Μακρυγιάννης: Ένας (μισαλλόδοξος) Ρωμιός

[Με την ευκαιρία του μύθου της 25ης Μαρτίου]

του Αναγνώστη Λασκαράτου

[Β’ δημοσίευση »»» Α’ δημοσίευση »»»]


Από την αρχή διευκρινίζω πως απλά θέλω να φωτίσω κάποιες πτυχές του χαρακτήρα του Μακρυγιάννη που γενικά δεν θίγονται, κακής αρχής γενόμενης από τον Βλαχογιάννη που εξέδωσε το 1907 (ότι και όπως διάλεξε) από τα χειρόγραφα του νεκρού, στήνοντας τη βάση για να γεννηθεί αργότερα ένας ακόμη εθνικός Μύθος, που έβλεπε κι αυτός, όπως όλες οι πατριωτικές μυθολογίες, μόνο ότι ήθελε. Από εκεί πήραν τη σκυτάλη κι έβγαλαν τον «συγγραφέα» στην επιφάνεια μετά από αδιαφορία 30 χρόνων (ποιος άλλος;) ο Πεντζίκης (1936), ο Φωτιάδης, ο Θεοτοκάς, ο Σεφέρης (1943) που διαμόρφωσαν ο καθένας από τη σκοπιά του (θρησκευτική, πολιτική, αισθητική, ή γλωσσική), τη ρομαντική οπτική του λαϊκού ήρωα, του δημοκράτη, του αντάρτη, του ντόμπρου, του φυλετικά Έλληνα, του πατριώτη, του εμβληματικού ανθρώπου που σήμερα κατάληξε στα μάτια πολλών, πάνω του να συναντιούνται «πατρίς και θρησκεία», ευτυχώς όχι και η οικογένεια. Εδώ θα μιλήσουμε όχι τόσο για τη θρησκοληψία του, όσο για το χειρότερο, τη θρησκευτική του μισαλλοδοξία και με την ευκαιρία για κάποιες όχι ιδιαίτερα χριστιανικές οικονομικές του δραστηριότητες. Τα υπόλοιπα για τη (μάλλον υπερτιμημένη) δράση του στην Επανάσταση, για την 3ηΣεπτέμβρη και κυρίως για τη δημοτική του γλώσσα, έχουν συζητηθεί με το παραπάνω, σχεδόν πάντα βέβαια από εξωραϊστική σκοπιά, αλλά ξεφεύγουν από τις προθέσεις και τις δυνατότητες αυτού του άρθρου. Να διευκρινίσω μόνο, πως νομίζω ότι η συμμετοχή κάποιου στο δημοκρατικό κίνημα της 3ης Σεπτέμβρη, μπορεί απλά να σηματοδοτούσε και τη συμφεροντολογική συμπόρευση με το πλειοψηφικό ρεύμα της αντίθεσης στον εκδυτικισμό της Ελλάδας ο οποίος έθιγε προσωπικά συμφέροντα και αρχαϊκές κοινωνικές δομές. Άλλωστε ξέρουμε πια «τρεις του Σεπτέμβρη» τι μπορεί να σημαίνει. Η συνταγματική θέσμιση ήταν για όσους ένιωθαν την πικρία του παραμερισμού τους από το σύστημα ένα θαυμάσιο άλλοθι, για να εκδικηθούν συντασσόμενοι με τη δίκαιη και ενστικτώδη λαϊκή εξέγερση. Εκτός κι αν δεχθούμε πως ο πιστός του βυζαντινού Μεσαίωνα υιοθέτησε προς στιγμήν τις ιδέες του Διαφωτισμού. Ξεκαθαρίζω πως δεν μηδενίζω την προσφορά ενός ανθρώπου που πήρε μέρος στην Επανάσταση και που μετά τον φυλάκισε το αυταρχικό καθεστώς του Όθωνα, αλλά δεν δέχομαι τις εθελότυφλες ωραιοποιήσεις σαν κι αυτήν του ολόψυχα μεγαλοαστού Σεφέρη («Ένας Έλληνας …») που τον πήρε ο πόνος για το λαϊκό ήρωα. Ενδόμυχα και ανομολόγητα, νομίζω, οι συνειδητά συντηρητικοί λόγιοι, αναγνώρισαν στο θρησκόληπτο Μακρυγιάννη τον ακίνδυνο για το καθεστώς αντίποδα του πραγματικού Επαναστάτη, αυτού που θα ζητούσε πολύ περισσότερα από ένα εθνικό κράτος και μια συνταγματική μοναρχία με ορθόδοξο βασιλιά. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε στο Μακρυγιάννη τα ελαφρυντικά της αγραμματοσύνης και (από ένα σημείο και μετά) του ξεμωράματος, τα οποία βεβαίως δεν μπορούν να αναγνωριστούν στο λόγιο Κόντογλου του οποίου άλλωστε η θρησκευτική μισαλλοδοξία και η από τη μεριά του συνειδητή υιοθέτηση των ιεροεξεταστικών μεθόδων επιβολής και καταστολής της Βυζαντινής Εκκλησίας και Πολιτείας, δεν δικαιολογούνται παρά μόνο με όρους ψυχοπαθολογίας. Εκτός κι αν δεχτούμε πως στην εποχή του Κόντογλου, οι ακρωτηριασμοί, οι εκτυφλώσεις και το κάψιμο στην πυρά ανθρώπων και βιβλίων, μέθοδοι δηλαδή που υιοθετεί και εγκωμιάζει, ως στοιχεία της ιδανικής χριστιανικής Πολιτείας, θεωρούνταν φυσιολογικά.

Για να ξεκινήσω από την τσέπη του Μακρυγιάννη, που ήταν αυτή μάλλον που κυριαρχούσε ακόμη και πάνω στις ιδεοληψίες του, από τα βιβλία των Γερ.Κακλαμάνη «Η Ελλάς ως κράτος δικαίου» και Β.Ραφαηλίδη «Ιστορία (κωμικοτραγική) του νεοελληνικού κράτους 1830-1974», αναδύεται ο ήρωάς μας ως ο καταφερτζής Ρωμιός που έχει αποκτήσει πολύ μεγάλη περιουσία, τη γη κάτω από την Ακρόπολη κλπ με τρόπο αδιευκρίνιστο, μάλιστα ο δεύτερος τον κατηγορεί για αρχαιοκάπηλο. Είναι βέβαια γεγονός πως την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας ήταν έμπορος και δανειστής (επί το ειλικρινέστερο, τοκογλύφος) και πως οι Βαυαροί που σκοπό είχαν να φτιάξουν σχέδιο πόλης για την Αθήνα, (όπως έκαναν το 1834 στη σεισμόπληκτη Σπάρτη που σήμερα τους ευγνωμονεί για τη ρυμοτομία της), σίγουρα δεν θα άφηναν ανενόχλητα τα τσιφλίκια της σκιάς του Ιερού Βράχου. Το πως βρέθηκε ο (ανιδιοτελής χριστιανός και πατριώτης) Μακρυγιάννης να γίνει από φτωχόπαιδο γαιοκτήμων, όταν η Ελλάδα ήταν φτωχή και δοκιμαζόμενη, όταν άλλοι αγωνιστές πέθαιναν της πείνας και τα ορφανά περίμεναν ψωμί από τους ξένους Ιεραπόστολους, δεν μας το λέει η Εκκλησία των ελεημόνων Μιτροφόρων. Θα είναι κι αυτό ένα θαύμα. O τοκογλύφος είναι ένα χυδαίο είδος ανθρώπου, αλλά υπάρχει η εποχή και το κλίμα της, υπάρχει επίσης και η συνηγορία του Βλαχογιάννη, στο βαθμό που δεν αποτελεί ομολογία τοκογλυφίας και στο βαθμό που μεταφέρει την αλήθεια, πως κάποτε δηλαδή ο τοκογλύφος μας χάρισε και χρέη, όπως ο ίδιος όμως και μόνον αυτός ισχυρίζεται: «Σώφρων και ευφυής ηυδοκίμησεν ο Μακρυγιάννης από δε του 1815,ότε φαίνεται το πρώτον ίχνος των εμπορικών αυτού εργασιών…εργασθείς επί εξαετίαν μέχρι των αρχών του 1821,απέκτησεν ικανήν περιουσίαν, ήν αυτός λέγει ποσουμένην τω 1821 εις γρόσια 41,664.Τούτων 23,100 ήσαν η αξία των ακινήτων οικίας και αμπέλου,αι δε 18,564 ήσαν διατεθειμέναι είς δάνεια. Ητοι ο Μακρυγιάννης,αρχομένου του αγώνος είχε και εν χερσί μετρητά χρήματα, ών, άγνωστον το ποσόν. Εκ δε των οφειλομένων αυτώ, δύο μεν χιλιάδας γροσίων είχε χαρίση ήδη προ της εξ Αρτης φυγής,επιστρέψας τας ομολογίας εις τους οφειλέτας…»χάρη οτ’είναι φτωχοί», τα δε λοιπά πάντα μετά των ακινήτων απώλεσαν εσαεί…». Στο Μακρυγιάννη χρεώνεται (Γ.Κακλαμάνης) μια φράση από ομιλία του στη Συνταγματική Εθνική Συνέλευση του 1843: “Αν είναι να μείνουμε εμείς νηστικοί, ας πάει στο διάβολο η ελευθερία. Έφαγαν αυτοί, ας φάμε και εμείς τώρα” (από το βιβλίο “Η Ελλάς ως κράτος δικαίου”). Ο λόγιος κομμουνιστής Ραφαηλίδης που ποτέ του δεν αυτολογοκρίθηκε ούτε στρογγύλεψε τα λόγια του (αυτό που κάνει δυστυχώς σήμερα συστηματικά σε αυτά τα θέματα η Αριστερά) θεωρούσε το ξεβράκωμα του Μακρυγιάννη ζήτημα δημοκρατικής και πατριωτικής αναγκαιότητας. Άλλωστε η «αποκαθήλωση» του μύθου του εκφραστή της ρωμιορθόδοξης ψυχής είναι «εύκολη δουλειά», αφού «είχε βάλει την κουτάλα του στη χύτρα με τις πολιτικές αμαρτίες μέχρι τη λαβή. Το τι ανακάτευε…πάντως δεν μεριμνούσε για τον χορτασμό των πεντακισχιλίων» (Ευγ.Αρανίτσης-Ελευθεροτυπία-30-1’04)

Όποια πέτρα και να σηκώσεις γύρω από το Μακρυγιάννη θα βρεθείς μπροστά στο θρησκευτικό φανατισμό του, που τον οδηγεί ακόμη και στη «νοσταλγία» για την εποχή που το λαό διαφέντευε ο Πατρίκ εφέντης με το Σουλτάνο. Ο κ.Γιώργος Μεταλληνός διαπιστώνει «μια παραδοξότητα»: « Η δουλεία….δεν επέφερε την νέκρωση» του Ελληνισμού. Αντίθετα η απελευθέρωση απέδειξε ότι η ελευθερία μπορεί να φανεί καταστροφική, αν η ψυχή χάσει την αυτοσυνειδησία της….». Επικαλείται-ποιόν άλλο-το Μακρυγιάννη που διαπιστώνει πως αν ξέραμε τι λευτεριά μας περίμενε, «θα περικαλούσαμεν τον Θεόν να μας αφήσει εις τους Τούρκους άλλα τόσα χρόνια, όσο να γνωρίσουν οι άνθρωποι τι θα ειπεί πατρίδα, τι θα ειπεί θρησκεία….φιλοτιμία…αρετή…τιμιότη». Η βαθυστόχαστη αυτή διαπίστωση του κ. Μεταλληνού, που άθελά του εκθέτει το Μακρυγιάννη, έχει αναπαραχθεί εκτεταμένα σε επετειακές ομιλίες μητροπολιτών και κρατικών (ιερο)δασκάλων συχνά χωρίς να μνημονεύεται ο αιδεσιμολογιότατος εμπνευστής της.

