστήρα” κλπ) ;;;
    Αν ξεθυμανες με τους σχολιαστες και τους Ροίδη – Λασκαρατο, εχεις κατι να μας πεις για το θεμα, που είναι ο Μακρυγιαννης;;;
    Ιδου πεδιο δοξης λαμπρο.

    • Ο/Η Felix λέει:

      Το θέμα σας είναι ο Μακρυγιάννης, το δικό μου θέμα είναι γιατί νιώθετε την ανάγκη να κάνετε ότι κάνετε με τον κάθε Μακρυγιάννη. Και επίσης γιατί σε αυτούς και όχι σε άλλους.
      Οπότε δεν έχω κανένα λόγο ή διάθεση να χαθώ μαζί σας στην θάλασσα στοιχείων που παραθέτετε την στιγμή που δεν παίζουν ρόλο τα στοιχεία, αλλά η διάθεση να μετατραπεί η έρευνα για μια ιστορική προσωπικότητα σε μια καταιγίδα εμπαθών χαρακτηρισμών.
      Εμένα με ενδιαφέρει μόνο από που προέρχεται η συγκεκριμένη καταιγίδα εν κρανίω, από που πηγάζει το πάθος που τρέφει την εμπάθεια.
      Επίσης αν δεν σας αρέσει ο χαρακτηρισμός βλαξ τότε μπορείτε να τον θεωρήσετε «άποψη βασισμένη σε στοιχεία», γιατί δεν δοκιμάζεις να αντικρούσεις τους ισχυρισμούς μου με στοιχεία?
      Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό.

      • Ο/Η roidis λέει:

        λέτε: «…γιατί νιώθετε την ανάγκη να κάνετε ότι κάνετε με τον κάθε Μακρυγιάννη»

        1. γιατί πιθανόν να μας ενδιαφέρει η ιστορική αλήθεια;;;
        2. γιατί πιθανόν όλη αυτή η ιστορική στρέβλωση επηρεάζει τον τρόπο σκέψης πολλών ανθρώπων;;;
        3. γιατί το Νο2 συμβάλλει στον μαζικό ανορθολογισμό;

        Έχει σημασία το όποιο «γιατί»;

        Έχετε σκεφτεί ότι με την Περιέργεια, το Λόγο και τον διάλογο, προχωρά η ανθρωπότητα;

  8. Ο/Η laskaratos λέει:

    Frixos,
    έγραψε σχόλια με μίσος και χυδαίες εκφράσεις και με κατηγορεί πως μισώ τους Έλληνες κλπ
    Του απάντησα
    στο σχόλιο 27/03/2021 στο 11:40 πμ
    με πολύ τεκμηριωμένο άρθρο πρώην δικαστικού που βασίζεται σε ιστορικές πηγές γεμάτο απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για τον Μακρυγιάννη, καθώς και με άρθρα από το Ποντίκι, την Εφ.τ.Συντακτών και το Lifo που βρίθουν χαρακτηρισμών: τοκογλύφος, αρχαιοκάπηλος, παραλήρημα θρησκόληπτου παράφρονα και οι χαρακτηρισμοί αυτοί φέρουν υπογραφές Βασίλη Ραφαηλίδη, Γεράσιμου Κακλαμάνη, Θ.Βερέμη κλπ.
    Δεν απάντησε στην απάντησή μου και συνέχισε βρίζοντας.

    • Ο/Η Felix λέει:

