Η Εκκλησία ΕΙΝΑΙ Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ)

  • 1. Δύο μέτρα και δύο σταθμά; Ενώ τα οικονομικά βάρη τα σηκώνουν (ξανά και ξανά) οι γνωστοί ένοχοι: Μικρομεσαίοι, χαμηλόμισθοι, συνταξιούχοι…
  • 2. Πριν μερικές μέρες: Ο κ. Ιερώνυμος δεν ζήτησε ίση φορολογική μεταχείριση των πολιτών, με επιστολή του προς Βενιζέλο και Προβόπουλο;;;  (ή το έπραξε για τα ώτα των αμνοεριφίων; )
  • 3. Γιατί ο κ. Βενιζέλος να θέλει να συναντήσει τον Αρχιεπίσκοπο αντί το αντίστροφο, για να τον καθησυχάσει;

Η Εκκλησία φοβάται τυχόν εκποίηση (από «Καθημερινή«]
Επί ποδός βρίσκεται η Εκκλησία, ύστερα από το αίτημα του νέου υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου για συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος έχει προγραμματίσει έκτακτη συνεδρίαση για την επόμενη εβδομάδα, ενώ στελέχη της Εκκλησίας μελετούν τις διατάξεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος και αναζητούν εκείνες που πιθανόν να τους αφορούν, κυρίως σε σχέση με την εκκλησιαστική περιουσία και τη μισθοδοσία των κληρικών. Σύμφωνα με πληροφορίες, τόσο ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος όσο και τα μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου θα έχουν τη δυνατότητα να ενημερωθούν για τα θέματα αυτά από τον κ. Βενιζέλο.

Το αίτημα του κ. Βενιζέλου για συνάντηση συνδέθηκε με τα ζητήματα του μεσοπρόθεσμου σχεδίου, που ήδη ψηφίστηκε. Βασικό πονοκέφαλο σε εκκλησιαστικούς κύκλους προκαλεί μία διάταξη που αναφέρει ότι αμφισβητούμενη περιουσία Nομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου μπορεί να εκποιηθεί. Να σημειωθεί ότι ΝΠΔΔ είναι και η Εκκλησία, οι μητροπόλεις και οι ναοί. Από την άλλη, η Εκκλησία επιδιώκει την αναστολή της απόφασης της Τραπέζης της Ελλάδος, που ζητεί την εφαρμογή του N. 1611/1950, όπου προβλέπεται ότι όλα τα ΝΠΔΔ οφείλουν να καταθέσουν τα χρηματικά τους διαθέσιμα σε ειδικό λογαριασμό της ΤτΕ, προκειμένου η ίδια να έχει τη δυνατότητα της αποκλειστικής διαχείρισής τους.

Επίσης, φόβοι εκφράζονται από την πλευρά της Εκκλησίας και για το θέμα της μισθοδοσίας των κληρικών και ειδικότερα για τη μείωση της κρατικής δαπάνης για τους μισθούς του κλήρου, αλλά και για το «πάγωμα» των προσλήψεων νέων κληρικών τα επόμενα χρόνια.

This entry was posted in θρησκεία/κλήρος. Bookmark the permalink.

13 Responses to Η Εκκλησία ΕΙΝΑΙ Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ)

  1. Ο/Η Stratis_vip λέει:

    Μπο­ρούν να η­συ­χά­σουν οι πα­πά­δες· κό­ρα­κας κο­ρά­κου μάτι δε βγάζει.
    Ά­λλω­στε ο Ιε­ρώ­νυ­μος δεν εί­ναι μέ­λος του υ­που­ργι­κού συ­μβου­λίου (επι τι­μής του­λά­χι­στον); Απόδειξις

  2. Ο/Η Στέλλα λέει:

    Nα συμπτηχθούν ενορίες να κλείσουν εκκλησίες να καταργηθούν μητροπόλεις, να απολυθούν επίσκοποι και παπάδες, όπως γίνεται σε όλο ο Δημόσιο. Να ιδιωτικοποιηθεί η Εκκλησία των κηφήνων. Πουλείστε την στη Ντοιτσε μπανκ.

  3. Ο/Η Herr Marx λέει:

    Εκκλησιαστική περιουσία

    Εκκλησιαστική περιουσία

    Όταν σήμερα σύσσωμος ο ελληνικός λαός, κυβέρνηση, αντιπολίτευση, κόμματα, φορείς…ψάχνουν να βρουν χρήματα για την αποφυγή της χρεοκοπίας, ουδείς διανοείται να θίξει το καυτό θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας.

    Πιθανόν κάποιοι να νομίζουν πως δεν είναι και τόσο μεγάλη που να αξίζει να ασχοληθούμε και που θα έδινε λύση στο πρόβλημα της χώρας.