Το 1834, δόθηκε από τη βαυβαρική Αντιβασιλεία και το φωτισμένο αρχιμανδρίτη Θεόκλητο Φαρμακίδη ισχυρό χτύπημα στις εκατοντάδες μονές, που σύμφωνα με τον περιηγητή William Mure ήταν «κυψέλες άχρηστων κηφήνων», καταργώντας και δημεύοντας όσες είχαν κάτω από 6 μοναχούς και στέλνοντας τις καλόγριες που ήταν σε αναπαραγωγική ηλικία στα σπίτια τους. Τετρακόσια δώδεκα μοναστήρια έβαλαν λουκέτο και από τα γυναικεία απόμειναν μόνο τρία. Περίτρομη η Σύνοδος (εικ.2 ο μητροπολίτης Αθήνας Ν.Μεταξάς) δεν τόλμησε να αντιδράσει για την κατάργηση αυτών των εστιών μόλυνσης: «Η Σύνοδος ευρίσκουσα εις τα μοναστήρια περισσότερον κακόν ή αγαθόν…γνωμοδοτεί να καταργηθώσιν όλα τα …….μοναστήρια των γυναικών» (Ναύπλιο, 31.1.1834). Έκλαψε, αντί γι’αυτήν, ο Μακρυγιάννης: «Και οι άναθεματισμένοι της πατρίδας πολιτικοί μας και oι διεφθαρμένοι αρχιερεiς… συμφώνησαν με τους Μπαυαρέζους και χάλασαν και ρήμαξαν όλους τους ναούς των Μοναστηριών». Στο μόνο που είχε όμως δίκιο ήταν ο χαρακτηρισμός των Αρχιερέων του.

Λίγο αν ψάξουμε θα βρούμε εύκολα το Μακρυγιάννη να επιτίθεται με ύπουλο τρόπο κατά των χριστιανών Ιεραποστόλων. Tο μίσος κατά των προτεσταντικών αιρέσεων είναι παλιό στην ορθόδοξη αίρεση. Ο Δοσίθεος Ιεροσολύμων, (πατριάρχης ειδικευμένος στις «Ζητείες», που έγινε επίσκοπος στα 25 του!) είχε συγγράψει και «Εγχειρίδιον ελέγχον την Καλβινικήν φρενοβλάβειαν» (Ιάσιο-1690). Ο ίδιος είχε συγκαλέσει από το 1672 Σύνοδο στην οποία συμμετείχαν Ρωμιοί, Ρώσοι και Άραβες με αφορμή την καλβινίζουσα ομολογία του πατριάρχη Λούκαρι. Η Σύνοδος ενέκρινε την ομολογία του «περί της πίστεως και θρησκείας των Γραικών» που περιείχε μαχητική επιχειρηματολογία κατά της Διαμαρτύρησης. Όταν ο Καποδίστριας επιχείρησε να εισάγει τις πατάτες διαδόθηκε ότι ο κυβερνήτης «δια της αντιθρησκευτικής και ασεβούς πράξεώς του να διδάξη την καλλιέργειαν της πατάτας, θα κάμη όλους τους ορθοδόξους ‘Αλούτερους’ (Λουθηρανούς)» και η γεύση τους και μόνο «ήθελεν οδηγήσει το χριστεπώνυμον πλήρωμα εις τα απύθμενα σκότη της κολάσεως…» (Κ.Δ.Τριανταφυλλόπουλου «Θεός και Θέμις», Αθήναι 1912). Πιο πολύ φόβιζαν τους Συνοδικούς οι αποσχίσεις από την αμαρτωλή τους μάντρα. Ο Άνδριος ιερομόναχος Θεόφιλος Λουλούδης, μαθητής στη Σύρο στο σχολείο του Αμερικανού ιεραπόστολου Κορκ, έγινε με την σειρά δάσκαλος, έχτισε σχολεία «έμπειρος περί τα αρχιτεκτονικά», δίδαξε με την αλληλοδιδακτική μέθοδο σε σχολεία της Λακωνίας (Βρέσθενα κλπ) και απέβαλε το 1834 το σχήμα του για να παντρευτεί (Τρ. Ευαγγελίδης «Η Παιδεία επί Τουρκοκρατίας»-1936, ανατύπωση από τις «Αναστατικές Εκδόσεις Δ.Ν.Καραβία, Βιβλ.Ιστ.Μελετών). Μάλιστα σαν φίλος του Καϊρη, είχε παραπεμφθεί μαζί του και με άλλους δυο, για να δικαστεί στις 21 Δεκεμβρίου 1852, «κεκλεισμένων των θυρών», στο πλημμελειοδικείο Σύρου, «ὡς συνεταῖροι καὶ διαδόται θρησκευτικῆς αἱρέσεως μὴ ἀναγνωρισμένης ὑπὸ τῆς Κυβερνήσεως καὶ οὐσιωδῶς ἀντιβαινούσης εἰς τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἐπὶ προσηλυτισμῷ, κατ’ ἐπανάληψιν χλευάσαντες τὰ δόγματα καὶ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.»

….

Συνεχίζεται

This entry was posted in τυχοδιωκτικός πατριωτισμός, ανορθολογισμός, κοινωνία/πολιτική. Bookmark the permalink.

15 Responses to Μακρυγιάννης: Ένας (μισαλλόδοξος) Ρωμιός

  1. Ο/Η Άρης Βελουχιώταρος λέει:

    https://www.lifo.gr/culture/vivlio/i-kataskeyi-toy-makrygiannismoy

    Διαβάζοντας Τον Μακρυγιάννη
    Η κατασκευή ενός μύθου από τον Βλαχογιάννη, τον Θεοτοκά, τον Σεφέρη και τον Λορεντζάτο

    Ο Μακρυγιάννης είναι ένας από τους πιο ισχυρούς μύθους της νεότερης Ελλάδας. Αριστεροί, δεξιοί και νεορθόδοξοι τον θεωρούν δικό τους, οι λογοτέχνες τον θαυμάζουν, οι πατριώτες τον επικαλούνται και όλοι δέχονται ότι ο Ρουμελιώτης αγωνιστής με το «απελέκητο» γράψιμο ενσαρκώνει όσο κανένας άλλος τα εθνικά μας ορμέφυτα: ανθρωπιά, ελευθερία, δικαιοσύνη, καλαισθησία, αγάπη για την πατρίδα. Όπως όλοι οι μύθοι όμως, έτσι και ο Μακρυγιάννης δεν προέκυψε αλλά κατασκευάστηκε. Το βιβλίο Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη αναλύει προσεκτικά τις αναγνώσεις του Βλαχογιάννη, του Θεοτοκά, του Σεφέρη και του Λορεντζάτου, για να αναδείξει τους τρόπους με τους οποίους ο μύθος του Μακρυγιάννη εμπλέκεται με τις μεταλλάξεις και τα σταθερά σημεία της νεοελληνικής ιδεολογίας, από το κίνημα του δημοτικισμού και τη γενιά του 30, μέχρι τη νεορθοδοξία και τον σύγχρονο ελληνοκεντρισμό. Ο Μακρυγιάννης, αυτός ο υποδειγματικός Έλληνας, είναι ένα από τα κλειδιά που μας βοηθούν να καταλάβουμε πώς κατασκευάστηκε και πώς λειτουργεί η έννοια της ελληνικότητας.

    Η κατασκευή του «μακρυγιαννισμού»

    Κι αν αυτός ο υποδειγματικός Έλληνας «κατασκευάστηκε»; Μήπως θα έπρεπε ν’ απομυθοποιηθεί; Μήπως τα γραπτά του, από «ιερά κειμήλια» πρέπει ν’ αντιμετωπίζονται απλώς ως ιστορικές πηγές; Τα παραπάνω ερωτήματα βρίσκονται στο επίκεντρο του πυκνού δοκιμίου του Γιώργου Γιαννουλόπουλου «Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη».

    Σταυρούλα Παπασπύρου
    2.3.2021


    Γιώργος Γιαννουλόπουλος

    Ο στρατηγός Μακρυγιάννης, χάρη στα «Απομνημονεύματά» του, αποτελεί ένα από τα πιο ισχυρά σύμβολα της νεότερης Ελλάδας. Ο Ρουμελιώτης αγωνιστής με το απελέκητο γράψιμο, ο «πιο ταπεινός αλλά και ο πιο σταθερός διδάσκαλος» του Γιώργου Σεφέρη, έναν αιώνα τώρα ενσαρκώνει όσο λίγοι την ελληνική ψυχή: τον άσβεστο πόθο της για ελευθερία και δικαιοσύνη, τη γενναιότητα, την ανθρωπιά της.

    Κι αν αυτός ο υποδειγματικός Έλληνας «κατασκευάστηκε»; Μήπως θα έπρεπε ν’ απομυθοποιηθεί; Μήπως τα γραπτά του, από «ιερά κειμήλια» πρέπει ν’ αντιμετωπίζονται απλώς ως ιστορικές πηγές;

    Τα παραπάνω ερωτήματα βρίσκονται στο επίκεντρο του πυκνού αλλά όχι απροσπέλαστου δοκιμίου του Γιώργου Γιαννουλόπουλου «Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη» (Πόλις, 2003), όπου ο πρώην διευθυντής της ελληνικής υπηρεσίας του ΒΒC και αρθρογράφος σήμερα στην Εφημερίδα των Συντακτών επιχείρησε κάτι χωρίς βιβλιογραφικό προηγούμενο: ν’ αναλύσει γραμμή προς γραμμή τις αναγνώσεις του Μακρυγιάννη από τους Γιάννη Βλαχογιάννη, Γιώργο Θεοτοκά, Γιώργο Σεφέρη και Ζήσιμο Λορεντζάτο, να εξετάσει το ιδεολογικό πλαίσιο από το οποίο προέκυψαν –δημοτικισμός, Γενιά του ΄30, νεορθοδοξία– και ν’ αναδείξει τις καταβολές του ελληνοκεντρισμού.

    Ο ίδιος, έχοντας ζήσει κι εργαστεί για μεγάλα διαστήματα στη Βρετανία, την Ιταλία και τη Γαλλία, εκτέθηκε «σε τρόπους σκέψης που σε κάνουν ν’ αμφιβάλλεις για το αυτονόητο. Ζώντας έξω, δεν τον βίωσα τον Μακρυγιάννη αλλά τον αντίκρυσα».

    Η καρδιά του προβλήματος, σύμφωνα με τον συγγραφέα του «Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη», βρίσκεται στο γεγονός ότι ο στρατηγός αναδείχτηκε εξέχουσα ιστορική φυσιογνωμία μέσα από «λογοτεχνικές» αναγνώσεις, βαθύτατα αντιιστορικές.

    Με εξαίρεση τον λογοτέχνη και ιστοριοδίφη που ανακάλυψε, αποκρυπτογράφησε και δημοσιοποίησε το χειρόγραφο των «Απομνημονευμάτων», τον Γιάννη Βλαχογιάννη, ο οποίος είχε κάποιες γνώσεις για το ΄21, κανείς από τους υπόλοιπους δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, επισημαίνει ο Γιαννουλόπουλος. «Αν όμως συγκρίνουμε την αφήγηση του στρατηγού με τις εκδοχές άλλων αγωνιστών του ΄21 ή με ό,τι πραγματικά συνέβη, οι αποκλίσεις είναι ενδιαφέρουσες».

    Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, «στον άδικα παραμελημένο Πρόλογο του Βλαχογιάννη, στην έκδοση του 1907, εντοπίζονται εν σπέρματι όλες οι αισθητικές, γλωσσικές, ιστορικές και γενικά ιδεολογικές θέσεις απ’ όπου ξεφύτρωσε ο αειθαλής μακρυγιαννισμός». Μιλώντας τη γλώσσα του μαχόμενου δημοτικισμού των αρχών του 20ού αιώνα, ο Βλαχογιάννης θεωρεί ότι η αμεσότητα, η απουσία δηλαδή διαμεσολάβησης και επεξεργασίας, καθιστά το κείμενο του αυτοδίδακτου στρατηγού υπόδειγμα λαϊκής σοφίας και τελειότητας.

    Κι ενώ υπήρξε ο μόνος που αναρωτήθηκε για την αξιοπιστία των «Απομνημονευμάτων» παραδεχόμενος ότι ο συγγραφέας τους «και ως στρατιωτικός και ως πολιτικός δεν ήτο απαλλαγμένος φιλοδοξίας», αντιμετώπισε –λανθασμένα κατά τον Γιαννουλόπουλο– το πάθος του Μακρυγιάννη ως εγγύηση φιλαλήθειας και ειλικρίνειας, υιοθετώντας αβίαστα την άποψη εκείνου που υποτίθεται ότι έκρινε.