      Αγαπητέ, είναι τουλάχιστον περίεργο να με κατηγορείτε για «σχόλια με μίσος». Βλέπω ότι είσαστε υπερβολικά ευαίσθητος όταν ακούτε κριτική, την ίδια στιγμή που την πετάτε με τον τόνο δεξιά και αριστερά με πλήθος εμπαθών χαρακτηρισμών.
      Δεν κατάλαβα ότι αυτό που γράψατε ήταν απάντηση σε εμένα, εν μέρη γιατί δεν είμαι εξοικιωμένος με το σύστημα σχολιασμού και εν μέρη γιατί έχω μάθει πως όποιος απαντάει σε εμένα, απευθύνεται σε εμένα.
      Αλλά ακόμα και να καταλάβαινα ότι αυτό είναι απάντηση δεν θα σας απαντούσα, γιατί όπως εξηγώ στον φίλο πιο πάνω δεν είναι το θέμα μου να σας πάω κόντρες σε παραθέσεις ιστορικών πηγών και σχολίων ιστορικών για τον Μακρυγιάννη. Νομίζω ότι και εσείς καταλαβαίνετε ότι υπάρχουν για κάθε σχόλιο που λέει ότι ήταν ένας σιχαμένος τσιγκούνης τοκογλύφος τουλάχιστον δέκα που λένε ότι ήταν ήρωας. Θα βγάλουμε τίποτα? Άσε που δεν συμφωνώ με καμία από αυτές τις θέσεις!
      Είμαι αρκετά μεγάλος για να καταλαβαίνω πότε υπάρχει ανταλλαγή απόψεων και πότε όχι.
      Το θέμα μου είναι η εσωτερική ανάγκη, το μέγα πάθος που γέννα την εμπάθεια.
      Ο Μακρυγιάννης είναι απλά ένα νούμερο σε μια τεράστια λίστα ιστορικών προσώπων που κρίνοντας τους (ειδικά αν τους δούμε με ματιά του 21ου αιώνα την στιγμή που ζούσαν μερικούς αιώνες πριν) μπορούμε να τους σούρουμε τα μύρια όσα.
      Το θέμα μου είναι γιατί διαλέγετε αυτόν και όχι το ένα εκατομμύριο άλλους, και γιατί τέτοιο πάθος.
      Φυσικά και δεν μπορούν μερικά σχόλια να υποκαταστήσουν την ψυχανάλυση, αλλά νομίζω ότι μέσα από τα δικά σας είναι για εμένα εμφανές ότι υπάρχει μια σχέση μίσους και οργής με την χώρα σας και για αυτό αν θέλετε μπορούμε να συζητήσουμε βασιζόμενοι στα γραπτά σας. Το ότι το εκλαβάνετε ως κατηγορία είναι πολύ ενθαρυντικό πάντως, μιας και δείχνει ότι δεν έχετε συμβιβαστεί με αυτό.

      • Ο/Η Frixos λέει:

        ΟΛΙΓΑ ΠΕΡΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ
        (απλα και μονο για να μπορεσουμε να συνεννοηθουμε)

        Felix
        Λοιπον, ειλικρινα εισαι απιστευτος τυπος.

        Γινεται μια συζητηση για τον Μακρυγιαννη ως ιστορικη προσωπικοτητα, ερχεσαι και αλλάζεις την ατζεντα και βαζεις δικο σου θεμα: «Τι εμπαθεις που εισαστε οι σχολιαστες».

        Ομως χωρις μπεις στον κοπο να αποδειξεις οτι αυτα που ισχυριζονται ειναι αβασιμα μοιραζεις χαρακτηρισμους.

        Στην υποθεση εμφιλοχωρουν τα εξης ενδεχομενα:

        Αν αυτα που ισχυριζονται ειναι εις γνωσει τους αβασιμα τοτε ειναι ειναι εμπαθεις,

        Αν ειναι εν αγνοια τους αβασιμα τοτε εχουν λαθος πληροφορηση και οφειλεις να τους πληροφορησεις σωστα.

        Αν ομως οι ισχυρισμοι τους εχουν βαση τοτε οχι μονο δεν ειναι εμπαθεις αυτοι αλλά αυτος που τους χαρακτηριζει ετσι πρεπει να κοιταχτει (στον καθρεφτη).

        Και ποιος κρινει την βασιμοτητα των ισχυρισμων;;;

        Αυτη ακριβως ειναι η δουλεια της επιστημης που λεγεται Ιστορια και γινεται μεσω μιας διαδικασιας που ονομαζεται τεκμηριωση.
        Η τεκμηριωση γινεται με παραθεση στοιχειων τα οποια αξιολογουνται για την ακριβεια της προελευσης τους και την πιστοτητα τους.

        Και ο καθενας διαμορφωνει ελευθεραα την αποψη του.