    Αν όμως μαθαίνατε πως αυτή μπορεί να ανέρχεται ως και δέκα φορές το ελληνικό χρέος;

    Όχι η εκτίμηση δεν είναι υπερβολική και είναι απορίας άξιο γιατί κανείς από τους φύλαρχους της αριστεράς δεν ξεσηκώνει τον κόσμο να απαιτήσει αυτά που η εκκλησία εδώ και αιώνες του έχει κλέψει!!!

    Αναλώνονται σε ψευτοεπαναστατικές ανούσιες δράσεις που κανένα αποτέλεσμα δεν φέρουν παρά μόνον δημιουργούν προβλήματα σε άλλους πολίτες ή ενθαρρύνουν κατάπτυστες νοοτροπίες που μας οδήγησαν στην κοινωνική κατάρρευση όπως το «κίνημα» της Κερατέας και ποιούν την νύσσα για ένα τόσο σοβαρό θέμα που ουσιαστικά λύνει το πρόβλημα χρέους της χώρας μια και καλή!

    H εκκλησιαστική περιουσία καλύπτεται από ένα αδιαφανές πλέγμα που «υφαίνουν» περισσότερα από 10.000 Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (μητροπόλεις, ναοί, μονές, προσκυνήματα, ιδρύματα, κληροδοτήματα και άλλα). Ο ιστός αυτών των ΝΠΔΔ, κρύβει αποτελεσματικά την εκκλησιαστική περιουσία από τα αδιάκριτα μάτια των «αντικληρικών». Είναι δε τόσο καλά προστατευμένο το μυστικό, που ούτε η κεντρική διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος μπορεί να έχει εικόνα για την περιουσία των μονών και των μητροπόλεων.

    Κάθε ένα από αυτά τα ΝΠΔΔ έχει δική του ανεξάρτητη οικονομική διαχείριση, γεγονός που καθιστά το εγχείρημα για την καταμέτρηση της εκκλησιαστικής περιουσίας λίγο-πολύ ανέφικτο. Εξάλλου και για τη γνωστή ιδιοκτησία της Εκκλησίας δεν μπορεί να βγει ασφαλές συμπέρασμα, διότι ουδείς μπορεί να αποτιμήσει, λόγου χάρη, την αξία των δασών, των χορτολιβαδικών εκτάσεων αλλά και των δεσμευμένων από δήμους και κράτος οικοπέδων.

    Το οργανόγραμμα της Εκκλησίας χωρίζεται σε τέσσερις ομάδες. Την κεντρική διοίκηση, τις ιερές μητροπόλεις, τις ιερές μονές και τους ενοριακούς ναούς. Οι ομάδες αυτές διοικούνται από συλλογικά όργανα. Οι ιερές μητροπόλεις από τα μητροπολιτικά συμβούλια, οι ιερές μονές από τα ηγουμενοσυμβούλια και οι ενοριακοί ναοί από τα εκκλησιαστικά συμβούλια. Με εξαίρεση τα ηγουμενοσυμβούλια που απαρτίζονται μόνο από μοναχούς, όλα τα άλλα όργανα διοίκησης περιλαμβάνουν ως μέλη και «λαϊκούς».

    Πολύ πρόχειροι υπολογισμοί, φέρουν την περιουσία του ΝΠΔΔ της Εκκλησίας της Ελλάδος να ανέρχεται σε τουλάχιστον δεκαπέντε δισεκατομμύρια (15.000.000.000) ευρώ. Στο ποσό αυτό προστίθεται και η ανυπολόγιστη-αμύθητη περιουσία των περίπου δυόμισι χιλιάδων (2.500) μοναστηριών. Εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γης, εκατοντάδες οικοδομικά τετράγωνα, μετοχές, αμοιβαία κεφάλαια και καταθέσεις αξίας εκατομμυρίων ευρώ αποτελούν την εκκλησιαστική περιουσία. Ωστόσο, το «ιερό» θησαυροφυλάκιο είναι τόσο βαθύ που αρκεί μία και μόνο αναφορά.