    Αν για τον Βλαχογιάννη το μεγάλο επίτευγμα του Μακρυγιάννη ήταν η ικανότητά του να μεταφέρει ανόθευτα τα λόγια της εθνικής ψυχής, για τον Γιώργο Θεοτοκά η αξία του ηρωικού στρατηγού έγκειται στην εκρηκτική προσωπικότητά του, στη φιλοδοξία του ν’ αναδειχτεί ως άτομο, να εκφραστεί και να αυτοεκπληρωθεί αυθεντικά. Σύμφωνα πάντα με τον Γιαννουλόπουλο, στο επίμαχο άρθρο του Θεοτοκά (Νέα Εστία, Οκτώβριος 1941) ο συγγραφέας του «Ελεύθερου πνεύματος» δεν ανακαλύπτει παρά το πρότυπο του ρηξικέλευθου νέου που ο ίδιος είχε κατασκευάσει πολύ πριν διαβάσει τα «Απομνημονεύματα».

    Την μεγαλύτερη ευθύνη, ωστόσο, ως προς την «κατασκευή του μακρυγιαννισμού», ο Γιαννουλόπουλος δεν την χρεώνει ούτε στον Βλαχογιάννη, ούτε στον Θεοτοκά, ούτε στον Ζήσιμο Λορεντζάτο, ο οποίος στο «Τετράδιο του Μακρυγιάννη» («Μελέτες», εκδ. Δόμος, 1994) παρουσιάζει τον στρατηγό ως ιδανικό εκπρόσωπο της λαϊκής παράδοσης, ενδεδυμένης τώρα με μια έντονα ορθόδοξη χροιά. Βασικός στόχος του συγγραφέα είναι ο Σεφέρης, δεδομένου ότι η επιρροή των γραπτών του είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη.

    Η ανάγνωση του Σεφέρη, ισχυρίζεται o Γιαννουλόπουλος, εξαφανίζει τη δεδηλωμένη πρόθεση του στρατηγού να παρέμβει πολιτικά, μεταλλάσσοντάς τον σε καλλιτέχνη. Και δικαιώνει τις παρεμβάσεις του στον δημόσιο βίο, επειδή τον έχει δικαιώσει καλλιτεχνικά.

    Ο Σεφέρης συνοψίζει την αλήθεια της περιόδου εκείνης ως εξής: «… για τους ανθρώπους που ανάλαβαν να διοικήσουν τον τόπο, υπήρχε ένα εξαιρετικά δύσκολο πρόβλημα: να βάλουν σε τάξη ένα χάος, όπως έλεγαν… Τι έκαναν; Κάθησαν και βρήκαν αυθαίρετα την ευκολότερη λύση, έσβησαν δηλαδή το πρόβλημα με μια μονοκοντυλιά». Μ’ άλλα λόγια, αποφάσισαν να διαθέσουν τους πόρους του κράτους για τη συντήρηση του βαυαρικού στρατού αντί να δώσουν, όπως γράφει στις «Δοκιμές», «ένα κομμάτι ψωμί στους πεινασμένους που βοούσαν έξω από τις πόρτες του Ναυπλίου… Μ’ αυτόν τον στρατό διέλυσαν ή έδιωξαν έξω από το κράτος τους παλιούς αγωνιστές, τους φοβερούς αυτούς αγριανθρώπους, όπως πίστευαν».

    Ο Γιαννουλόπουλος αντιπαραβάλλει την παραπάνω «σχηματική» προσέγγιση με το έργο του ελληνοαμερικανού Τζον Πετρόπουλος «Πολιτική και συγκρότηση κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο 1833-1843» (ΜΙΕΤ, 1997), το οποίο «σύμφωνα με την ομόφωνη γνώμη των ειδικών» φωτίζει όσο κανένα άλλο αυτό το τμήμα της νεοελληνικής ιστορίας. Ο Πετρόπουλος, επισημαίνει, έχει απέναντί του ένα πολύ πιο ευρύ και σύνθετο ορίζοντα: δεν είναι από τη μια το κράτος και από την οι παλιοί αγωνιστές, αλλά διαφορετικές ομάδες και πρόσωπα που κινούνται προς διαφορετικές κατευθύνσεις, κι ένα κράτος που προσπαθεί να συγκροτηθεί εξισορροπώντας ανάμεσα σε επιμέρους αιτήματα και προωθώντας ορισμένους στόχους, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται υπό την προστασία τριών ξένων, και συχνά αντίπαλων, μεγάλων δυνάμεων.

    «Ένα από αυτά τα πρόσωπα ήταν και ο Μακρυγιάννης και μάλιστα όχι ιδιαίτερα σημαντικό» λέει ο Γιαννουλόπουλος. Και στη συνέχεια, καταπιάνεται με το θεμελιώδες επιχείρημα του Σεφέρη, ότι δηλαδή πρέπει να δούμε τα «Απομνημονεύματα» σαν ένα κρίσιμο σταθμό μιας πορείας η οποία άρχισε πριν από δυο χιλιάδες χρόνια περίπου.

    «Ο Σεφέρης μας λέει δύο πράγματα» διαβάζουμε. «Το πρώτο, ότι ο αγράμματος Μακρυγιάννης έχει από μόνος του συνειδητοποιήσει πως η νεότερη Ελλάδα αποτελεί συνέχεια της αρχαίας και συνεπώς βλέπει την Επανάσταση του ΄21 σαν μια προσπάθεια να αποκατασταθεί η εθνική ουσία. Και το δεύτερο, ότι το συγκεκριμένο αίσθημα είναι πολύ πιο ουσιαστικό, πολύ πιο γνήσιο από τις αφηρημένες έννοιες που επεξεργάζονται σχολαστικά στις χρυσοποίκιλτες ακαδημίες λογιότατοι και αρχαιολόγοι…».

    Κι όμως, η σύνδεση της νεότερης με την αρχαία Ελλάδα, έργο λογιοτάτων είναι, απαντά ο Γιαννουλόπουλος. Δεν κατασκευάστηκε από γιους τσομπάνηδων αλλά από τους διαφωτιστές. Και στο σημείο αυτό, ανοίγει μια τεράστια παρένθεση με αναφορές στον γερμανικό ρομαντισμό και στο έργο του φιλοσόφου Χέρντερ, υποστηρίζοντας πως εκεί εντοπίζονται τα σπέρματα του «λόγου περί ελληνικότητας». («Όποιες αλλαγές και να επέφερε η ιστορία, έλεγε ο Χέρντερ, ο εθνικός μας χαρακτήρας δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά. Η εθνική αλήθεια, διακήρυσσε, εκφράζεται από τον απλό λαό και τους πραγματικούς καλλιτέχνες»).

    Η ιδρυτική αρχή της νεοελληνικής ιδεολογίας που ο Σεφέρης διατύπωσε επιγραμματικά στις «Δοκιμές» («το πνεύμα του Έλληνα μένει πάντα ‘όμοιο εαυτώ’»), έχει κατά μία έννοια μεταφραστεί από τα γερμανικά, συνεχίζει ο Γιαννουλόπουλος. Αυτό όμως αποσιωπήθηκε. Γιατί διαφορετικά «θα παραδεχόμαστε εμμέσως ότι η εθνική ψυχή άρχισε να μιλάει μόνον όταν οι ξένοι μας έμαθαν πώς να την ακούμε».

    Η καρδιά του προβλήματος, σύμφωνα με τον συγγραφέα του «Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη», βρίσκεται στο γεγονός ότι ο στρατηγός αναδείχτηκε εξέχουσα ιστορική φυσιογνωμία μέσα από «λογοτεχνικές» αναγνώσεις, βαθύτατα αντιιστορικές. Όταν ο Βλαχογιάννης μιλάει για την πηγή της ζωής που «ήρχετο λίαν μακρόθεν, εκ των βαθυρρίζων θεμελίων της φυλής και του έθνους», όταν ο Θεοτοκάς του αποδίδει την ικανότητα να συνδυάζει «τη μαστοριά των βιοτεχνών της Ελλάδας, την κληρονομιά της βυζαντινής τέχνης και την υποσυνείδητη επίδραση των αρχαίων ναών», όταν ο Σεφέρης διακηρύττει ότι «τους αρχαίους, αν θέλουμε πραγματικά να τους καταλάβουμε, πρέπει πάντα να ερευνάμε την ψυχή του λαού μας», κι όταν ο Λορεντζάτος βλέπει στα λόγια του τις αιώνιες ελληνικές ιδέες ν’ αναδύονται μέσα από τα «σκοτεινά έγκατα όπου καλουπώνονται σχήματα διανοίας», όλοι τους, σύμφωνα με τον Γιαννουλόπουλο, τονίζουν «το στοιχείο που έχει συγκροτηθεί εκτός ιστορίας και γι’ αυτό μπορεί και να αντιστέκεται στον χρόνο».

    Από τη μεριά του, αντιμετωπίζει τον Μακρυγιάννη ως ιστορικό και κοινωνικό φαινόμενο, όχι ως λογοτεχνικό: «Ο αυτοδημιούργητος αυτός καπετάνιος, ο ταγμένος στην υπηρεσία του κράτους, ήταν σίγουρα γενναίος και τίμιος για τα μέτρα της εποχής. Αλλά υπήρχαν κι άλλοι, δεν ήταν μοναδικός».

    Όποιος αναζητά ένα ολοκληρωμένο πορτρέτο του τελευταίου, δεν έχει παρά να διαβάσει τον «Βίο του στρατηγού Μακρυγιάννη» του Νίκου Θεοτοκά (Βιβλιόραμα, 2012), όπου ο γνωστός ιστορικός, παλιός μαθητής του Σπύρου Ασδραχά, χωρίς κατεδαφιστικές διαθέσεις και στηριζόμενος αποκλειστικά στις διαθέσιμες ιστορικές πηγές, εξετάζει τις συνθήκες που έζησε και έδρασε ο Μακρυγιάννης με τα μέτρα του δικού του και μόνο κόσμου.

  2. Ο/Η Παλιός λέει:

    https://www.topontiki.gr/2013/01/14/iroas-i-tokoglifos/

    Ήρωας ή τοκογλύφος;
    Από Ποντίκι Art
    14.01.2013 22:00

    Η σχιζοφρενική διδασκαλία της Ιστορίας

    Του Γιώργου Ι. Αλλαμανή

    Μία εθνική σχιζοφρένεια χαρακτηρίζει τη διδασκαλία της Ιστορίας στην Ελλάδα, τουλάχιστον από τη Μεταπολίτευση του 1974 μέχρι σήμερα.

    Στα μεν σχολεία ο ηρωποιητικός μηχανισμός και η κατασκευή της εθνικής ταυτότητας υπακούουν στην παραδοσιακή «τριπλή» αντίληψη της ιστορικής γραμμής που ανέπτυξε τον 19ο αιώνα ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: Αρχαία Ελλάδα – Βυζάντιο – Νεότεροι Χρόνοι.
    Στα δε πανεπιστήμια η ιστορική επιστήμη ασκεί κριτική στο κυρίαρχο ελληνοχριστιανικό ιδεολόγημα, αφήνοντας χώρο για αδογμάτιστο διάλογο, καταδύσεις στις πηγές, πολλαπλές ερμηνείες.
    Τα ξανασκεφτόμουν όλα αυτά διαβάζοντας προ ημερών μία συνέντευξη του ιστορικού Νίκου Θεοτοκά στα «Νέα», στη Μικέλα Χαρτουλάρη, με αφορμή το κατακαίνουργιο βιβλίο του «Ο βίος του στρατηγού Μακρυγιάννη» (εκδόσεις Βιβλιόραμα).

    Μελετητής του Μακρυγιάννη ήδη από τη δεκαετία του ’80, ο συγγραφέας εκλαϊκεύει – κι αυτό τον κάνει να ξεχωρίζει από τον ακαδημαϊκό αυτισμό όσων «αναστοχάζονται» σε συμπόσια στο περιθώριο της κοινωνίας – τον βίο του νεαρού Ρουμελιώτη που έπεσε στη φωτιά του 1821 ως «[…] ο παραδοσιακός άνθρωπος που πολέμησε με τους επαναστάτες για να γκρεμίσει τον μόνο κόσμο στον οποίο μπορούσε να υπάρχει».

    Ο Μακρυγιάννης είχε 100 ενόπλους, η Διοίκηση τον πλήρωνε για υπερδιπλάσιους – greek statistics. Ήταν αντιφατικός: τοκογλύφος και δεκτικός στην ιδέα του έθνους, τη μια με τον Κολοκοτρώνη στις εμφύλιες συρράξεις, την άλλη εναντίον των καπεταναίων, ευνοημένος του Όθωνα και αρχισυνωμότης, μεγαλοϊδιοκτήτης ακινήτων και μισότρελος κήρυκας της εν Χριστώ πενίας στα γεροντάματα.