        Στο σημειο αυτο θεωρω απαραιτητο να ανοιξω μια παρενθεση:
        Οι Γαλλοι με τους Γερμανους, που τους χωριζουν αστειρευτοι ποταμοι αιματος (απειρως μεγαλυτεροι ααπ΄οτι χωριζουν εμας με τους Τουρκους και τους αλλους γειτονες μας), εχουν συμφωνησει στην αναγκη να εξετασουν την αναθεωρηση των βιβλιων της ιστοριας τους οπως την αφηγειται η καθε πλευρα, για το κοινο οφελος των κοινωνιων τους.
        Στη χωρα του Θουκυδιδη αυτο θεωρειται εσχατη προδοσια (βλεπε αντιδρασεις για το βιβλιο Ιστορια της 6ης Δημοτικου).
        Απο μονο του αυτο το γεγονος αποδεικνυει οτι οι ανθρωποι που ζουν σε αυτον τον τοπο δεν ειναι ικανοι να αφηγηθουν με στοιχειωδη αξιοπιστια ουτε την πιο συγχρονη ιστορια τους. Κλεινει η παρενθεση.

        Με βαση την επισημη ιστορια (αυτη που διδασκεται στα σχολεια) ο Μακρυγιαννης ειναι ενας απο τους μεγαλυτερους ηρωες της επαναστασης, σε αυτη αποκλειεται και αποσιωπαται καθε αλλο (απο τα πολλά) ιστορικο στοιχειο (ομολογια συγχρονων του ή ιστορικων) που τον φερει ως στρατιωτικα ασημαντο, πολιτικο τυχοδιωκτη, αρπακτικο και ψυχακια (προφανως για να μην τσαλακωθει η εικονα του).
        Επειδη εδω βρισκομαστε εκτος σχολικης διδακτεας υλης, παραθετουμε αυτα τα στοιχεια κι ερχεσαι εσυ και μας προσαπτεις εμπαθεια κι ενα σωρο αλλους χαρακτηρισμους.

        Και το κανεις αυτο αφ’ υψηλου, χωρις να συμετεχεις στη συζητηση, χωρις να προσκομισεις κανενα στοιχειο:

        Γραφεις: «…δεν είναι το θέμα μου να σας πάω κόντρες σε παραθέσεις ιστορικών πηγών και σχολίων ιστορικών για τον Μακρυγιάννη»

        Τοτε τι ηρθες να κανεις, να μας πεις ποσο εμπαθεις ειμαστε;;;

        Οσοι συμμετειχουν ο καθενας συνεισεφερε μια αποψη, οι πιο ψαγμενοι συνεισεφεραν και στοιχεια (σωστα ή λαθος ειναι αλλο θεμα).

        Η δικη σου συνεισφορα ποια ακριβως ειναι, οι χαρακτηρισμοι και η δικη προθεσεων των σχολιαστων;;;

        Μηπως εχεις υπ’ οψιν σου τι σημαινει να δικαζει καποιος τις προθεσεις των αλλων;;;
        Μηπως ξερεις πως λεγονται αυτοι το κανουν ;;; (οπως βλεπεις, παρ΄οτι το κανεις, αποφευγω να σε χαρακτηρησω ως τετοιον)

        Αν θεωρεις λοιπον οτι αυτα που ισχυριζονται ειναι λαθος πες τους τα δικα σου σωστα και σταματα να ψυχιατρικοποιεις τις αποψεις των άλλων, να προβαινεις σε χαρακτηρισμους και να δικαζεις προθεσεις.
        ή, αν νοιωθεις την αναγκη να το κανεις, προσπαθησε τουλαχιστον να το κανεις με επιχειρηματα, εστω και για τα προσχηματα.

  9. Ο/Η Frixos λέει:

    Λασκαρατε,
    δεν υπαρχει αμφιβολια οτι προκειται για ιδιαζουσα περιπτωση …συνηγορου υπερασπισης, που αντι να προβαλει τις υπερασπιστικες θεσεις του πελατη του βριζει τους αντιδικους, ουτε ο Κουγιας δεν τα κανει αυτα.

    Και παρ’ ολο που εχει πολυ χεροτερη αποψη απο τους σχολιαστες για τον Μακρυγιαννη (τον χαρακτηριζει …»συμπτωμα ασθενειας»), κι αρνειται να τον υπερασπιστει, βριζει οσους τον κριτικαρουν.