    Πέντε μονές που προσέφυγαν στα ευρωπαϊκά δικαστήρια εναντίον του νόμου Τρίτση αποτιμούσαν τα περιουσιακά τους στοιχεία στο αστρονομικό ποσό των 8 τρισ. δρχ. (!!!). Και μάλιστα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τους επιδίκασε το ποσό των 3 τρισ. δρχ. Μπορεί να φανταστεί κανείς ότι εάν η περιουσία των 5 μονών άγγιζε πριν μια 20ετία τα 3 ή 8 τρισ. δρχ., τότε πώς μπορεί κανείς να υπολογίσει την περιουσία των 2.500 μοναστηριών και ναών σε όλη τη χώρα; Mόνον η μοναστηριακή περιουσία υπολογίζεται περί τα 2,5 με 5 τρις ευρώ δηλαδή 6-12 φορές μεγαλύτερη του χρέους της Ελλάδος

    Σύμφωνα με εκτιμήσεις αλλά και στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, η συνολική έκταση της εκκλησιαστικής περιουσίας φτάνει τα 1.300.000 στρέμματα. Απ΄ αυτά 732.000 είναι βοσκότοποι, 367.000 δασικές εκτάσεις και 189.000 γεωργικές. Και περίπου 400.000 στρέμματα χαρακτηρίζονται ως «διακατεχόμενα» αφού γι΄ αυτές τις εκτάσεις δεν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας. Έχει, επίσης, σημειωθεί ότι η Εκκλησία της Ελλάδος διαθέτει παράλληλα και ολόκληρα νησιά και βραχονησίδες (!) σε νησιωτικά συμπλέγματα, όπως π.χ στις Σποράδες και στις Κυκλάδες. Η Εκκλησία της Ελλάδος φέρεται μεταξύ άλλων να διαθέτει περίπου οκτακόσια (800) κτήρια με γραφεία, καταστήματα, εμπορικά κέντρα, ξενοδοχεία, ακόμα και μισθωμένα βενζινάδικα. Όσον αφορά δε την ρευστότητα της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπολογίζεται σε μερικές δεκάδες (ίσως και εκατοντάδες) εκατομμύρια ευρώ. Ταυτόχρονα η Εκκλησία της Ελλάδος έχει συστήσει δύο Ανώνυμες Εταιρίες (Α.Ε.), μία για την διαχείριση κοινοτικών κονδυλίων, με την επωνυμία «Υποστήριξη Επιχειρησιακών και Χρηματοδοτικών Προγραμμάτων Μελετών και Έργων, Ανώνυμη Εταιρία» και μία για την διαχείριση της περιουσίας της.

    Η μισθοδοσία των κληρικών γίνεται από το τον κρατικό προϋπολογισμό. Το ετήσιο κονδύλι φτάνει στο ύψος του 1 εκατομμυρίου ευρώ ετησίως.

    Συνεπώς στο σύνολό της η εκκλησιαστική περιουσία πρέπει να ξεπερνά τα 5 τρις ευρώ δηλαδή δεκαπέντε φορές το ελληνικό χρέος!

    Επίσης είναι μέτοχος στην Εθνική Τράπεζα στην Εμπορική και σε άλλες που έχουν δανείσει το ελληνικό κράτος με τοκογλυφικά επιτόκια 6% και έχουν στα χέρια τους περίπου το 40 % του ελληνικού χρέους

    «Η δυναμική πορεία της Εκκλησίας της Ελλάδος – ΕΚΥΟ επιβεβαιώθηκε και με την αγορά “1.600.000”μετοχών της Εθνικής Τράπεζας η οποία καλύφθηκε με την συμμετοχή των διαθεσίμων της Εκκλησίας της Ελλάδος – ΕΚΥΟ (Αποφ. ΔΙΣ 31-07-2008).Ήτοι το σύνολο των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας της Εκκλησίας της Ελλάδος –ΕΚΥΟ την 31-12-2008 ανήλθε εις το ύψος των 7.785.405 τεμαχίων».

    ΑΝΑΡΩΤΙΕΣΤΑΙ ΑΚΟΜΗ ΑΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΛΕΦΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΙ ΤΑ ΕΧΟΥΝ;

    • Ο/Η laskaratos λέει:

      Mein Herr,
      ξεχωρίζω τρεις παραγράφους που λένε πολλά:

      «…..και είναι απορίας άξιο γιατί κανείς από τους φύλαρχους της αριστεράς δεν ξεσηκώνει τον κόσμο να απαιτήσει αυτά που η εκκλησία εδώ και αιώνες του έχει κλέψει!!! Αναλώνονται σε ψευτοεπαναστατικές ανούσιες δράσεις που κανένα αποτέλεσμα δεν φέρουν παρά μόνον δημιουργούν προβλήματα σε άλλους πολίτες ή ενθαρρύνουν κατάπτυστες νοοτροπίες που μας οδήγησαν στην κοινωνική κατάρρευση όπως το «κίνημα» της Κερατέας και ποιούν την νύσσα για ένα τόσο σοβαρό θέμα που ουσιαστικά λύνει το πρόβλημα χρέους της χώρας μια και καλή!

      ……….