    Και η γενιά του ’30 και η Αριστερά αγιοποίησαν προκρούστια τον Μακρυγιάννη. Τον έβαλαν η καθεμιά στα δικά της καλούπια. Τον μετέτρεψαν σε «πρότυπο φρονηματισμού», έναν διδακτικό άγιο, με φράσεις σκόρπιες (όπως η θαυμάσια «Είμαστε εις το εμείς κι όχι εις το εγώ»), αλλά αποκομμένο από την εποχή του, δηλαδή από τη φοβερή γέννηση και τα πρώτα βήματα του ανίσχυρου – τότε και πάντα – νεοελληνικού προτεκτοράτου.

    Αν πριν από λίγα χρόνια μία τηλεοπτική σειρά όπως το «1821» του ΣΚΑΪ έκανε τους επαγγελματίες πατριώτες να βγάζουν αφρούς από το στόμα, αυτή η επανατοποθέτηση ενός εικονίσματος θα πρέπει να μας προβληματίσει για το αβυσσαλέο ρήγμα που χωρίζει τη σχολική ιστορική αφήγηση από την αδογμάτιστη επιστήμη και τις χίλιες κοφτερές ακμές της «αλήθειας».

  3. Ο/Η Gay monk λέει:

    Γράφει ο παλαιοημερολογίτης δεσπότης Κήρυκος


    Από μίαν ἐπίσκεψιν εἰς Κύπρον.
    Εἰς την φωτογραφία μαζί με τον
    π. Μιχαήλ Κουρτῆ.

    https://kirykos.livejournal.com/887550.html

    ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΗΡΥΚΟΣ (kirykos) wrote,
    2014-05-14 17:49:00

    ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ:ΦΡΑΓΚΕΜΕΝΟΥΣ ΜΑΣ ΘΕΛΟΥΝ

    Φραγκεμένους μας θέλουν τα τσογλάνια του τρισκατάρατου του Πάπα.

    O αθάνατος Στρατηγός Μακρυγιάννης
    :
    Και βγήκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνήτες, Έλληνες, σπορά της εβραιουργιάς, που είπαν να μας σβήσουν την Αγία Πίστη, την Ορθοδοξία, διότι η Φραγκιά δεν μας θέλει με τέτοιο ντύμα Ορθόδοξον. Και εκάθησα και έκλαιγα δια τα νέα παθήματα. Και επήγα πάλιν εις τους φίλους μου τους Αγίους. Άναψα τα καντήλια και ελιβάνισα λιβάνιν καλόν αγιορείτικον.

    Και σκουπίζοντας τα δάκρυά μου τους είπα: «Δεν βλέπετε που θέλουν να κάμουν την Ελλάδα παλιόψαθα; Βοηθείστε, διότι μας παίρνουν, αυτοί οι μισοέλληνες και άθρησκοι, ό,τι πολυτίμητον τζιβαϊρικόν έχομεν. Φραγκεμένους μας θέλουν τα τσογλάνια του τρισκατάρατου του Πάπα. Μην αφήσετε, Άγιοί μου αυτά τα γκιντί πουλημένα κριγιάτα της τυραγνίας να μασκαρέψουν και να αφανίσουν τους Έλληνες, κάνοντας περισσότερα κακά από αυτά που καταδέχθηκεν ο Τούρκος ως τίμιος εχθρός μας».

    Το χαρτί του πατρο- Κοσμά έβαλα και μου το εκαθαρόγραψαν. Και το εκράτησα ως Άγιον Φυλαχτόν, που λέγει μεγάλην αλήθειαν. Θα πω να μου γράψουν καλλιγραφικά και τον άλλον αθάνατον λόγον του, «τον Πάπαν να καταράσθε ως αίτιον». Θέλω να το βλέπω κοντά στα’ κονίσματά μου, διότι τελευταίως κάποιοι δικοί μας ανάξιοι λέγουν ότι αν τα φτιάξουμε με τον δικέρατον Πάπαν, θα ολιγοστέψουν οι κίντυνοι, τα βάσανα και η φτώχεια μας, τρομάρα τους.

  4. Ο/Η Aιλάδα + Ωρθωδοξύα λέει:



  5. Ο/Η Παφίτης λέει:

    https://dialogos.com.cy/kyvernisi-tzami-episkopis-anegkefaloi-proschima-ton-patriotismo-oi-vandaloi/

    Κυβέρνηση για τζάμι Επισκοπής: Ανεγκέφαλοι με πρόσχημα τον πατριωτισμό οι βάνδαλοι
    March 25, 2021 – 8:38 pm

    Την αντίδραση της Κυβέρνησης προκάλεσε περιστατικό που σημειώθηκε στην Επισκοπή Λεμεσού, όπου άγνωστοι έγραψαν, με μπλε μπογιά, συνθήματα και σχεδίασαν ελληνικές σημαίες και σταυρούς στους τοίχους του τζαμιού της περιοχής.

    Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το βράδυ της Πέμπτης, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Κυριάκος Κούσιος, αναφέρει ότι η Κυβέρνηση καταδικάζει «έντονα και ανεπιφύλακτα τις απαράδεκτες ενέργειες κάποιων ανεγκέφαλων οι οποίοι με την πρόφαση του δήθεν πατριωτισμού, προσβάλλουν θρησκευτικούς χώρους λατρείας, αλλά και την ίδια την έννοια του πατριωτισμού που μας έχουν διδάξει οι ένδοξοι ήρωες μας, που τιμούσαν και προστάτευαν την πατρίδα προτάσσοντας τις αρχές και τα ιδεώδη τους και όχι τραμπουκισμούς».

    «Κακόβουλες ενέργειες, όπως αυτές, δεν συμβάλλουν με κανένα τρόπο στη δημιουργία του σωστού κλίματος που επιδιώκουμε στη προσπάθεια μας για εξεύρεση λύσης του Κυπριακού και επανένωσης της πατρίδας μας», προσθέτει.

    Η Κυβέρνηση, καταλήγει ο κ. Κούσιος, δεν θα επιδείξει καμιά απολύτως ανοχή σε τέτοιες παραβατικές συμπεριφορές, «που στην ουσία πλήττουν την ίδια τη χώρα, αλλά και το αγωνιστικό και γνήσια πατριωτικό πνεύμα που διακρίνει και ανέκαθεν διέκρινε τον Κυπριακό Ελληνισμό».

    Η υπόθεση καταγγέλθηκε σήμερα στην Αστυνομία, η οποία εξετάζει κλειστά κυκλώματα και άλλες μαρτυρίες ώστε να φτάσει στους δράστες της ενέργειας αυτής.

    • Ο/Η laskaratos λέει:

      Γιάννη,
      σε ευχαριστώ πολύ.
      Το παραθέτω εδώ ολόκληρο.

      https://www.freeinquiry.gr/articles/erevnes/i-thriskolipsia-toy-makrygianni/2734.html

      Η ΘΡΗΣΚΟΛΗΨΙΑ
      ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ

      Ασκητείες, θείες οπτασίες,
      συνομιλίες με Θεό, Χριστό,
      Παναγία, αγγέλους, αγίους κ.λπ.

      28 Μαΐ 2012

      από Σιμόπουλος Κυριάκος

      «Τρέξε, σε θέλει γρήγορα η Ελένη.
      Ποια Ελένη; τής λέγω.
      Η μητέρα τού Κωνσταντίνου,
      τού σημαιοφόρου τού σταυρού.»

      «Και τότε έδωσε ο Χριστός τής Θεοτόκος ένα δαχτυλίδι,
      και η Θεοτόκο τής γυναικός όπου με φωτίζει,
      και τής είπε να μού το δώσει εμένα,
      και μού τό΄δωσε και το έχω ως τώρα.»

      «Τότε μού λέγει τρεις φορές (σ.σ. ο θεός):
      Γιάννη, Γιάννη και Αγιάννη, ήρθα και μόνος μου
      κάτω εις την οικίαν σου. Δεν απόλαψε άλλος
      τοιούτως σε τούτην την ζωή. Μόνον εσύ.»

      Στρατηγού Μακρυγιάννη: «Οράματα και Θάματα»

      Τον Μακρυγιάννη τον βρίσκουμε μπλεγμένο σε όλες τις μηχανορραφίες τής Ρωμιοσύνης τής εποχής του. Έλαβε μέρος στούς μετά το ʼ21 λεγόμενους εμφυλίους πολέμους, όταν αλληλοεξοντώνονταν οι διάφορες κατά τόπους ληστοσυμμορίες, αλλά και στην κατάχρηση των πρώτων αγγλικών δανείων. Καθαιρέθηκε από τον Καποδίστρια, ύμνησε κατʼ αρχή τον Όθωνα, αλλά συνωμοσιολόγησε μετά εναντίον του. Συνελήφθηκε και καταδικάστηκε από το στρατοδικείο σε θάνατο για εσχάτη προδοσία. Η ποινή του όμως άμεσα, μετατράπηκε σε ισόβια, έπειτα σε 20ετή κάθειρξη και τέλος, δυο μόλις χρόνια μετά, με τη μεσολάβηση τού τότε πανίσχυρου Υπουργού των Στρατιωτικών, Δ. Καλλέργη, απαλλάχθηκε. Αργότερα, τον έκαναν κι αντιστράτηγο!

      Έχει υπερεκτιμηθεί η συμμετοχή του σε ορισμένες μάχες, ενώ παράλληλα αποσιωπάται η συμβολή του στην πλέον καταστρεπτική ήττα, στη μάχη τού Ανάλατου (1827), όταν ο στρατηγός, μόλις που σώθηκε, «χάριν εις τα ποδάρια» του, όπως ο ίδιος παραδέχεται στα «Απομνημονεύματά» του.

      Εκτός από τα «Απομνημονεύματα», που βρίθουν εμπάθειας και ανακριβειών (διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Ιδεολογία και αξιοπιστία τού Μακρυγιάννη), μάς άφησε και τα «Οράματα και Θάματα», τα οποία άρχισε να γράφει, όταν ήταν 53 ετών. Στα «Απομνημονεύματά» του ο Μακρυγιάννης δεν χάνει ευκαιρία για επίδειξη αμφισβητήσιμης μετριοφροσύνης. Αυτή η «μετριοφροσύνη» μετατρέπεται στα «Οράματα και Θάματα» υπό το κράτος άλλων ψυχικών καταστάσεων, σε ταπεινοφροσύνη και αυτοεκμηδενισμό. Εδώ η αυτοσυντριβή γίνεται μπροστά στό θεό. Ο Μακρυγιάννης μιμείται στην εντέλεια το ύφος ιεροκηρυγμάτων, προφητικών ή αποκαλυπτικών κειμένων, αλλά και διδαχών, που εγκωμιάζουν τη χριστιανική ταπεινοσύνη.

      Ο φανατισμός του φθάνει στα έσχατα, γίνεται εξαλλοσύνη και τύφλωση. Πρόκειται για παθιασμένα ταλιμπανίστικα κείμενα, έργο ενός σαλεμένου, βαθειά θρησκόληπτου νου. Η καθυστέρηση τής έκδοσής τους για περισσότερο από μισόν αιώνα οφείλεται προφανώς, στην προσπάθεια να μην βλαφτεί η υστεροφημία του.

      Αυτή η πτυχή τής προσωπικότητας τού Μακρυγιάννη εξετάζεται στο παρακάτω άρθρο. Θα παρακολουθήσουμε πώς ανελίσσεται η θρησκευτικότητά του και πώς ολισθαίνει διαδοχικά στη θρησκοληψία, τους οπτασιασμούς και τις φαντασιώσεις. Μια αλληλοδιαδοχή από ψυχωτικές και ιδεοληπτικές κρίσεις. Αδυναμία προσαρμογής, εγωκεντρική ψυχολογία, μεγαλομανία, υπέρμετρη φιλοδοξία. Τα θρησκευτικά βιώματα φθάνουν στο έσχατο πάθος, στο παρανάλωμα.

      Φυσικά, όλες οι υποθέσεις ή προτάσεις, που διατυπώνονται, περιορίζονται σε μια λογική επεξεργασία των κειμένων, που σταματάει αυστηρά στα σύνορα τής ιατρικής και στο κατώφλι τής ψυχιατρικής και τής επιστημονικής ψυχολογίας…

      Περιχαρακωμένος στις δεισιδαιμονίες
      Ο Μακρυγιάννης ενσάρκωνε τον περιχαρακωμένο στις δεισιδαιμονίες άνθρωπο τής τουρκοκρατίας. Κατεχόταν από δυσπιστία και φοβίες για τις αλλαγές και τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Ήταν συντηρητικό πνεύμα. Έμεινε προσηλωμένος στην πατροπαράδοτη ενδυμασία, τη φουστανέλα και τα μεϊντανογέλεκα. Αρνήθηκε να αναλάβει αξίωμα στη Χωροφυλακή και να φορέσει «τα στενά», δηλαδή ευρωπαϊκό ιματισμό. «Ούτε εις την οδηγίαν τού
      Γραλλιάρη (του γάλλου συνταγματάρχη Grallard) μπαίνω ούτε τα φορέματα μου βγάζω».