    Παντως θα ελεγα οτι -εστω κι ετσι- καλο ειναι που κυκλοφορει εδω μεσα, αλλιως δεν βλεπω πως θα μπορουσαμε να ανταπεξελθουμε σ΄αυτες τις δυσκολες συνθηκες απομονωσης που διαγουμε λογω κορωνοϊού.
    Γιατι κακα τα ψεματα, μονο με την Καιτη Γαρμπη – Διονυση Σχινά στο «Mε το MEGA στο σπιτι» καραντινα δεν βγαινει.

    Οποτε αστονε να βριζει οσο θελει, μονο να φοραει μασκα κι οταν μπαινει να σκουπιζει τα ποδια του, για να μην τα κανει κωλος εδω μεσα.

    • Ο/Η laskaratos λέει:

      Ο αντίλογος και η διαφωνία είναι το οξυγόνο της Δημοκρατίας και πρέπει να υπάρχει γιατί όλοι μας κάνουμε λάθη και τον χρειαζόμαστε, αλλά να μην συνοδεύεται από argumentum ad hominem ως δήθεν επιχείρημα
      Σε ευχαριστώ

  10. Ο/Η Μητροπολίτης Σοδόμων και Γομόρρας Γαμαλιήλ λέει:

    Απολαυστικές οι ιστορικές αναδιφήσεις των τελευταίων ημερών. Η «ρωμαίικη δημοκρατία» και η θεολογική της τεκμηρίωση ακούγονται πιο αστείες και γραφικές και από τους κινδύνους που εγκυμονούσε η κατανάλωση πατάτας για το ορθόδοξο φρόνημα. Αλήθεια, με τόσες μεταφυσικές εμπειρίες που είχε ο Μακρυγιάννης πώς και δεν έχει προταθεί για αγιοποίηση; Πάντως, οι λόγιοι που τον θαυμάζουν μπορεί να έχουν ξεπεράσει σε υποκρισία και τους τρυφηλούς μητροπολίτες που αγιοποιούν ιδιόρρυθμους φτωχοκαλόγερους που τον τρόπο ζωή τους θα τον ξόρκιζαν ως τον χειρότερο εφιάλτη τους.

  11. Ο/Η Αναγνώστης Αθηναίος λέει:

    Είναι αλήθεια ότι ο Felix διάλεξε ένα θέμα που δεν είναι και το καλύτερο ως αφορμή για να εκφράσει τον προβληματισμό του.
    Οι περισσότερες ιστορικές πηγές δεν παρουσιάζουν τον Μακρυγιάννη ως ..ότι το καλύτερο.

    Πραχτικά αυτό που καταλαβαίνω ότι αναρωτάται είναι αν προσεγγίσεις σαν την παρακάτω

    Ο αφορισμός της Επανάστασης του 1821 από την Εκκλησία


    είναι απλά μια περιθωριακή τοποθέτηση ενός σχολιαστή, η αν εκφράζουν κάτι παραπάνω σχετικά με την προσέγγιση του ιστολογίου.

    Δεν τον ξέρω τον άνθρωπο (τον Felix), ούτε την ..περσόνα, με βάση αυτά που έγραψε (έστω και με ατυχείς επιλογές) προσπαθώ να συμπεράνω.
    Αλλά και από το μπλογκ ..περαστικός ήμουν (και είμαι), αν και το παρακολουθώ χρόνια.
    Ομολογώ όμως, ότι και εμένα με έχουν ξενίσει σχόλια, σε διάφορες αναρτήσεις και πολύ συχνά επαναλαμβανόμενα, τα οποία αναπαράγουν adhominem επιθέσεις σε υπαρκτά πρόσωπα (πχ ιεράρχες), με χρήση στοιχείων της ιδιωτικής τους ζωής και δη των σεξουαλικών τους προτιμήσεων και μάλιστα με λινκ σε ότι πιο κίτρινο (aka μαύρο) διαθέτει ο ..έντυπος και ηλεκτρονικός τύπος.
    Όπως επίσης και η απουσία απάντησης των ιστολόγων σε τέτοιες αναρτήσεις στα σχόλια.
    Απλώς παρατηρώντας για μεγάλο διάστημα το ιστολόγιο, έχω, καταρχήν, συμπεράνει ότι αυτό (δηλαδή η μη παρέμβαση των διαχειριστών) συμβαίνει για λόγους τήρησης της ελευθερίας της έκφρασης των σχολιαστών.
    ΔΙαφωνώ ή συμφωνώ με την τακτική, η εικόνα μου είναι ότι οι προθέσεις των ιστολόγων είναι καλές.