      Πέντε μονές που προσέφυγαν στα ευρωπαϊκά δικαστήρια εναντίον του νόμου Τρίτση αποτιμούσαν τα περιουσιακά τους στοιχεία στο αστρονομικό ποσό των 8 τρισ. δρχ. (!!!). Και μάλιστα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τους επιδίκασε το ποσό των 3 τρισ. δρχ. Μπορεί να φανταστεί κανείς ότι εάν η περιουσία των 5 μονών άγγιζε πριν μια 20ετία τα 3 ή 8 τρισ. δρχ., τότε πώς μπορεί κανείς να υπολογίσει την περιουσία των 2.500 μοναστηριών και ναών σε όλη τη χώρα; Mόνον η μοναστηριακή περιουσία υπολογίζεται περί τα 2,5 με 5 τρις ευρώ δηλαδή 6-12 φορές μεγαλύτερη του χρέους της Ελλάδος

      ……

      Συνεπώς στο σύνολό της η εκκλησιαστική περιουσία πρέπει να ξεπερνά τα 5 τρις ευρώ δηλαδή δεκαπέντε φορές το ελληνικό χρέος!…..»

  4. Ο/Η Ιωάννης λέει:

    την 5-6-11 έχει ορισθεί ολομέλεια της Συνόδου…. Οι αγανακτισμένοι να βρεθούν και εκεί στην μικρή βουλή των κηφήνων δεσποτάδων… ποιός τους ψήφισε? κανείς…σάρκα από την σάρκα τους είναι και μάλιστα ισόβιοι…. Με εξουσία «πνευματική», χειρότερη από την πολιτική!!! Τουλάχιστον οι πολιτικοί μας κοροιδεύουν, αλλά δεν πουλάν ΘΕΟ!!! Οι αδέσποτοι δεσποτάδες της ταπεινής μαφιόζικης φάτνης του Κολωνακίου, πουλάνε ΘΕΟ!!! Όλοι απ εξω από την Σύνοδο να φάνε και αυτοί τις μούτζες τους…..

  5. Ο/Η tiktos λέει:

    Η εκκλησία μας,πάντα ήταν πρόθυμη να ανταλλάξει θησαυρούς στον ουρανό με μετρητά επί της γης.

  6. Ο/Η θεοφιλος θερμη λέει:

    Δεν θυμαμε αν το ξαναγραψα, αλλα εχω διαφορετικη προσεγγιση στο θεμα της εκκλησιαστικης περιουσιας.
    Νομιζω οτι οσο το κεφαλαιο εχει αναγκη την εκκλησια, θα την χρησιμοποιει και θα αφηνει την περιουσια της στο απυροβλητο.
    Οταν δεν θα την χρειαζεται πλεον θα την ξεδοντιασει, γιατι οχι μονο δεν θα ανεχτει την εκκλησια σαν κεφαλαιοκρατη, αλλα θα καταργησει και την θρησκεια οπως την ξερουμε σημερα.
    Αυτο σε καμια περιπτωση δεν απαλασει την αριστερα απο τις ευθυνες της.

    • Ο/Η Po λέει:

      Δεν είναι ακριβώς έτσι, υπάρχουν προηγμένα κράτη της Δύσης που το κράτος είναι καθαρά κοσμικό, όποιος θέλει πιστεύει, σκασίλα του (του Κράτους_, κι οι εκπρόσωποι της όποιας θρησκείας ασχολούνται αποκλειστικά με τα του οίκου τους

      Αυτό -κατ’ αρχήν- επιδιώκουμε, θέλουμε και προωθούμε.

      Θα είχατε δίκιο ίσως, πριν +/- 80-100 χρόνια.

  7. Ο/Η undantag λέει:

    Αγαπητέ Ρο,
    Ψεύτης να βγω, αλλά το πραγματικό θέμα της συνάντησης Ιερώνυμου-Χοντρού, δε θα είναι ΚΑΝΕΝΑ απ’όσα παραθέτει η καλή εφημερίδα.
    Διότι ο εφαρμοστικός του μεσοπροθέσμου νόμος, (που δεν αμφιβάλλω καθόλου ότι μελετούν στην αρχιεπισκοπή), έχει, εκτός από τις ιδιωτικοποιήσεις, και άλλες διατάξεις για την αξιοποίηση τουριστικών ακινήτων με εξπρές διαδικασίες… ήτοι business as usual για τον Ιερώνυμο και το συνάφι του.