      Ζητούσε κτήματα

      Στα εκσυγχρονισμένα σχολεία, που ιδρύονταν στην Ελλάδα από δυτικούς, έβλεπε πάντοτε φωλιές προσηλυτιστών και υπονομευτών τής Ορθοδοξίας. Ζητούσε από τους βαυαρούς να μοιράσουν στους αγωνιστές κλήρο πενήντα στρεμμάτων από τα εθνικά κτήματα – σύμφωνα, άλλωστε, με τις αποφάσεις των επαναστατικών κυβερνήσεων. Ζητούσε ακόμα να καταβληθεί σε κάθε οπλαρχηγό «από μιλιούνι και κάτου» (Απομν., τ. Β΄, σ. 62) – αξίωση παράλογη, αστήρικτη και εξωπραγματική. Δεν τάχθηκε, όμως, ο Μακρυγιάννης υπερ τής διανομής τής γης στους ακτήμονες, που αποτελούσε το κλειδί για τη λύση τού κοινωνικού προβλήματος και την οικονομική αναπτύξη τής χωρας. Πολύ περισσότερο, αφού οι πολεμικές συμφορές έπληξαν το σύνολο σχεδόν τού πληθυσμού και κυρίως την αγροτιά.

      «Εκλαμπρότατε, να με θυμηθής όταν έλθη το δάνειον, ότι τας ελπίδας μου, μετά τον Θεόν, εις την Εκλαμπρότητα σου την έχω και μη με αφήσης περίλυπον. Παρακαλώ να με αγαπάς όπως και πρότερον».
      Μακρυγιάννης
      (Απόσπασμα επιστολής του προς τον Κουντουριώτη, από τα Αρχεία Κουντουριώτου, τ. Ζ΄, σελ. 546).

      Οι προοδευτικές ιδέες απειλούν τα ιερά και τα όσια

      Απεχθάνεται κάθε νεωτεριστική πρωτοβουλία, κυρίως, όταν προέρχεται από τη Δύση. Τον τρομάζουν οι προοδευτικές ιδέες, απειλούν τα ιερά και τα όσια. Υπερασπίζεται με πάθος τα πατροπαράδοτα, υποψιάζεται τους λογίους, που σπούδασαν στην Ευρώπη και ειρωνεύεται τους «πεφωτισμένους». Αυτός είναι «μπερμπάντης, κακής διαγωγής» (Απομν., τ. Α΄, σ. 177), οι άλλοι «μισομαθείς και άθρησκοι» (Οράμ., σ. 96). «Δεν θέλω τέτοιες ομιλίες μπερμπάντικες» (σ. 98).

      Αντιδρά στην πολιτιστική πρόοδο και τις μεταφυτεύσεις ευρωπαικού τύπου ψυχαγωγίας στην Ελλάδα. Θεωρεί το θέατρο, τους χορούς, τη μόδα στην αμφίεση ολισθήματα αταίριαστα σε χριστιανούς ορθόδοξους, εξαχρείωση. Απορρίπτει οργίλος τον ευρωπαϊκό «ξευγενισμό». Εκφράζει τον παραδοσιακό συντηρητισμό των λαϊκών μαζών, την καλογερική αδιαλλαξία, τον πουριτανισμό τής θολής και αδιαμόρφωτης μετεπαναστατικής κοινωνίας. Και ξιφουλκεί μαινόμενος, με δημαγωγικές πολλές φορές υπερβολές. «Θέλετε θέατρο. Το φτιάσατε κι αυτό για να μάς μάθει την παραλυσία. Και πουλάνε τα βιβλία τους οι μαθηταί και πάνε ν΄ακούσουνε τη Ρίτα Βάσω, την τραγουδίστρα τού θεάτρου (Απομν., τ. Β΄, σ. 101, 102)… πολυτέλειες θέλουν, ξευγενισμόν μεγάλον, θέατρα, μπιλιάρδους, πιανοφόρτα, κιθάρες, γυμνές οι κυρίες το σώμα τους, έχουν όμως, χερότια μισά εις τα χέρια τού ξευγενισμού.» (Οράμ., σ. 186).

      Έδερνε τη γυναίκα του

      Ο συντηρητισμός του είναι απήχηση των εκκλησιαστικών κανόνων και παραδόσεων. Ο σύζυγος έχει δικαίωμα να ξυλοφορτώνει τη σύζυγο, η γυναίκα πρέπει να υποτάσσεται στον άντρα. «Η γυναίκα ήταν μαλωμένη με τον άντρα της και την έδερνε πολύ… Αφου την έδειρε, πήγε η αγία Κατερίνη και όλοι οι άγιοι και τής είπαν να κάμει το μικρότερον αυτήνη, ότι η γυναίκα είναι υποκείμενη εις τον άντρα» (Οράμ., σ. 78). Άλλωστε και ο ίδιος ο Μακρυγιάννης καταχέριζε τη συμβία του, μάνα δώδεκα παιδιών. «Θύμωσε η γυναίκα μου… και ξέρασε, καμόσα. Τότε εγώ θυμωμένος κόντεψα να τη στείλω εις την άλλη ζωή» (Οράμ., σ. 117).

      Είναι αυστηρός, σχολαστικός στα ήθη, επιτιμητικός. Καταγγέλλει τον αντιβασιλέα Άρμανσμπεργκ, γιατί «πάντρεψε τα δυό κορίτσια του και πήραν δυό αδέρφια» (Οράμ., σ. 54). «Εγίναμεν Σόδομα και Γόμορα» (Απομν., τ. Β΄, σ. 126).

      Ναι, στα μοναστήρια
      Η απόφαση τής βαυαρικής αντιβασιλείας να περιορίσει τον αριθμό των μοναστηριών -αναγκαίο κοινωνικό μέτρο, ανεξάρτητα από τον τρόπο, που εφαρμόστηκε, αφού πολλές μονές είχαν καταντήσει καταφύγιο κηφήνων- προκάλεσε τη βίαιη εξανάσταση τού Μακρυγιάννη. Θεωρούσε τα μοναστήρια στήριγμα τής Ορθοδοξίας και το κλείσιμό τους έγκλημα, αντεθνική πράξη και απανθρωπία.

      Εν αρχή ην ο θεός…

      Εκείνο, ωστόσο, που περισσότερο ξεχωρίζει στην προσωπικότητα τού Μακρυγιάννη είναι η θρησκευτικότητα. Βαθιά θρησκευτικότητα, που διαποτίζει τα «Απομνημονεύματα» από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα. Σε ό,τι καταγράφει, περιστατικά, βιώματα, δοκιμασίες, παντού η αναφορά ή η επίκληση στο θεό, παντού η μυστική παρουσία του, η σκέπη και η παραμυθία, παντού προανάκρουσμα και κατακλείδα ο θεός.

      Κάνε μετάνοιες, να πιάσεις πιρδικόπουλα

      Ο Μακρυγιάννης έχει μια ιδιαίτερη εξοικείωση με το θεϊκό στοιχείο, καλλιεργεί ένα διάλογο, συνομολογεί μυστικές συμφωνίες. Ο ίδιος, υπογραμμίζοντας αυτή την απεριόριστη πίστη, εμφανίζει τη θρησκευτικότητά του ως μια διδαγμένη επίκτητη ιδιότητα. «Από ενού χρονού παιδί με εσυνήθισαν οι γονέοι να κάνω μετάνοιες και μʼ έλεγαν: “Κάνε μετάνοιες να πιάσης πιρδικόπουλα”. Πήγαιναν εκείνοι, μου ΄φερναν περδικόπουλα και μούλεγαν: “Για έκαμες μετάνοιες και τάπιασες”. Και εσυνήθισα με τούτον τον τρόπον και ένανα μετάνοιες» (Απομν., Παρ., Σχ. αυτοβιογρ., τ. Β΄, σ. 221). Τα ίδια μαθήματα έδωσε ο Μακρυγιάννης και στα παιδιά του. Τού έλεγε ο Δημήτρης: «Άντες, πατεράκη μου, να κάμομεν τον σταυρόν μας εις τον θεούλην μας και εις την μητέραν μας την Παναΐαν να μάς σώσει και να μάς δώσει ψωμάκι και να μάς γλυτώσει από το κακόν» (σ. 159).

      Αργότερα, αυτή η θρησκευτική προπαίδεια, που διαμορφώνεται σε βαθύτατη θρησκευτική συνείδηση, εξασφαλίζει προσβάσεις στο θείο, προνομιακή μεταχείριση και προστασία. Έφηβος, ύστερα από βαριά προσβολή στο πανηγύρι τού Άη-Γιάννη, προστρέχει αλλόφρων στον άγιο. «Μπαίνω τη νύχτα μέσα εις την εκκλησία του και κλειώ την πόρτα κι αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες. Τ΄είναι αυτό οπούγινε σ’ εμέναν, γομάρι είμαι να με δέρνουν; Και τον παρακαλώ να μού δώση άρματα καλά κι ασημένια και δεκαπέντε πουγγιά χρήματα και εγώ θα τού φκιάσω ένα μεγάλο καντήλι ασημένιον.» (Απομν. σχ. αυτοβιογρ., τ. Α΄, σ. 111 και Οράμ., σ. 167). Κλείνει η συμφωνία, υπογράφεται σιωπηρά το συμβόλαιο. Και η εξόφληση, «εις τον προστάτη μου και ευεργέτη μου κι αληθινόν φίλον, τον Άη-Γιάννη», θα γίνει στην εντέλεια -με επισημότητα και συνέπεια- ύστερα από δώδεκα περίπου χρόνια.

      Εξαγοράζει τη θεϊκή ανταπόδοση

      Αυτός είναι ο Μακρυγιάννης. Ένας ευλαβικός, «παιδιόθεν», χριστιανός, που εξαγοράζει τη θεϊκή ανταπόδοση. Και πιστεύει, πως τα πάντα, ατομικά και γενικά, εκπορεύονται από τη βούληση τού παντοδύναμου θεού. Όλοι «οι τίμιοι άνθρωποι», ζουν κάτω από το προστατευτικό χέρι τού θεού. Ο Μακρυγιάννης είναι ευσεβής, δίκαιος, ειλικρινής, δεδομένη η θεϊκή προστασία. Αυτό, άλλωστε, επιβεβαιώνεται από αδιάψευστες προσωπικές εμπειρίες. Πώς σώθηκε από τα δεσμώτηρια (στην Άρτα) και την αγχόνη (στην Πάτρα), από τους φοβερούς κινδύνους τού πολέμου και τους κατατρεγμούς τής ειρήνης; Χάρη στη θεϊκή συμπαράσταση και την προνομιακή προστασία. Θεωρεί αδιαμφισβήτητη την ουράνια επικουρία σε κάθε απόφασή του, πρωτοβουλία και πράξη. Τον παρακολουθεί η θεία πρόνοια.

      Ο θεός είναι δεδηλωμένος σύμμαχος τού Μακρυγιάννη. Από πουθενά αλλού απαντοχή. «Κύριε, ο μόνος σωτήρας είναι η παντοδυναμία σου και εσπλαχνία σου σ΄εμάς οπού κιντυνεύομεν και εις την ματοκυλισμένην μας πατρίδα (Απομν., τ. Β΄, σ. 138)… Μόνος ο θεός, μόνος ο αληθινός αυτός κι ο δίκαιος κυβερνήτης σε κυβερνεί και σε διατηρεί ακόμα» (σ. 91).