    Οπότε, δέχομαι τα πλην που επισημάνατε στις παρεμβάσεις του, παρόλα αυτά μπορεί κάποιος να δει και το ότι ζητάει κάτι συγκεκριμένο, το οποίο προσπαθεί να το διατυπώσει κιόλας.
    Η ζωή θα δείξει αν αυτό είναι ειλικρινές ή απλώς προσπάθεια να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα.

  12. Ο/Η Αναγνώστης Αθηναίος λέει:

    τήρησης = σεβασμού

  13. Ο/Η Felix λέει:

    Επειδή το σύστημα σχολιασμού δεν διευκολύνει ανταπαντήσεις στις αναταπαντήσεις (και καλά κάνει κατά την γνώμη μου) θα δώσω συνολικά μερικές εδώ πρως όλους όσους ενδιαφέρθηκαν για τα σχόλια μου ή ένιωσαν θιγμένοι από αυτά και ελπίζω να βρεθούμε να ξανασχολιάσουμε σε άλλες αναρτήσεις στο μέλλον.

    @Frixos
    «Τοτε τι ηρθες να κανεις, να μας πεις ποσο εμπαθεις ειμαστε;;;»
    Ακριβώς αυτό αγαπητέ, δεν καταλαβαίνω γιατί σου πήρε τόσο να το συνηδητοποιήσεις, δεν το έκρυψα και ανάμεσα στις λέξεις! Το είπα ανοιχτά.
    Αυτό είναι το θέμα μου και όχι ο Μακρυγιάννης .
    Θεωρώ ότι ο τρόπος, η επικέντρωση σε συγκεκριμένους στόχους, οι εκφράσεις, τα συμπεράσματα, η μη χρήση κανενενός ιστορικού πλαισίου, τα «άρα» …… Όλα αυτά δείχνουν μια εμπάθεια.
    Και όλες σας οι απαντήσεις του στιλ » μα εγώ έχω στοιχεία ότι ο Μακρυγιάννης ήταν κάθαρμα» , μια εντελώς παιδική αντιμετώπιση.

    @Roidis

    Αγαπητέ, ισχυρίζεστε ότι τα κίνητρα σας είναι υψηλά, τόσο υψηλά που νόμιζα ότι θα βάλω τα κλάματα και θα σας ζητήσω συγνώμη όσο τα διάβαζα.
    Αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας, μάχη ενάντια στον ανορθολογισμό, περιέργεια, διάλογος …… Συγκινητικές προθέσεις!
    Επειδή είναι εμφανές ότι τα πιστεύετε όλα αυτά θα σας πω μια ιστορία μπας και αρχίσετε να καταλαβαίνετε ότι κοροϊδεύετε τον εαυτό σας.

    Ας πούμε ότι υπήρξε μια κυρία που κάτω από διάφορες συγκυρίες στην ζωή της έγινε πόρνη. Αργότερα δε στην ζωή της έγινε και ιδιοκτήτρια ενός οίκου ανοχής. Παράλληλα όμως μεγάλωσε και ένα παιδί που ουδέποτε έμαθε το επάγγελμα της μητέρας του.
    Το πρώτο δίλημα που θέτω είναι κατά πόσο πρέπει το παιδί να βγει (έστω και ως ενήλικας) από τον μύθο που έχει πλάσει για την μητέρα του, κατά πόσο αυτό θα είναι μια χρήσιμη ή όχι εμπειρία. Εδώ υπάρχουν πολλές απόψεις αλλά για χάριν της ιστορίας μας ας πούμε ότι πρέπει, ότι επιβάλεται να μάθει την αλήθεια.
    Έχουμε δύο τρόπους να του το πούμε, ο πρώτος (ο δικός σας) είναι να τον πιάσουμε από τον γιακά και να του πούμε μέσα στην μούρη του: «Η μάνα σου ήταν μια βρωμερή πουτάνα που την γ…..σε όποιος είχε ένα δεκάρικο, και όχι μόνο αυτό αλλά ήταν και μια σιχαμένη τσατσά που έβγαζε κοριτσάκια στο κλαρί και ….. και ….. και …..» Συνεχίζοντας λέγοντας ιστορίες από την πολυτάραχη ζωή της συγκεκριμένης γυναίκας.
    Ο δεύτερος τρόπος είναι να τον πιάσουμε και να του πούμε ότι η μητέρα του είχε μια δύσκολη ζωή, με ακόμα πιο δύσκολα παιδικά χρόνια, έκανε πράγματα για τα οποία δεν ήταν περήφανη αλλά στην τελική μεγάλωσε εσένα με τον καλύτερο τρόπο που μπορούσε ……..