  8. Ο/Η Νικήτας Αποστόλου κάτοικος Ιωαννίνων λέει:

    Η ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

    Στις 8 Μαΐου συμπληρώνονται πέντε χρόνια από την προηγούμενη διαδικασία τροποποίησης του Συντάγματος, οπότε όπως το ίδιο ορίζει, μπορεί να δρομολογηθεί η νέα τροποποίηση του.
    Με αφορμή το ανωτέρω ερέθισμα, θεώρησα σκόπιμο να εκθέσω ως πολίτης και πιστός τις απόψεις μου για το θέμα των σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας, γιατί η υφισταμένη ρύθμιση πιστεύω ότι είναι η μήτρα μιας εσφαλμένης νομικά και ανορθόδοξης πνευματικά σχέσης Κράτους και Εκκλησίας.
    Για να γίνει όμως η όποια συζήτηση γύρω από το ζήτημα αυτό, σύμφωνα και με το αρχαίο γνωμικό «αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις», χρειάζεται πρωτίστως συμφωνία στον ορισμό των εννοιών Κράτος και Εκκλησία.
    Έτσι ξεκινώ παραθέτοντας δύο ορισμούς, που οι επιστήμες της Νομικής και της Θεολογίας δίδουν στις δύο αυτές έννοιες, ως τους πλέον γενικά αποδεκτούς.
    Κράτος είναι λαός εγκατεστημένος μόνιμα σε ορισμένο έδαφος και οργανωμένος σε νομικό πρόσωπο, ασκεί κυρίαρχη πρωτογενή δημόσια εξουσία.
    Τα κράτη δημιουργούνται και διαλύονται με πολιτικές πράξεις.
    Η Εκκλησία, η ομολογούμενη στο σύμβολο της πίστεως, είναι έργο του Ενσαρκωθέντος Χριστού.
    Όταν λέμε Εκκλησία πρέπει να εννοούμε όλα τα μέλη της ( λαϊκούς και κληρικούς), που είναι βαπτισμένα και ζουν συνειδητά και ελεύθερα μέσα σ’ αυτήν, καθώς επίσης και τα συλλογικά όργανα και τις συλλογικές οντότητές της, όπως είναι, οι σύνοδοι , οι Ενορίες, οι Μονές κ.λ.π..
    Χριστιανικό αξίωμα είναι ότι , η Εκκλησία υπάρχει και θα υπάρχει στους αιώνες των αιώνων. «Πύλαι άδου ου κατισχύσουσι αυτής».
    H Εκκλησία συνιστά στα μέλη της, συγκεκριμένο τρόπο ζωής, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, που αναφέρεται στις σχέσεις με τον Θεό, τον «πλησίον», και τον εαυτό τους. Ο συγκεκριμένος αυτός τρόπος ζωής, είναι ουσιώδης και καθοριστικής σημασίας, γιατί, εάν μερικώς παραμεληθεί, έχει ως συνέπεια να καταργείται η ιδιότητα του «ζωντανού» μέλους της Εκκλησίας.
    Στο Σύνταγμα που θέσπισε η Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο το 1822, υπάρχει η διακήρυξη ότι η επικρατούσα θρησκεία στην Ελληνική επικράτεια είναι η “της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας”, όμως δεν ορίζεται ο τρόπος και οι φορείς διοίκησης της Εκκλησίας. Η αποχή συνταγματικής ρύθμισης της διοίκησης της Εκκλησίας διατηρήθηκε και στο Σύνταγμα του 1823 και στο Σύνταγμα του 1827.
    Διάταξη συνταγματική, με την οποία το πρώτον ρυθμίζεται το ζήτημα της διοίκησης της Εκκλησίας, εισάγεται με το Σύνταγμα του 1844 στο άρθρο 2. Η διάταξη αυτή καθόριζε ότι “Η ορθόδοξη Εκκλησίαν της Ελλάδος ………….. διοικείται υπό ιεράς συνόδου Αρχιερέων”. Η διάταξη αυτή διατηρήθηκε στα Συντάγματα του 1864 ,1911,1927 και 1952.
    Ο συνταγματικός νομοθέτης του 1975 στο άρθρο 3 του Συντάγματος κατ΄ αρχήν διακηρύσσει ότι, επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Περαιτέρω ορίζει ότι η Εκκλησία τηρεί τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλη και διοικείται από την Ιερά σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, που προέρχεται από αυτήν και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου του 1850 και της Συνοδικής Πράξης του 1928.
    Σημειώνουμε εδώ ότι:
    1. Το 1850 το Οικουμενικό Πατριαρχείο, απέδωσε με ειδικό Τόμο στην Εκκλησία της Ελλάδος το αυτοκέφαλο. Με τον Πατριαρχικό Τόμο τίθεται ο όρος η Εκκλησία της Ελλάδος να έχει ως ανώτατο διοικητικό της όργανο την Ιερά Σύνοδο των Επισκόπων, προσκαλουμένων διαδοχικά κατά την τάξη των πρεσβείων, με πρόεδρό της τον Επίσκοπο Αθηνών αλλά και να διοικείται σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες, ελεύθερα και ακώλυτα από κάθε κοσμική (πολιτική) επέμβαση.
    Επομένως, η συνταγματική διάταξη που καθορίζει τον τρόπο διοίκησης της Εκκλησίας, συνιστά “κοσμική” επέμβαση και άρα αντίκειται στα καθορισθέντα με τον Πατριαρχικό Τόμο.
    2. Η Πολιτεία καθορίζει εκείνη τον τρόπο διοικήσεως της Εκκλησίας και μάλιστα θέτοντας ένα πλαίσιο, αυτοδιοίκησης μεν, αλλά εν ταυτώ ολιγαρχικής διοίκησης , αφού αγνοούνται πλήρως, οι απλοί Ιερείς και οι λαϊκοί, που είναι και αυτοί μέλη της Εκκλησίας.