      Λίγο πριν από τη μάχη των Μύλων (1826), είπε στον διοικητή τής γαλλικής μοίρας Derigny, που βγήκε στη στεριά και σάστισε βλέποντας τα αδύνατα οχυρώματα και τον μικρό αριθμό αγωνιστών, που τα υπερασπίζονταν: «Τού λέγω είναι αδύνατες, οι θέσες κι εμείς, όμως είναι δυνατός ο θεός οπού μάς προστατεύει» (τ. Α΄, σ. 256). Την ίδια μέρα, σε μια ομάδα γάλλων αξιωματικών, που απορούσαν για την παράτολμη αντίσταση πίσω από ένα μαντροτοίχι: «Εμείς απ΄ούλα είμαστε αδύνατοι. Όμως ο θεός φυλάγει και τους αδύνατους. Κι αν πεθάνωμεν, πεθαίνομεν δια την πατρίδα μας, δια την θρησκεία μας… κι ο θεός βοηθός» (σ. 259). Και στον άγγλο Gordon λίγο πριν από μια κρίσιμη επίθεση (1827) στην πειραϊκή ακτή: «Κόπιασε η γενναιότη σου και σ’ αυτήνη την μπατάγια την σημερινή θα γένη ο θεός αρχηγός… Τι να κάμης, μού λέγει, σε τόσο πλήθος τούρκων; – Είναι ο θεός, τού λέγω, και κάνει ο ίδιος» (σ. 304). «Ότι είναι ντουφέκι και σπαθί ελληνικόν, θρησκευτικόν και πατριωτικόν» (σ. 311).

      Κατά το αντιβασιλικό κίνημα ο θεός συμπαρατάσσεται με τους επαναστάτες: «…στράβωσε την εξουσίαν και την ενέκρωσε… κι ο βασιλιάς κι όλοι αυτήνοι κοιμάτον» (τ. Β΄, σ. 136). Σύμμαχος και στα παρκερικά κατά των άγγλων. «Κι ο θεός, οπού μάς γλύτωσε τόσες φορές, μάς έσωσε και τότε» (σ. 206, βλ. και σ. 52). Σε ποιόν χρωστάνε την ελευθερία τους; Στον επουράνιο αυθέντη. «Ο θεός ο αληθινός τους ανάστησε ξυπόλητους, γυμνούς, νηστικούς, δεμένα τα ντουφέκια τους με σκοινιά» (σ. 53).

      Αγράμματος «θεολόγος»

      Κάθε πρωτοβουλία τού Μακρυγιάννη υπαγορεύεται από τη θρησκευτική του συνείδηση, είναι σύμφυτη με τα θρησκευτικά βιώματα, τις εκκλησιαστικές παραδόσεις και την ευαγγελική διδαχή. Η ανεξαρτησία, οι λαϊκές ελευθερίες, τα δικαιώματα των πολιτών, το πολίτευμα, οι νόμοι δεν είναι, για τον Μακρυγιάννη αγωνιστικές κατακτήσεις, αλλά δώρα θεού. Η θρησκευτικότητα χρωματίζει τα «Απομνημονεύματα» τού Μακρυγιάννη, κραυγαλέα ή υποβόσκουσα, ένα αδιάκοπα επαναλαμβανόμενο μοτίβο για την αποτελεσματικότητα τής θεϊκής προστασίας. Ο αγράμματος Μακρυγιάννης αφηγείται σαν εμπερίστατος θεολόγος.

      Πρόκειται για μια θρησκευτικότητα, που ξεπερνάει το πλαίσιο τής ευσέβειας και τής πίστης των λαϊκών ανθρώπων. Στα «Απομνημονεύματα» η θρησκευτικότητα αποσαθρώνεται μερικές φορές σε θρησκοληψία. Στα Οράματα, κάτω από ειδικές συνθήκες και εξωτερικές επενέργειες, φουντώνει και εκφυλίζεται, εξελίσσεται σε θρησκευτικό παραλήρημα.

      Η θρησκευτικότητα ενός αδιάλλακτου

      Όταν ο Μακρυγιάννης επικαλείται τη θεϊκή προστασία για τους «τίμιους ανθρώπους», προσθέτει «όποιας θρησκείας κι αν είναι» (Οράμ., σ. 103, 216). Δίνει έτσι την εντύπωση ανεξίθρησκου ανθρώπου, χριστιανός ή μουσουλμάνος το ίδιο. Με μια σημαντική διαφορά. Χριστιανός για τον Μακρυγιάννη, σημαίνει αποκλειστικά ορθόδοξος. Όλα τα άλλα χριστιανικά δόγματα είναι τού σατανά. Οι δυτικοί χριστιανοί «αναθεματισμένοι αλλόθρησκοι» (σ. 126). Τρόμο προκαλούν στον Μακρυγιάννη οι δραστηριότητες των «παπιστάνων» και των «λουτηροκλαβίνων» στην Ελλάδα. Κινδυνεύει η Ορθοδοξία. «Ξόδιαζαν και κατηχούσαν τους ορθοδόξους χριστιανούς να τους κάνουν δυτικούς (Απομν., τ. Β΄, σ. 206)… Κι όλος ο αγώνας τους, τώρα οπού έλαβαν επιρροή και μέσα εδώ, είναι δια την θρησκείαν. Σκολειά γαλλικά, μοναστήρια, εκκλησίες και πλήθος αλλά μέσα και κατήχησες εις τον κόσμο (σ. 185)… ο Κωλέτης φκιάνει φραγκομονάστηρα και εκκλησίες αυτεινών και σκολειά, να μάς κυβερνήσει ως παπιστάνος» (Οράμ., σ. 140).

      Ο Μακρυγιάννης εκφράζει με τη σκληρή πολεμική του την απέχθεια εναντίον των δυτικών. Τούρκος και λατίνος το ίδιο. Και οι δύο αρπακτικοί και τυραννικοί. Μερικές φορές χειρότεροι οι δυτικοί – σύμμαχοι και προστάτες των σουλτάνων. Ο Μακρυγιάννης πιστεύει, ότι η προπαγάνδα των καθολικών και των προτεσταντών στην Ελλάδα είχε αποκλειστικό στόχο τη θρησκεία. Δεν υποπτευόταν, ότι αποτελούσε μέσο πολιτικών και οικονομικών διεισδύσεων, ότι οι ιεραπόστολοι ήταν οι προπομποί των εμπόρων, οι έμποροι προπομποί τής ένοπλης κατοχής και τής αποικιοκρατίας. Και αξιώνει να υψωθεί φραγμός, να δημιουργηθούν στεγανά. Αποκλείει έτσι και τον εκσυγχρονισμό τής παιδείας, που αναγκαστικά απαιτούσε μεταρρυθμίσεις και προσαρμογές στα δυτικά πρότυπα. Ο φανατισμός του φθάνει στα έσχατα, γίνεται εξαλλοσύνη και τύφλωση. Απειλεί με οικογενειακό ολοκαύτωμα! Λέει στον Κωλέτη: «Θα μάς διόρθωσης και την θρησκείαν μας, όλα τα γνωρίζω. Τώρα να μη με κάμης και σκοτώσω τα παιδιά μου μόνος μου και κάψω και το σπίτι μου και τότε θα κουβεντιάσουμε πλατύτερα» (Οράμ., σ. 65). Έχουν αρχίσει κιόλας οι νοσηρές διεργασίες στη θρησκοληψία του.

      Μέτρο τού μίσους εναντίον τού οθωμανού, το μίσος κατά των εβραίων. Η προαιώνια λαϊκή χριστιανική παράδοση, ζωντανή στην τουρκοκρατία, εκφράζεται ως στάση ψυχής και ιδεολογική αναφορά στα χειρόγραφα τού Μακρυγιαννη. «Οι έλληνες τους τούρκους τους καταφρόνεσαν όλως διόλου… Τους πήραμεν τον αγέρα και τους είχαμεν σαν οβραίους» (Απομν., τ. Α΄, σ. 307-308). «Πήραμεν τους τούρκους ως οβραίους κι όταν έρχονταν ευρωπαίγοι εις τα πόστα μας, κατεβαίναμεν και τους πολεμούγαμεν» (σ. 312).

      Οργή κατά τού «απατεώνα», Θ. Καΐρη

      Το ιερό μένος τού Μακρυγιάννη συγκέντρωνε κυρίως ο διδάσκαλος, αγωνιστής και αναγεννητής, Θεόφιλος Καΐρης, που είχε κατηγορηθεί για αιρετικές παρεκκλίσεις και προτεσταντικές επιρροές. «Ο περίφημος δάσκαλος Καΐρης δεν πιστεύει εις την Αγία Τριάδα κι άλλα τέτοια (τ. Β΄, σ. 102)… απατεώνας τής θέλησης τού θεού… συντρόφεψε… με λουτηροκλαβίνους και με άλλους τοιούτους» (Οράμ., σ. 177). Η οργή τού Μακρυγιάννη για την ανεμπόδιστη δραστηριότητα των προτεσταντών στην Ελλάδα γινόταν μίσος και παροφορά εξ αιτίας των αμφισβητήσεων για την αγιότητα τής Παναγίας τής «κακολαλημένης» (σ. 213).

      Ωστόσο, για την καθαρότητα τής Ορθοδοξίας αγρυπνούσαν όχι μόνο ο Μακρυγιάννης και η Ιερά Σύνοδος, αλλά και η ποινική δικαιοσύνη. Ο Καΐρης θα πεθάνει στη φυλακή. Αμείλικτη η εκκλησιαστική και η πολιτική εξουσία απέναντι στους ελευθερόφρονες ιερωμένους. Για τη σύλληψη τού Καΐρη έστειλε η κυβέρνηση πολεμικό με κυβερνήτη τον Κανάρη. Τι τραγική συγκυρία. Ο Μακρυγιάννης, ο δεινός πολέμιος τού «απατεώνα» Καΐρη, ο πρόμαχος των χριστιανικών παραδόσεων, θα συρθεί από την ίδια την εξουσία στις φρικαλέες φύλακες τού Μεντρεσέ. Αυτή τη φορά φαίνεται απελπισμένος. Απευθύνεται με σπαραγμό στο θεό, τον προστάτη των «τίμιων ανθρώπων». «Και δεν μάς ακούς και δεν μάς βλέπεις» (Απομν., Εισ., σ. 57). Ο ανήμερος αντικαϊριστής Μακρυγιάννης θα πεθάνει αργότερα από τις ταλαιπωρίες τής φυλακής και τους άλλους κατατρεγμούς, θύμα των ίδιων δυνάμεων, που εξόντωσαν τον Καΐρη.

      Στο κατώφλι τής ψυχιατρικής

      Η απάντηση στο ερώτημα, που αφορά στη διανοητική κατασταση τού Μακρυγιάννη, είναι δυσχερής. Πρέπει να παρακολουθήσουμε πώς ανελίσσεται η θρησκευτικότητά του και πώς ολισθαίνει διαδοχικά στη θρησκοληψία,
      τους οπτασιασμούς και τις φαντασιώσεις. Φυσικά, όλες οι υποθέσεις ή προτάσεις, που διατυπώνονται εδώ, περιορίζονται σε μια λογική επεξεργασία των κειμένων, που σταματάει αυστηρά στα σύνορα τής ιατρικής και στο κατώφλι τής ψυχιατρικής και τής επιστημονικής ψυχολογίας.

      Όνειρα: Μυστικά μηνύματα θεϊκής προέλευσης

      Πρώτη φάση τής θρησκοληψίας τού Μακρυγιάννη η επικέντρωση στα όνειρα. Δικά του όνειρα -«όνειρα τού ύπνου και όνειρα φανερά»- που όλα αναφέρονται ή συγκλίνουν στο πρόσωπό του. Αυτά τα όνειρα είναι κυρίως
      μυστικά μηνύματα με θεϊκή προέλευση και αποδέκτη τον Μακρυγιάννη, που ενσαρκώνει τη βούληση υπερφυσικών δυναμεων. Είναι μια θεϊκή επιλογή και διάκριση, επιβράβευση και δικαίωση τού Μακρυγιάννη εξ αιτίας τής βαθιάς ευσέβειας και τού άδολου πατριωτισμού του. Τα μηνύματα, που διοχετεύονται με τα όνειρα, εξασφαλίζουν μια κρυφή επικοινωνια με τον επουράνιο κόσμο. Ο Μακρυγιάννης καθοδηγείται για να παίξει κάποιο ρόλο, ενδυναμώνεται για να υπερασπισθεί «πατρίδα και θρησκεία».

      Για τον Μακρυγιάννη, το όνειρο αποτελεί βίωμα, προέκταση και απόληξη τής ζωής Και καθώς ο ίδιος γίνεται αποδέκτης και συλλέκτης ονειρικών μηνυμάτων, εντασεται σε έναν υπερφυσικό κόσμο, νιώθει πώς περιβάλλεται από τη θεϊκή εύνοια και απογειώνεται. Φορείς των ονείρων -εκτός των προσωπικών- είναι γνωστά και άγνωστα άτομα, «μια μαυροφόρα», «μια σεβάσμια γυναίκα», «ένας αγωνιστής απο την Αίγυπτο», «ένας χριστιανός»,
      «ο Χατζηαντώνης, γεννημένος εις τα Γεροσόλυμα, τίμιος πολύ», «ένας αγωνιστής από το Μαρούσι», «μια γυναίκα απο την Αθήνα», «ένας αγαθός χριστιανός», «ένας αξιωματικός, αγωνιστής με πολλές πληγές, χριστιανός πολύ καλός» «άλλος αγωνιστής, αθηναίος, χριστιανός αγαθός, με αρετή», ακόμα και «ένα παιδί τού σκολείου».