    Αρνούμαι να δεχτώ ότι αυτος που χρησιμοποιεί τον πρώτο, τον δικό σας τρόπο, το κάνει γατί τον ενδιαφέρει η αλήθεια, η περιέργεια, ο διάλογος και κουραφέξαλα!
    Το κάνει γιατί θέλει να πονέσει κάποιον, γιατί μισεί κάποιον και γιατί αντλεί ικανοποίηση από το να αποκαθηλώνει αυτό που για τον άλλον είναι ιερό.
    Δεν σας ενδιαφέρει η αλήθεια στο παραμικρό, για αυτό και δεν κάνετε όλη αυτή την έρευνα για δεκάδες άλλες ιστορικές προσωπικότητες που υπάρχουν ράματα για την γούνα τους, (σε τελική ανάλυση βγάζοντας κάποιον από το ιστορικό του πλαίσιο υπάρχουν πάντα ράματα για την γούνα του) αλλά για αυτούς που που ξέρετε ότι θα προκαλέσουν πόνο σε αυτούς που μισήτε τόσο πολύ , τους Έλληνες και κατ επεκτασιν τον εαυτό σας.
    Δεν σας κάνω προσωπική επίθεση, απλά προσπαθώ να αναλύσω τα κίνητρα σας. Αν αυτό σας προσβάλει δεν τρέχει και τίποτα, κανείς δεν πέθανε επειδή μια άποψη τον προσβάλει, δεν είσαστε σπουδαιότερος από τους υπολιπούς ανθρώπους ξέρετε. Εσείς μπορείτε όπως βλέπω να εκφράσετε θέσεις που προσβάλουν πολύ κόσμο και μπράβο σας , γιατί και εμείς δεν έχουμε το ίδιο δικαίωμα? Αν λοιπόν βγαίνετε εκεί έξω στον στίβο που μπορείτε να προσβάλετε κόσμο (και καλά κάνετε, θεωρώ ότι έχετε κάθε δικαίωμα), το θεωρώ λίγο κλαψιάρικο μετά να σηκώνετε το χεράκι και να λέτε ότι αυτό που μου είπε ο Felix ήταν adhominem. (το τελευταίο ήταν απάντηση στον Λασκαράτο).

  14. Ο/Η Frixos λέει:

    Felix,
    Επιτελους, μετα απο επανειλημμενες εκκλησεις ομολογησες οτι μοναδικος ο λογος της συμμετοχης σου στη συζητηση ηταν να την εκτρεψεις.

    Αρχισες τους χαρακτηρισμους, την ψυχιατρικοποιηση των αποψεων των σχολιαστων και την δικη προθεσεων, την οποια συνεχιζεις να ασκεις απευθυνομενος ανωτερω στον @Ροϊδη.

    Ραμματα υπαρχουν για την γουνα πολλων αγωνιστων, «Τα Καπακια» του Κωστη Παπαγιωργη είναι μια από τις πολλες πηγες που μπορει καποιος να διακρινει αυτά τα …ραμματα, αλλά ο Μακρυγιαννης αποτελει την πιο ακραια περιπτωση ενος “αγιοποιημενου” ηρωα που η επισημη ιστορια δεν του προσαπτει κανενα ψεγαδι.

    Στην παρουσα περιπτωση δεν κρινεται «εκτος ιστορικου πλαισιου», οπως προκλητικα αναφερεις στον @Ροϊδη, αλλά αποκλειστικα και μονο μεσα στο ιστορικο πλαισιο της εποχης του, από τις περιγραφες των συγχρονων του, που τον ειχαν συναναστραφει, ειχαν συνυπαξει και συμπολεμησει μαζι του.