    Με βάση αυτή την συνταγματική ρύθμιση, ο κοινός νομοθέτης στον καταστατικό χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος που θέσπισε, διακηρύσσει πολύ ορθά (στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του νόμο 590/1977) ότι «Η Εκκλησία της Ελλάδος», είναι «θείον καθίδρυμα», και ότι έχει « κεφαλήν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν ». Ταυτίζεται έτσι με την ανωτέρω εκτεθείσα αντίληψη περί της εννοίας της Εκκλησίας. Όμως παρακάτω στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του νόμου αυτού ο νομοθέτης χαρακτηρίζει την Εκκλησία της Ελλάδος τις Μητροπόλεις τις Ενορίες με τους ενοριακούς ναούς , τις μονές ως «Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου». Ο χαρακτηρισμός αυτός είναι και αντιφατικός προς την διακήρυξη του άρθρου 1 και εξωπραγματικός σε σχέση με την ανωτέρω θεολογικά δοσμένη έννοια της Εκκλησίας.
    Και να γιατί:
    Με βάση τον ανωτέρω ορισμό και τις βασικές νομικές έννοιες, της νομικής επιστήμης, η Εκκλησία είναι ένα υποκείμενο του δικαίου, ένας φορέας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και γι’ αυτό νομικά πρέπει υπαχθεί στην κατηγορία των νομικών προσώπων.
    Μπορεί όμως να υπαχθεί στην κατηγορία των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ?
    Κατά την γνώμη μου όχι. Μια τέτοια σχέση Εκκλησίας – Κράτους είναι αντιφατική, για τους εξής λόγους:
    1) Τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δημιουργούνται από το Κράτος, με την έκδοση νόμων ή διαταγμάτων, ενώ η Εκκλησία όπως ήδη είπαμε είναι έργο του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.
    2) Το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αποσκοπεί στην υλοποίηση έργου κρατικού ενδιαφέροντος, ενώ η Εκκλησία κύριο σκοπό έχει να «θεραπεύσει» τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει, σε αυτή την ζωή, μέσα από την κάθαρση, προς την “θέωση”. Ο σκοπός αυτός είναι πολύ ευρύτερος από τον σκοπό της υπάρξεως του κράτους, που είναι εκτός από την διασφάλιση της αυθύπαρξής του, κατ΄ εξοχήν η ομαλή κοινωνική συμβίωση των διαβιούντων στην Επικράτειά του προσώπων και στην καλύτερή του εκδοχή και η κατοχύρωση ορισμένων δικαιωμάτων ατομικών και κοινωνικών των πολιτών του.
    3) Στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου το κράτος μεταβιβάζει ένα μέρος της πρωτογενούς εξουσίας του και ταυτοχρόνως υπαγάγει αυτά στον διαρκή έλεγχο του. Η Εκκλησία δεν επιτρέπεται να ασκεί οποιαδήποτε δημόσια εξουσία ενόψει της ρήσης του Κυρίου μας «Απρόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ».
    4) Το Κράτος μπορεί το οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου να το καταργήσει με την αυτήν διαδικασία που το είχε δημιουργήσει. Η Εκκλησία και όπως η Θεολογία πρεσβεύει και όπως η ιστορική διαδρομή των 2000 ετών και πλέον βεβαιώνει, υπάρχει και θα υπάρχει στους αιώνες των αιώνων.
    5) Το γεγονός ότι, όταν η Εκκλησία λειτουργεί ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου περιορίζει τον αυτοκαθορισμό της και περαιτέρω αυτό συνιστά στοιχείο εκκοσμίκευσής της. Και τέλος
    6) Ενίοτε το νομικό καθεστώς του ΝΠΔΔ επιβάλλει τελείως απαράδεκτες για την Εκκλησία ενέργειες και ως παράδειγμα αναφέρω το γεγονός του πρόσφατου περιορισμού χειροτονίας κληρικών για δημοσιονομικούς λόγους, αδιαφορώντας τελείως για τις ποιμαντικές ανάγκες των πιστών της Εκκλησίας .
    Η Νομική Επιστήμη τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα τα διαχωρίζει σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Επομένως, αφού η Εκκλησία δεν είναι ορθό να υπάγεται στην κατηγορία των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, το επιστημονικά ορθό είναι η Εκκλησία να έχει νομική προσωπικότητα, μέσα στα πλαίσια της έννομης τάξης, ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου.
    Σε ότι αφορά την ιστορική εξέλιξη των σχέσεων κράτους και Εκκλησίας, αυτή ήταν μια σειρά επεμβάσεων του κράτους στα θέματα διοικήσεως της Εκκλησίας όπως στη διαδικασία επιλογής ή και διορισμού ή απομάκρυνσης του εκάστοτε Αρχιεπισκόπου ή Μητροπολιτών, την σύσταση “αριστίνδην” Ιερών Συνόδων, κ.λ.π.
    Η υφισταμένη σήμερα κατάσταση σχέσεων, φαίνεται επιφανειακά, ότι δεν ικανοποιεί το πολιτικό και επικοινωνιακό σύστημα της χώρας μας.
    Έτσι βλέπουμε να έχει ανοίξει τα τελευταία χρόνια ένας διάλογος για τον “διαχωρισμό” Εκκλησίας – Κράτους. Οι περισσότεροι που αναμείχθηκαν στον διάλογο αυτό, είναι εντυπωσιακό ότι δεν ασχολούνται ή δεν εξειδικεύουν σε τι συνίσταται νομικά αυτός ο διαχωρισμός.