      Σε όλα τα όνειρα πρωταγωνιστής είναι ο Μακρυγιάννης. Αλλόκοτα και υπερφυσικά συμβαίνουν στην κατοικία του. Λάμψεις ξαφνικές, πολυέλαιοι, που κρέμονται πάνω από τα κεραμίδια. «Ξέρεις ποιος σε φυλάγει εσέναν;… το φως τού αφεντός μας σε φυλάγει». (Οράμ., σ. 47). Παίρνει φωτιά η Αθήνα, αλλά δεν καίγεται το σπίτι τού Μακρυγιάννη (σ. 52). Προειδοποιείται με τα όνειρα να προλάβει κάποια απειλή. «Σύρε να πεις τού Μακρυγιάννη… Θα τον κιντυνέψουν» (σ. 50). Να μην πάει στο τραπέζι, «ότι θα τον φαρμακώσουνε» (σ. 62). «Να τού πεις να μή φοβηθεί» (σ. 55).

      Και το μεγάλο μήνυμα, αυτὴ τη φορά από την Παναγία και τους δώδεκα αποστόλους: «Είμαστε όλοι διαταμένοι να μή λείψουμε απο δώ (από το σπίτι του) ποτέ» (σ. 60). Γίνεται σύναξη αγίων στη σάλα τού Μακρυγιάννη, και ειδικὴ λειτουργία. Τον λούζει ο Αη-Νικόλας «μ΄ένα λαμπρό λεγένι και μπρίκι» (σ. 81).

      Κάποτε, τελειώνει η φάση των ονείρων. Ο Μακρυγιάννης είναι πια σίγουρος, πως οι επουράνιες δυνάμεις τον καθοδηγούν, τον υπερασπίζονται και τον σώζουν. Είναι άτρωτος. Άλλωστε ο Χριστός, η Παναγία και οι άγιοι έχουν μόνιμα εγκατασταθεί στην κατοικία του. Είναι «καθέντρα» τους.

      Επικοινωνία με τις «υπερκόσμιες δυνάμεις»

      Στη δεύτερη φάση, η θεϊκὴ παρουσία γίνεται πιο φανερή. Η επικοινωνία τού Μακρυγιάννη με τις υπερκόσμιες δυνάμεις δεν πραγματοποιείται πια με τα όνειρα, αλλά με μια γυναίκα, που παίζει το ρόλο τού ενδιάμεσου, τού αγγελιαφόρου. Είναι μια γνώριμη τού σπιτιού, Χριστίνη το όνομά της, αγύρτισσα κατά τα φαινόμενα. Γνωρίζοντας τη θρησκοληψία τού Μακρυγιάννη, τον ζυγὡνει και τον παγιδεύει. Μεταφέρει μηνύματα από την Παναγία και τους αγίους στο στρατηγό. Είναι «διορισμένη» από τον αφέντη θεό, επίσημος μυστικός ταχυδρόμος. Αφηγείται σημεία και τέρατα, υπερκόσμια και θαυμαστά, σημαδιακά πράγματα. Γνωρίζει συμβάντα τής προσωπικὴς ζωής τού Μακρυγιάννη και τα εκμεταλλεύεται προσαρμόζοντάς τα στις θεϊκές παραγγελίες. Αποσβολὡνεται ο ταλαίπωρος Μακρυγιάννης και εγκαταλείπεται βαθύτερα στο πέλαγος τής θρησκοληψίας του.

      Χριστίνη: Η αγγελιαφόρος των επουράνιων δυνάμεων

      Η τετραπέρατη Χριστίνη εγκαινιάζει τη δράση της με εντολές για τάματα, δωρεές και ελεημοσύνες. «Την άλλη αυγή πήγε ο Χριστός και η Θεοτόκος και τής λένε. Σύρε να πεις τού Γιάννη… να φκιάσει την εκκλησίαν μας… (σ. 54). Και να φκιάσεις μίαν σκεπή τού τέκνου τής Φανερωμένης… και ένα σκέπασμα τού δισκοποτηρού της, όπου το΄χουν απεριποίητον. Βαλ΄τα εις τις εικόνες σου και τα λαβαίνουν και τα πάνε». Με ένθεο ζὴλο ο Μακρυγιάννης ξοδεύει και ετοιμάζει τη σκεπή και το κάλυμμα. «Τα΄φκιασα και τά΄βαλα, και την αυγή δεν τα ήβρα» (σ. 101). Η πανούργα Χριστίνη είχε θαυματουργήσει.

      Μέρα και νύχτα οι επουράνιες δυνάμεις ενασχολούνται με τον Μακρυγιάννη και τα οικογενειακά του. Κάποτε αρρώστησε η σύζυγος. «Μού λέγει αυτή η γυναίκα, τέσσερα μερόνυχτα έκανε μετάνοιες και έκλαιγε η χάρη της (η Παναγία) και περικαλείταν στο θεό για να γιάνει» (σ. 123).

      Η μυστική επικοινωνία διαμέσου τής γυναίκας δεν είναι μονόδρομος. Στέλνει και ο Μακρυγιάννης παραγγελίες με τον ταχυδρόμο. Ρωτάει την Παναγία, τι λέει ο αφέντης θεός, να τα γράφει όλα αυτά; Όταν μετέφερε το μήνυμα η Χριστίνη, βρισκόταν μπροστά και ο Χριστός. Η απάντηση τού παντοδύναμου: «Πες τον Γιάννη, ας τα γράψει και ας τα βάνει εις το προσκέφαλό του και τα βλέπομεν» (σ. 95). Πρέπει να υποθέσουμε, ότι στην απάντηση αυτή, ευρηματική επινόηση τής τετραπέρατης Χριστίνης, χρωστάμε το δεύτερο χειρόγραφο τού Μακρυγιάννη, που συντάσσεται υπό την αθέατη λογοκρισία των ουρανών.


      Στα «Απομνημονεύματά» του ο Μακρυγιάννης δεν χάνει ευκαιρία για επίδειξη μάλλον αμφισβητίσιμης μετριοφροσύνης. Αυτή η «μετριοφροσύνη» μετατρέπεται στα «Οράματα και Θάματα» υπό το κράτος άλλων ψυχικών καταστάσεων, σε ταπεινοφροσύνη και αυτοεκμηδενισμό. Εδώ η αυτοσυντριβή γίνεται μπροστά στό θεό. «Ότι εγώ είμαι πλέον αχάριστο θερίον… ότ΄είμαι ο χειρότερος απ΄ούλο του το πλάσμα (σ. 121,103)… μέναν, τον χειρότερόν σου σκλάβον (σ. 121)… εγώ είμαι ανάξιος, όκνός (σ. 111)… ότι εγώ είμαι αμαρτωλός περισσότερον απ’ ούλους τό πλάσμα τού θεού, κανένα κακόν δεν άφησα εις την γης (σ. 153)… οπούχω αμαρτἰες άμμος τής θαλάσσης… οι κακίες μου, οι βλαστήμιες μου, τα κακά μου έργα (σ. 156)… Συγχώρεσε, Κύριέ μου, σε περικαλώ τους ατομικούς μου οχτρούς, ότι εγώ τους ἔφταιξα και τους φταίγω» (σ. 157). Ο Μακρυγιάννης μιμείται άθελά του στην εντέλεια το ύφος ιεροκηρυγμάτων, προφητικών ή αποκαλυπτικών κειμένων, αλλά και διδαχών, που εγκωμιάζουν τη χριστιανική ταπεινοσύνη.

      Μια άλλη φορά ρώτησε την Παναγία για ένα θησαυρό, που σύμφωνα με κάποια πληροφορία, βρισκόταν στο τουρκομερίτικο. «Πριν τής το ειπεί, η γυναίκα τής χάρης της, τής το είπε (εκείνη) πρωτύτερα: “Είναι τα χρήματα αυτά αλήθεια, και όποτε η ώρα τού αφεντός μας θα χρησιμεύσουν διά τους αγωνιστάς και διά τους ναούς του”» (σ. 107, 206-207). Υπήρχε και στο περιβόλι του ένας θησαυρός -«βλησίδι χρημάτων- αλλά από «ανοησία» δεν το κράτησε μυστικό. Κι όταν πήγε με τους αγίους να το ξεθάψει, βρήκαν «ένα θερίον ψόφιον» (σ. 205). Ολοζώντανες οι λαϊκές δοξασίες και παραδόσεις για τους «δρακοδεμένους» θησαυρούς.

      Ασκητεία, νηστείες, προσευχές, γονυκλισίες, θυμιατίσματα

      Ο Μακρυγιάννης βυθίζεται με κατανυκτική αγαλλίαση σε ένα μυστικιστικό θάμβος. «Αν δεις όλα αυτά» (που βλέπει η γυναίκα), γράφει εκστατικός και περιδεής, «ευτύς τρελλαίνεσαι και χάνεσαι» (σ. 134). Είναι πια τυφλό όργανο τής παμπόνηρης Χριστίνης. Απομονώνεται στήν κάμαρα με τις εικόνες και τα καντήλια, περιορίζει τή γυναίκα του στο ισόγειο, «διά να είμαι ήσυχος και παστρικός» (σ. 106-107). Ασκητεύει, νηστεύει, ρίχνεται στις προσευχές, στις γονυκλισίες, στα θυμιατίσματα.

      Χριστός και Παναγία στέλνουν δώρα στον Μακρυγιάννη

      Αλλά δεν αρκούν τα μηνύματα από το ουράνιο βασίλειο. Καταφθάνουν και δώρα. Όχι δώρα τής φαντασίας και τού ονείρου, άυλα, έρχονται δώρα υλικά, απτά, εγκόσμια. «Και τότε έδωσε (ο Χριστός) τής Θεοτόκος ένα δαχτυλίδι, και η Θεοτόκο τής γυναικός όπου με φωτίζει, και τής είπε να μού το δώσει εμένα, και μού τό΄δωσε και το έχω ως τώρα» (σ. 93, 125-126, 128). Ακολουθούν απανωτά τα θεϊκά χαρίσματα. Ένα κομμάτι από το φόρεμα τού Χριστού, άσπρο με μαύρες βούλες, αγιασμένος άρτος και ένα είδος αμβροσίας. «Ήρθε την αυγή η γυναίκα και μού΄φερε ένα ύψωμα, τής τόδωσε η χάρη της να το φάμε μαζί με τη γυναίκα μου» (σ.125). Επίσης τρία ρακοπότηρα με μεταλαβιά τού Χριστού. «Το΄φαγα… και το γυαλί το βάλαμε εις τις εικόνες» (σ. 128-130).

      Ο Γιαχβέ στέλνει έγγραφα στο Μακρυγιάννη

      Προφορική επικοινωνία, αλλά και αλληλογραφία. Ακόμα και έγγραφα από τους ουρανούς κομίζει ο μυστικός ταχυδρόμος, η Χριστίνη, στον Μακρυγιάννη. Γραπτό πιστοποιητικό προστασίας από τον ίδιο το θεό, «δίπλωμα», εγγυητική επιστολή. «Να το βάλεις με το δακτυλίδι τού αφεντός μας απάνω σου εις το χαϊμαλί σου. Είναι το δίπλωμά σου και η φύλαξή σου» (σ. 105). Ένα άλλο γραπτό μήνυμα από το θεό έφθασε στον Μακρυγιάννη δια μέσου των αγίων: «…ένα γραμμένο χαρτί και έλεγε: «Νʼ ακούς ό,τι σού λέγει η Θεοτόκο, είναι λόγοι δικοί μου… το χαρτί… τʼ ανασπάστηκα και τόκαψα» (σ. 129).