    Απλα στην εδώ συζητηση παρατιθενται αυτα τα αποκρυφθεντα από την επισημη (σχολικη) ιστορια στοιχεια, απο τα οποια προκυπτει οτι ο Μακρυγιαννης αποτελει τον ορισμο του συντηρητισμου, της ακραιας θρησκοληψιας, του καιροσκοπισμου και της αρπαχτης, δηλαδη τον συνδιασμο ολων των χαρακτηριστικων που στη συγχρονη γλωσσα αποκαλειται «εθνοπατριωτισμος».
    Συν το γεγονος οτι ηταν ψυχακιας.

    Όπως διαπιστωσες μεχρι τωρα απεφυγα να προδικασω τις δικες σου προθεσεις και επανειλημμενα σε ρωτησα «Αφου δεν συμμετεχεις στη συζητηση επι του θεματος τι ηρθες να κανεις;».

    Τωρα που εσυ ο ιδιος ομολογησες τις προθεσεις σου, εχω να να σου πω τα εξης:

    Με το δακτυβρεχτο παραδειγμα του μικρουλη (με τη μαμα πορνη) Βασιλακη Καϊλα στον ρολο του Μακρυγιαννη που ανεφερες, μπερδεψες τη βουρτσα με την ιστορια.

    Προκειται για το ιδιο μπερδεμα που επαθαν και οι εθνοπατριωτες το 1922, όταν ξεκινησαν για την …Κοκκινη Μηλια και τελικα ξεκληριστηκε ολοκληρος ο ελληνισμος της Μικρας Ασιας.

    Τετοιες ιστοριες, και ακομα πιο δακρυβρεχτες από τη δικη σου, εχουν να σου πουν πολλες οι Τουρκοι και ο κάθε λαος που, αντι να “ξεβολευτει” διαλυοντας τις αυταπατες του, επιλεγει να ζει κρυπτομενος μεσα στο ψεμα.

    Ομως η ιστορια δεν αποτελει ένα συνονθυλευμα δακρυβρεχτων ηθικοπλαστικων αφηγηματων, αλλά γραφεται με τη γυμνη αληθεια.

    Αν δεν γνωριζεις για ποιο λογο ο Θουκυδιδης αποτελει τον θεμελιωτη της παγκοσμιας ιστοριογραφιας δεν προκειται να το καταλαβεις αυτό.

    Προφανως εχθρευεσαι τη ρηση: «Το εθνος πρεπει να μαθει να θεωρει εθνικο οτι ειναι αληθες» και ομολογεις οτι γουσταρεις 25η Μαρτιου με ταρατατζούμ, μπακαλιαρο σκορδαλια και Παπαμηχαηλ στο ρολο του Παπαφλεσα.

    Ετσι δεν χρειαστηκε να χρησιμοποιησει κανεις χαρακτηρισμους και δικη προθεσεων για να σου τραβηξει την κουκουλα του εθνοπατρισμου, την εβγαλες μονος σου.

    Τωρα που αποκαλυφθηκες μπορεις να περιφερεσαι εδώ ως τετοιος.

    • Ο/Η Frixos λέει:

      Ομως ο βασικος λογος που το αγνο ηθικοπλαστικο αφηγημα σου στον μικρουλη και αθωο Βασιλακη Καϊλα ειναι καταδικασμενο να καταρευσει δεν ειναι οι Ροϊδης – Λασκαρατος αλλά η ιδια μάνα, γιατι οσο κι αν «θελει η πουτανα να κρυφτει, η χαρα δεν την αφηνει».

      Κοιτα τη που βγηκε στη ρουγα και διαλλαλει τη χαρα της.

      Απο τον Σχολαριο Γεναδιιο στον Γρηγοριο και απο κει στον Χριστοδουλο, εξι αιωνες δρομος.

      ΥΓ
      Παραδεχομαι παντως οτι το προβλημα σου «Τι θα πουμε του παιδιιου;» ο Αρκας το ειχε προσεγγισει πολυ πιο παιδαγωγικα απο ‘μενα:
      Οταν ο ισοβιτης …εβαλε χερι στην κυρια του επειδη κουβαλησε το παιδι στη φυλακη να δει τον πατερα του με την ριγέ φόρμα, αυτη του απαντησε «Μην ανησυχεις, του ειπα οτι θα παμε στο ζωολογικο κηπο να δουμε τη ζεβρα».

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.