    Επίσης, ενώ οι πολιτικοί μας αποδέχονται ως ορθή την άποψη, ότι θα πρέπει να είναι σεβαστοί και αποδεκτοί οι κατά τόπους πολιτισμοί των λαών, επομένως και του δικού μας, θεωρώ παράξενο να αισθάνονται την ανάγκη να χρειάζεται να σπεύδουν να υιοθετούν ξένα σχήματα και μοντέλα στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας.
    Οι πιο πολλοί, από εκείνους που τάσσονται υπέρ του διαχωρισμού, αποσκοπούν ευθέως ή πλαγίως στο να λειτουργήσει ο διαχωρισμός ως εργαλείο αποδυνάμωσης και περιθωριοποίησης της Εκκλησίας μέσα στην κοινωνία. Ανιστόρητοι οι ίδιοι, δεν γνωρίζουν ότι η Εκκλησία αντλεί τη δύναμή της από την υπόστασή της ως θεοϊδρυτη, από το κύρος του μηνύματός της και από τη ζωντάνια των μελών της.
    Από την άλλη πλευρά, οι περισσότεροι που τάσσονται κατά του διαχωρισμού και ιδίως κληρικοί, θέλουν, να είναι κατοχυρωμένες με νόμους και θεσμούς, οι εξουσιαστικές προνομίες των αρχιερέων και των ιερέων της «επικρατούσης θρησκείας». Να επιβάλλεται η «επικρατούσα θρησκεία» σαν κυρίαρχη κρατική ιδεολογία, ώστε να απολαμβάνουν κύρος κρατικών αξιωματούχων οι κληρικοί της και να έχουν μονοπωλιακά δικαιώματα οι «αρχές» της.
    Προφασίζονται ως επιχειρήματα: 1) Ότι τα μέλη της Εκκλησίας είναι ταυτοχρόνως πολίτες του συγκεκριμένου Κράτους, ότι η παράδοση της ελληνικής κοινωνίας έχει εμποτιστεί από την Ορθόδοξη Εκκλησία και είναι δύσκολο να χωριστεί από το Κράτος, αφού αυτή η παράδοση έχει γίνει εν πολλοίς ήθη και έθιμα των κατοίκων του Κράτους. 2) Ότι ο χωρισμός της διοίκησης της Εκκλησίας από την διοίκηση του Κράτους εν πολλοίς υπάρχει σήμερα, άλλωστε γι’ αυτό γίνεται λόγος για “διακριτότητα των ρόλων”.
    Ακόμη προβλήθηκε το σκανδαλώδες επιχείρημα ότι “Η Πολιτεία δεν θα ήθελε ποτέ μια ανεξέλεγκτη και ελεύθερη Εκκλησία, γιατί δεν γνωρίζει που θα μπορούσε να οδηγήσει αυτή η ελευθερία, ήτοι θα μπορούσε να ευνοήσει την ασυδοσία μερικών Μητροπολιτών ή την ανταρσία μερικών Πρεσβυτέρων και μοναχών”.
    Η Ιεραρχία των 80 περίπου Μητροπολιτών μας έχει δυστυχώς σήμερα δεσποτική αντίληψη σχετικά με την διοίκηση της Εκκλησίας. Ο εφημεριακός κλήρος έχει ελάχιστες διοικητικές αρμοδιότητες, τελεί υπό τον ασφυκτικό διοικητικό έλεγχο του οικείου Μητροπολίτη και δίνει την εντύπωση σώματος δημοσιοϋπαλληλικού. Τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας δεν έχουν καμιά συμμετοχή σε οποιαδήποτε διοικητική πράξη οποιουδήποτε εκκλησιαστικού οργάνου και εν πολλοίς η συμμετοχή των στα δρώμενα της Εκκλησίας περιορίζεται στο “εκκλησιασμό” την Κυριακή.
    Ο Καταστατικός της Χάρτης της Εκκλησίας είναι νόμος του κράτους, που δεν συντάχθηκε μεν ερήμην των μελών της Ιεραρχίας, αλλά κατοχύρωσε πλήρως τον συγκεντρωτισμό της διοίκησης στο πρόσωπο των Μητροπολιτών, και αγνοεί παντελώς το συλλογικό κύτταρο της Εκκλησίας που είναι η ΕΝΟΡΙΑ. Στις διατάξεις του Νόμου αυτού αιωρείται μία καχυποψία για την δυνατότητα αγαθής σχέσης του λαϊκού σώματος της κάθε Ενορίας με το σημερινό Κράτος, όπως αυτό δομήθηκε από το 1821 μέχρι σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι το Κράτος, η πολιτεία “φοβάται” την απελευθέρωση της Εκκλησίας και την πρόσκτηση από αυτήν ισχύος στα πλαίσια ενός διοικητικού χωρισμού και έτσι δεν θέλει την απώλεια του ελέγχου που έμμεσα, ή ενίοτε και χονδροειδώς άμεσα ασκεί στη διοίκησή της. Γι’ αυτό έχει εναγκαλισθεί πλήρως το δόγμα της «νόμω κρατούσης πολιτείας».
    Μετά από όλα αυτό μπαίνει το ερώτημα τι πρέπει να γίνει?
    Έχει την δυνατότητα η Ιεραρχία να κάνει πολλά αν όχι όλα. Αρκεί τα μέλη της να έχουν ορθή αντίληψη των πραγμάτων και να θελήσουν να εμπιστευθούν τον απλό πιστό χριστιανό.
    Να δώσουν υπόσταση, ελευθερία συλλογικών έργων αγάπης και δημιουργική πνοή στις ενορίες τους. Να εγκαταλείψουν την δεσποτική νοοτροπία και να εγκολπωθούν την νοοτροπία Επισκόπου. Να ζητήσουν οι ίδιοι “τον διαχωρισμό” Κράτους και Εκκλησίας ως μια διαδικασία σταδιακής απεξάρτησης της Εκκλησίας από τα νομικά δεσμά του δόγματος της Νόμο Κρατούσης πολιτείας.
    Η αρχή μπορεί να γίνει σήμερα με την αναθεώρηση του Συντάγματος με την απαλοιφή της διάταξης στο άρθρο 3 με την οποία καθορίζεται ο τρόπος διοίκησης της Εκκλησίας, δηλαδή η διάταξη “και διοικείται από την Ιερά σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτήν και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Εκκλησίας”.