      Τα ονειρικά δώρα των αγίων

      Τα άλλα δώρα, τα ονειρικά, αναρίθμητα. «Κασέλα χρυσή και μέσα είχε σταυρούς», «κασελοπούλα» (σ. 84,88), «ένα χρυσόν μαστέλον» (σ. 84), χρυσή κολυμπήθρα και πολυέλαιος (σ. 112), σταυροί (σ. 83, 84), κάσα με άγια λείψανα (σ. 119, 129), ένα χρυσό πουλί από τον Άγιο Στυλιανό (σ. 90), χρυσός μπερντἐς από την Παναγιά την «Πουρσιώτισσα» (σ. 69), δισκοπότηρο, χρυσή σαίτα, «λαμπρόν τουφέκι και σπαθί», στεφάνια, φούντες και γαϊτάνια. Και στη γυναίκα του: «Μια χρυσή ποδιά με κλώσια χρυσά ολόγυρα και ένα ζευγάρι σκουλαρίκια, έλαμπαν, και με σταυρόν» (σ. 74).

      Τελικά, θα γίνει απολογισμός και καταγραφή των δώρων. Συμβολαιογράφος ο Άη-Σπυρίδωνας, καταμετρητής η Παναγία. Οριστική η εκχώρηση και μάλιστα με κληρονομικό δικαίωμα. Λεει ο θεός: «Λάβε τα, Γιάννη, είναι τής βασιλείας σου και των απογόνων σου» (σ. 215).

      Εδώ πρέπει να σημειωθεί, ότι όλα αυτά τα δώρα είναι κυρίως εκκλησιαστικά σκεύη, στολίδια των ναών, είδη αμφιέσεων όπως εμφανίζονται στις βυζαντινές εικόνες και τις αγιογραφίες. Χρυσά αντικείμενα και κατακόσμητες ενδυμασίες. Τίποτα σχεδόν από την περιοχή τής φαντασίας. Τα θεϊκά χαρίσματα θυμίζουν τον πλούτο των ναών και των μοναστηριών, τα άγια λείψανα και τα ιερά κειμήλια, που προσκυνούν οι πιστοί κατά τους χριστιανικούς αιώνες στην Πόλη και στην Ιερουσαλήμ, και λιγότερο εγκόσμια χλιδή.

      Κάποτε, παίρνει τέλος η διαμεσολάβηση τής Χριστίνης, ο ρόλος τού επίσημου ταχυδρόμου ανάμεσα στις θεϊκές δυνάμεις και τον Μακρυγιάννη («την έχομε διορισμένη και βλέπει και ακούγει και να σού λέγει» (σ. 94) ύστερα από βίαιη παρέμβαση τής γυναίκας του. Αγριεύει η Μακρυγιάνναινα από τα καμώματα τής παρείσακτης και αξιώνει να μην ξαναπατήσει στο σπίτι. Τέλος στην επικοινωνία τού Μακρυγιάννη με το ουράνιο βασίλειο.

      Σελαγισμός υπερκόσμιων τοπίων

      Αλλά στο μεταξύ, ο Μακρυγιάννης είχε αποκαταστήσει άμεση επαφή με τον θεϊκό κόσμο. Με τις δικές του φαντασιώσεις και τους οπτασιασμούς του. Δεν χρειαζόταν πια διαγγελέα. Είναι η τρίτη φάση τής ψυχικής του περιπέτειας. Και η σημαντικότερη.

      Όχι πια στον ύπνο του, όχι όνειρα. Βλέπει «εν εγρηγόρσει», οραματίζεται. «Ήμουν ξύπνιος και χαυνωμένος ως μεθυσμένος», γράφει, εξεικονίζοντας με ενάργεια τη συμπτωματολογία (σ. 141). «Τοτε, δια να ιδώ ότʼ είμαι ξύπνος, ρίχνω μαντήλι κάτω, ταμπακέλα, μαχαίρι και άλλα» (σ. 99).

      Εἰχαν αρχίσει από το 1845 οι παραισθήσεις. «Τηράγω απάνω εις τις εικόνες και βλέπω τον ουρανόν» (σ. 113). Βλέπει, πως τον στεφανώνουν στην Αγία Ειρήνη, βλέπει τα χέρια τού παντοκράτορα να τον ευλογούν (σ. 101), την Παναγία και τους αγίους να τον παρηγορούν, τον Αη-Γιώργη και τον Αη-Δημήτρη καβαλάρηδες στο περιβόλι του (σ. 68), τον Αη-Λιά να τον φωνάζει στή βρύση (σ. 19), το πεθαμένο παιδάκι του, με στεφάνι στο κεφάλι, να προσεύχεται και να «περικαλείται δια την πατρίδα του και θρησκεία του και τους τίμιους ανθρώπους» (σ. 146, 158-159).

      Το άρθρο λόγω έκτασης έχει αναρτηθεί σε δύο μέρη.

      Τέλος Α΄μέρους τού άρθρου.

      17 ΣΧΟΛΙΑ
      ………………………………..

      Μεταβείτε στο Β΄μέρος τού άρθρου κάνοντας κλικ εδώ.
      https://www.freeinquiry.gr/articles/erevnes/i-thriskolipsia-toy-makrygianni-v-meros/1585.html


      Σιμόπουλος Κυριάκος16 Άρθρα
      https://www.freeinquiry.gr/Simopoulos-Kuriakos/1912/
      O Κυριάκος Σιμόπουλος (1921-2001) ήταν δημοσιογράφος και ιστοριοδίφης. Έχει εκδόσει τα βιβλία:
      Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα,
      Πως είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ΄21,
      Η γλώσσα και το εικοσιένα,
      Ιδεολογία και αξιοπιστία του Μακρυγιάννη,
      Βασανιστήρια και εξουσία,
      Ο μύθος των μεγάλων της ιστορίας,
      Διανοούμενοι και καλλιτέχνες ευτελείς δούλοι της εξουσίας,
      Μυθοπλαστία όλες οι θρησκείες της οικουμένης κ.ά..

    • Ο/Η ΝF λέει:

      Ευτυχως που του εδωσες το link με το αρθρο του σπουδαιου ιστορικου Κυριακου Σιμόπουλου (διαβασα το βιβλιο του για τον Μακρυγιαννη πριν 15 χρονια), ωστε να παρουσιασει και καμια σοβαρη πηγη. Θα το εκανα εγω, αλλα ψιλοδιασκεδαζα βλεποντας τον να μας παραπεμπει με περισπουδαστο υφος στον……Ραφαηλίδη.

      Μας εκανε τον διαβασμενο για τον Μακρυγιαννη, αλλα ουτε που ειχε ακουσει για το βιβλιο του Σιμόπουλου, την σοβαροτερη κριτικη θεωρηση της ζωης του Μακρυγιαννη που εχει γραφτει μεχρι σημερα. Ο Σιμόπουλος ομως στο βιβλιο του βρισκει και πολλα θετικα στον Μακρυγιαννη, και παρα την εξαιρετικα αυστηρη κριτικη, του βγαζει μαλλον θετικο ισοζυγιο. Ειναι αδικο να μην λεγεται αυτο.

    • Ο/Η NF λέει:

      Πάλι καλά που του εδωσες την παραπομπη με το αρθρο και το βιβλιο του σπουδαιου ιστορικου Κυριακου Σιμόπουλου, για να μην εκτιθεται δινοντας ως βασικη παραπομπή το βιβλιο του γελοιου Ραφαηλίδη. Ακομα και τους ισχυρισμους του Κακλαμάνη που αναφερει, στο βιβλιο του Ραφαηλίδη τους διαβασε και αυτους.
      Θα ανεφερα εγω το βιβλιο του Σιμοπουλου, (το διαβασα πριν 15 χρονια περιπου) αλλα διασκεδαζα βλεποντας τον να παριστανει τον γνωστη για τον Μακρυγιαννη, ενω φαινεται οτι ουτε που ειχε ακουσει το βιβλιο του Σιμόπουλου, την πιο σημαντικη κριτικη μελετη της ζωης και δρασης του Μακρυγιαννη που εχει γραφτει μεχρι σημερα. Παντως ο Σιμόπουλος βρισκει και πολλα θετικα στοιχεια στον Μακρυγιαννη, και του βγαζει μαλλον θετικο συνολικο ισοζυγιο.

  6. Ο/Η Frixos λέει:

    Αφηστε τις πλακες στον Felix και μερα που ειναι ας ….δωσουμε τα χερια

    • Ο/Η papoylis λέει:

      Και εγώ ο τάλας όπου νόμιζα ότι ο μπάρμπαΓιάννης ήλκε την καταγωγήν απευθείας εκ των Βουρβώνων και την μεν εγκύκλιο παιδείαν απέκτησε παρά τω Καρτεσίω, ενώ εις την συνέχειαν εμορφώθη δεόντως εις τας αυλάς και τα προοδευτικά σαλόνια μετά του Λαβουαζιαί και του Ζαν Ζακ Ρουσσώ…..

      • Ο/Η Madame Zωζώ ντε Σαπουνάκ λέει:

        Ω πάντα ονειρευόμην πως ήμουν η μανδάμ Λαβουαζιέ η μούσα του γλυκού μου Antoine Laurent

        Σινιόρ Παπούλα αγγίξατε χορδήν μου ευαίσθητην


        Ω guillotine φρικτή
        μου πήρες τον ηγαπημένον
        ενώ ο όχλος εκραύγαζεν
        Πως να ξαναψηφίσω ΣΥΝ;
        δεν είναι πια του Λεονίντ ντε Κύρκ η εποχή
        Οι αγανακτισμένοι της Place de la Révolution
        έρχονται στους νυχτερινούς μου εφιάλτας
        Κατάρα στον Καζάκη και στον Λαπαβίτσα
        βλαχάρα Βαλαβάνη, στρίγγλα Κωνσταντώ, Ραχήλ μαινάδα,
        της νύχτας ξωτικά-μέγαιρες μαντάμ Ντεφάρζ

        Στρούγκαλε του Συριζοτσελιγκάτου ω συ φρικιό

      • Ο/Η papoylis λέει:

        Διότι ως γνωστόν ΚΑΙ δια τον αποκεφαλισμό του πταίει ο Σύριζας.

        Mais quelle malheur madamme…!
        Hélas, c’est la Ferme Générale et une garce de 13 ans qu’elle vous le vola de vos mains.

        General …Παπούλας

  7. Παράθεμα: Μακρυγιάννης: Ένας (μισαλλόδοξος) Ρωμιός [2] | Ροΐδη και Λασκαράτου Εμμονές

  8. Ο/Η ΝF λέει:

    Πού να το φανταζοταν ο αειμνηστος στρατηγος, οταν αντιμετωπιζε με ελαχιστους ανδρες τον Ιμπραημ στο Νεοκαστρο και τους Μυλους, ή οταν ηγειτο δημοκρατικων κινηματων, οτι θα τον βαρουσαν κατι τυποι πρωην ΚΚΕ Εσωτερικου , θαυμαστες του Τσαουσεσκου στα νιατα τους, και τωρα στα γεραματα οπαδοι του Κούλη, ανθρωποι του φυράματος του Τατσόπουλου και του Ψαριανού δηλαδη, οι οποιοι οοοοοχι, δεν γραφουν ωθουμενοι απο αριστερόστροφο εθνομηδενισμό, αλλα «μαχονται εναντιον καθε ολοκληρωτισμου».

    Ο Μακρυγιανης δεν «συμμετειχε» στο Κινημα του 1843. Ηταν ο ΑΡΧΗΓΟΣ του, μαζι με τον συνταγματαρχη Καλλεργη. Με τον εναν ή τον αλλο τροπο, πρωταγωνιστησε σε δυο κινηματα, αμεσο αποτελεσμα των οποιων ηταν τα συνταγματα του 1844 και του 1864, δηλαδη η θεμελιωση της συγχρονης κοινοβουλευτικης δημοκρατιας στην Ελλαδα.(με ολα τα κουσουρια της)

    Υμνειται εμμεσως ο……. «λόγιος κομμουνιστής Ραφαηλίδης που ποτέ του δεν αυτολογοκρίθηκε ούτε στρογγύλεψε τα λόγια του» ενω λοιδωρειται εμμεσως και παρουσιαζεται ως αναξιοπιστος ο «μεγαλοαστος» Σεφερης. (βραβειο Νομπελ λογοτεχνιας 1963). Καρφωθηκατε συντροφοι.

    Βεβαιως ειχε σοβαρα ελαττωματα ο αειμνηστος στρατηγος, Ειχε λαβει μερος στον Εμφυλιο, ηταν θρησκοληπτος, και πιθανοτατα ειχε ψιλοσαλτάρει στα γεραματα. Αυτα τα ξερουμε απο τους σοβαρους συγγραφεις, που παραδοξως δεν αναφερονται εδω, αλλα αναφερεται ο…….»λογιος κομμουνιστης Β. Ραφαηλίδης», κατι που φυσικα ειναι αλλη μια αποδειξη αριστερης ημιμάθειας.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.