    Ιωάννινα 29 Ιανουαρίου 2013

    Νικήτας Αποστόλου
    Πτυχιούχος ΠΑΣΠΕ Συνταξιούχος Δημοσίου
    Ναπολέοντος Ζέρβα αριθ. 39 Ιωάννινα
    τηλέφωνο : 26510 67528

    • Ο/Η Ιωάννα λέει:

      «Να εγκαταλείψουν την δεσποτική νοοτροπία»

      Δεν μπορούν, είναι τύρανοι από πεποίθηση.

    • Ο/Η Po λέει:

      παραδείγματα:
      «Η Εκκλησία, η ομολογούμενη στο σύμβολο της πίστεως, είναι έργο του Ενσαρκωθέντος Χριστού.»

      «Τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δημιουργούνται από το Κράτος, με την έκδοση νόμων ή διαταγμάτων, ενώ η Εκκλησία όπως ήδη είπαμε είναι έργο του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.»

      Ο Ιησούς δεν είχε ιδέα, δεν ίδρυσε αυτός την Εκκλησία, μα που ζείτε…
      Οι απόψεις σας βρίθουν ιστορικών ανακριβειών.
      Από που να πιάσεις και από που να αφήσεις.

  9. Παράθεμα: 9.300 ΠΑΠΑΔΕΣ, 7.270 ΓΙΑΤΡΟΙ, ΒΡΕΣ ΤΟ ΛΑΘΟΣ: ΞΕΡΕΤΕ ΠΟΣΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΠΟΥ ΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟ; – WEB TV ΤΡΙΑΙΝΑ

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.